«…ένα παιδί είναι πραγματική μάχη. Η μάχη για το μέλλον. Μια μάχη που υπήρχε και θα υπάρχει πάντα».
Ο Γκασπάρ Κουτάνς και η Μάντλιν Γκριν, δυο εκ διαμέτρου διαφορετικές οντότητες, θα σχηματίσουν ένα απίθανο ντουέτο ντετέκτιβ στο βιβλίο του Guillaume Musso «Ένα διαμέρισμα στο Παρίσι» που κυκλοφορεί στη χώρα μας τρία χρόνια μετά την πρώτη έκδοση, από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος. Μια παράξενη «συγκατοίκηση» στην πόλη του Φωτός και συγκεκριμένα στο διαμέρισμα του προσφάτως αποθανόντος Σαν Λόρεντς, θα σημάνει και την αναπόδραστη οριοθέτηση της προσωπικής τους ζωής.
Ο πάλαι ποτέ επιτυχημένος γκραφιτάς Σαν Λόρεντς, αρχηγικό μέλος της ομάδας των γκραφιτάδων, των Πυροτεχνουργών και διάσημος πια ζωγράφος από τα τέλη της δεκαετίας του ’90, πεθαίνει λόγω επιβαρυμένου ιατρικού ιστορικού. Η απαγωγή και ο θάνατος του εξάχρονου γιου του δρομολογεί και το δικό του τέλος, μόνο που τα στοιχεία και οι εκ παραλλήλου έρευνες του, μέχρι την τελευταία στιγμή γύρω από αυτή την απαγωγή με το αδόκητο φινάλε της, καθιστούν την υπόθεση άκρως μυστηριώδη. Τρεις χαμένοι, επίσης, πίνακες σύμφωνα με τον εκτελεστή της διαθήκης του ζωγράφου, Μπερνάρ Μπενεντίκ χρωματίζουν το βιβλίο με τις ευδιάκριτες μπογιές του σασπένς. Εξαιτίας ενός λάθους, λοιπόν, δύο ένοικοι που δεν έχουν συναντηθεί ποτέ θα μοιραστούν το διαμέρισμα του Σαν Λορεντς και θα γαντζωθούν από μια υπόθεση που φαινομενικά μοιάζει να έχει κλείσει. Αναζητώντας τους χαμένους πίνακες ψάχνουν να βρουν κι ένα κομμάτι του εαυτού τους.
Ο Γκασπάρ Κουτάνς, δύστροπος υπηρετώντας το υπερφίαλο εγώ, απομονωμένος από όλους, μοιράζει τους μήνες κάθε έτους ανάμεσα στη ελληνική Σίφνο και στο σαλέ του στην αμερικανική Μοντάνα. Εξαίρεση αποτελεί ο μήνας των χριστουγεννιάτικων διακοπών που τον περνά στο μισητό για τον ίδιο Παρίσι, όπου κλεισμένος γεννά ένα νέο θεατρικό βιβλίο που θα αποτελέσει το έδαφος για καινούργιες παραστάσεις σε Ευρώπη και Αμερική, που με τόση αγάπη συνηθίζουν να αγκαλιάζουν, κοινό και σκηνοθέτες.
Η Μάντλιν Γκριν θα βρεθεί στο Παρίσι ακόμη μια φορά για να ξαναπιάσει το νήμα της ζωής της από την αρχή, εκεί από όπου ένας έρωτας την έφτασε στο χείλος του θανάτου. Η αστυνομική της πορεία αποτελεί μια ιστορία γεμάτη εντάσεις κι αρκετές διαψεύσεις με ακανόνιστες, παράλληλες, διαδρομές: Λονδίνου-Νέας Υόρκης / ζωής-θανάτου. Ξαναπιάνοντας θαρρετά τη ζωή θα προσπαθήσει να δώσει νόημα στην ύπαρξη της.
Η συγκατοίκηση θα οδηγήσει σταδιακά στη συγκατάθεση απόψεων, στην άρνηση της συγκάλυψης καταστάσεων, στην αδήριτη ανάγκη συνύπαρξης. Όσο κι αν φαίνονται προσπελάσιμες τέτοιες αναφορές επί της ουσίας μόνο τέτοιες δεν είναι, ο Musso καταφέρνει να δημιουργήσει δυο χαρακτήρες που τα όρια είναι για να ξεπερνιούνται κι από την απόλυτη συναίνεση να περνούν αυτόχρημα στο άλλο άκρο, αλλάζοντας εν τέλει ολότελα το δείκτη της πυξίδας της ιστορίας.
«-Είστε άρρωστος, τελείως άρρωστος… Είστε τρελός! Το μυαλό σας χάνει λάδια, είστε…
Με τ’ αυτιά της να βουίζουν από τον θυμό, όρμησε καταπάνω του και τον άρπαξε από τον λαιμό. Ο Γκασπάρ την απώθησε, μα η Μάντλιν του επιτέθηκε με μεγαλύτερη σφοδρότητα, του έδωσε μια αγκωνιά στα πλευρά και στη συνέχεια, δυο γροθιές».
Η ανάγκη για ένα παιδί, η μοναξιά ενός παιδιού και ο αγώνας ενός πατέρα για την εύρεση του παιδιού του. Ένα τρίστρατο που οδηγεί σε κοινό αδιέξοδο. Ένα αδιέξοδο που οι τρεις παραδοχές αντανακλούν την μια και μόνη όψη του πράγματος. Όσο για το ποια είναι αυτή μένει να την ανακαλύψει ο ίδιος ο αναγνώστης, αρκεί να προχωρήσει τη σκέψη του πέρα από την έξαψη που θα του προσφέρει, η γεμάτη από σασπένς, αστυνομική ιστορία. Και σαφώς, να ακολουθήσει τη διεύθυνση βύθισης της γραμμής της ιστορίας.
«Ο Γκασπάρ προχώρησε κι άλλο στον σκοτεινό διάδρομο αφήνοντας το σκοτάδι να τον τυλίξει. Ο φόβος και το κρύο δεν τον άγγιζαν. Ήταν σε υπερδιέγερση, οι αισθήσεις του όλες τεταμένες σε πλήρη δράση. Ήταν έτοιμος για όλα. Τη στιγμή αυτή την περίμενε είκοσι χρόνια. Ήταν η κορύφωση ενός δράματος που είχε αρχίσει πολύ πριν ακούσει οτιδήποτε για τον Σον Λόρεντς, η έκβαση της μάχης ανάμεσα στο σκοτάδι και το φως, που και τα δυο συνυπήρχαν πάντα μέσα του»
Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου φωτογραφίζεται η Γαλλία των κίτρινων γιλέκων στη καθημερινότητα της πόλης, εντελώς έξω από το όποιο θεωρητικό υπόβαθρο, η αποκαθαρμένη από την εγκληματικότητα Νέα Υόρκη με τις συχνές αναλήψεις σε αυτήν της δεκαετίας του ’80 όπου το έγκλημα βασίλευε, και τα ψαροχώρια των ακτών του ατλαντικού. Επίσης ξεπροβάλλει κι η ηλιόλουστη νησιωτική Ελλάδα που θα φέρει μια νέα επαφή με τη ζωή.
Η αφήγηση ακολουθεί μια παράδοξη διαδρομή κι ο εξωδιηγητικός-ομοδιηγητικός, στην ουσία, αφηγητής είναι αυτός τελικά που κατευθύνει την ιστορία. Έτσι ο αναγνώστης έχει πρόσβαση σε κάθε πιθανή πληροφορία αναφορικά με τις σκέψεις των ηρώων και τα γεγονότα (μηδενική εστίαση). Συχνά ο αφηγητής προχωρά σε αναδρομική αφήγηση γεγονότων του παρελθόντος (παιδικά χρόνια Σαν Λορεντς, ιστορία των πυροτεχνουργών, γνωριμία με την Πενελόπ, απαγωγή και θάνατος Τζουλιάν κ.οκ.), διακόπτοντας την πορεία της αφήγησης. Άλλοτε όμως η εστίαση είναι μεταβλητή καθώς η ιστορία μας διακόπτεται, για να αρχίσει η αφήγηση μιας άλλης (εγκιβωτισμένης) ιστορίας, μικρότερης βέβαια σε έκταση που προοικονομεί τις εξελίξεις. Τέτοιες είναι οι πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις, εν είδει μαρτυριών, της Πενελόπ Κουρκόφσκι και της Μπιάνκα Σοτομαγιόρ. Οι συχνοί διάλογοι παρέχουν την απαραίτητη ζωντάνια για ένα αστυνομικής φύσης, μυθιστόρημα.
«Ήταν τρομερό, αλλά η προοπτική της αναζήτησης του Βασιλιά των Ξωτικών της είχε ξαναδώσει τη χαρά που είχε χάσει. Ήταν η σπίθα που περίμενε από την αρχή, αυτή που ξαναζωντάνεψε μέσα της το ένστικτο του κυνηγού. Αν και η διαπίστωση δεν την ευχαριστούσε, ωστόσο κατά βάθος το ένστικτο αυτό ήταν το πιο ουσιαστικό και αναπόσπαστο κομμάτι της. Και το ‘ξερε».
«Ένα διαμέρισμα στο Παρίσι» θα αποτελέσει το ξεκίνημα για έναν επαναπροσδιορισμό. Ένα άντρο πριν τη μάχη με τα τέρατα. Κι είναι το μεθύσι του κυνηγιού που μπορεί να σε καταστήσει ίδιο με αυτά. Ή η απόδραση από αυτό το μεθύσι που για χρόνια έχει αγκυλώσει το ξεδίπλωμα της υπόστασής σου.
«Ένα διαμέρισμα στο Παρίσι» μπορεί να σου προσφέρει με την καλαισθησία του, χώρους μυθιστορηματικής αναψυχής, μυστηριακής αναδίπλωσης και αναγνωστικής εγρήγορσης. Ενδέχεται όμως με τα τεχνηέντως, κομψά επίπεδά του, που αφειδώς παρέχονται μέσω της διεισδυτικότητας που ακολουθεί ο μεταφραστής Γιώργος Ξενάριος ακουμπώντας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το πνεύμα του βιβλίου, να σε ταξιδέψει και στις πιο εσώτερες διαστάσεις του. Αυτό έγκειται στις λεγόμενες ασκήσεις αναγνωστικής ψηλάφησης. Γιατί κάποιες φορές οι πιο τραχιές και ανισόπεδες επιφάνειες κρύβουν λεπτοδουλειά και είναι αυτές τελικά που δυναμιτίζουν τα λιγότερο, βέβαια, μυωπικά μάτια.
Το βιβλίο πούλησε 1 εκ μόνο στη Γαλλία κι αποτελεί τη μεγαλύτερη επιτυχία του Musso. Αυτό αποτελεί σίγουρα ένα μεγάλο ερωτηματικό. Τι είναι αυτό που σαγηνεύει τόσους ανθρώπους να αγοράσουν ένα βιβλίο; Ένας ευπώλητος συγγραφέας; Το αστυνομικό πνεύμα με το οποίο είναι διανθισμένο; Η σωστή προβολή και προώθησή του; Η κεντρική ιδέα που διασπά την τετριμμένη θεματολογία ενός αστυνομικού μυθιστορήματος; Η εμφάνιση ηρώων από προηγούμενα βιβλία του; Όλα αυτά, ίσως και τίποτα από αυτά. Κάθε βιβλίο χαράζει τη δική του διαδρομή και το συγκεκριμένο, όπως φαίνεται, τη μεγαλύτερη. Μένει λοιπόν να την ανακαλύψετε.
0