«Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΝΤΑΝΚΑΝ ΝΤ’ ΙΝΟΣΕΝΤΣΙΟ, ΔΕΚΑΕΞΙ ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ. Η φωτογραφία του Ντάνκαν από το σχολικό λεύκωμα του λυκείου ήταν σαν να την κοιτούσε. Τόσο χαριτωμένο αγόρι. Εκείνο το αυθόρμητο χαμόγελο, ο Ντάνκαν χωρίς ίχνος θλίψης, ούτε ειρωνείας».
Η αποφυλάκιση του Ρέι Μπόι, ενός νεαρού που κατηγορήθηκε για τη δολοφονία του Ντάνκαν, ενός ομοφυλόφιλου πρώην συμμαθητή του από τη γειτονιά του Gravesend, με τη συνδρομή της μικρής του συμμορίας και η δίψα για εκδίκηση από τον μικρότερό αδερφό του, Κόνγουει είναι το θέμα του πρώτου μυθιστορήματος ενός πολλά υποσχόμενου Αμερικανού συγγραφέα, του William Boyle που κυκλοφόρησε στα τέλη του 2018 από τις εκδόσεις Πόλις σε μετάφραση της Άλκηστης Τριμπέρη.
Μέσα από ένα λιτό λόγο με σκληρές απολήξεις κι ενίοτε ωμές περιγραφές, ο Boyle θα ανασύρει στην επιφάνεια, με επιδέξιο τρόπο, την πορεία ανθρώπων που έχουν ηττηθεί και συνάμα παραιτηθεί από τα καθημερινά. Ανθρώπων συναισθηματικά ανάπηρων σε μια εν γνώσει τους προδιαγραμμένη πορεία, αυτή της καταστροφής. Ο αναγνώστης από τα πρώτα κεφάλαια αντιλαμβάνεται ότι οι πρωταγωνιστές είναι ήδη χαμένοι. Ο συγγραφέας προεξοφλεί την πτώση τους, αναθερμαίνοντας έτσι την αγωνία του αναγνώστη μήπως τελικά κάτι σωθεί.
«Ο Κόνγουει καβάλησε τον Ρέι Μπόι, απλώς στεκόταν από πάνω του και σημάδευε στο πρόσωπο του με το όπλο. Το άλλο του χέρι το είχε τεντωμένο μπροστά σαν να προσπαθούσε να εμποδίσει τα σκάγια, το πιτσίλισμα του αίματος από τον πυροβολισμό στο κεφάλι, κάτι που είχε δει σε ταινία… ‘αισθάνεσαι τον Ντάνκαν εδώ; Το πνεύμα του’;»
Ο Ντάνκαν έχει « χαθεί». Ο δολοφόνος του, Ρέι Μπόι, φυλακίζεται για 16 χρόνια, οι συνεργοί του για πολύ λιγότερα. Ο Κόνγουει παραιτημένος σε ένα οικογενειακό περιβάλλον που η δολοφονία του αδερφού του ήρε κάθε προσπάθεια για επανάκαμψη, οδηγείται στην εκδίκηση. Η Αλεσάντρα επιστρέφει με τσακισμένα φτερά και καταλαβαίνει πως ο δρόμος της Ανεξαρτησίας την οδηγεί ξανά στην αφετηρία. Κι η Στέφανι που στα 30 της δεν έχει καν ανοίξει τα φτερά της, πελαγοδρομεί σε ένα ειδυλλιακό παρελθόν. Μια άλλη γενιά, που κινεί ο συγγραφέας στις σελίδες του, ο Γιουτζίν κι ο Σουέτ, μέσα από διαφορετικές συνθήκες, αλλά παρόμοια αδιέξοδα θα φτάσουν σε ένα πανομοιότυπο φινάλε.
Στο GRAVESED λοιπόν, το τσακισμένο παρόν μιας πρώην ηθοποιού (Αλεσάντρα), ενός αποφυλακισμένου (Ρέι Μπόι) με το στίγμα του ηθικού αυτουργού, ενός τριαντάχρονου πωλητή (Κόνγουει) όπου η σκιά της εκδίκησης οπλίζει το χέρι του και μιας υπαλλήλου φαρμακαποθήκης (Στέφανι) που μετρά τις όποιες εναλλαγές της κάθε μέρας με την χθεσινή, συναντά ένα υποτιθέμενο, ξέγνοιαστο εφηβικό παρόν που το παρελθόν των οικείων τους είτε άμεσα είτε έμμεσα τους εγκλωβίζει στην ίδια δίνη. Μια γενιά καταρρακωμένη και μια γενιά, που έρχεται με τις όποιες βέβαια διαφοροποιήσεις να βαδίσει στον ίδιο δρόμο που οδηγεί νομοτελειακά προς ένα καταστροφικό τέλος.
Οι 16χρονοι Γιουτζίν και Σουέτ, γεννήματα του 21ου αιώνα της εποχής της αφθονίας και της συναισθηματικής αναπηρίας, προεξοφλούν τις ανάγκες του αύριο μέσα από το φαιδρό ιλουστρασιόν παρόν που τους διαθέτουν οι σειρήνες του σήμερα. Ο Boyle μέσα από δύο πολύ σημερινά νεαρά πορτρέτα επιχειρεί να ανασύρει το μέγιστο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι σημερινοί νέοι, την έλλειψη ιδεαλισμού που οδηγεί σε πρωτόγονα ένστικτα διασπαθίζοντας κάθε έννοια ανθρωπισμού.
«Ο Σουέτ μπήκε στο Mazda του δέκα λεπτά αργότερα, φορώντας μια γαλάζια XXL ζακέτα, τζιν J.Crew και μοκασίνια. Τα ηχεία του έπαιζαν στη διαπασών τον περσινό δίσκο του Jay–Z. Είχε ένα Bluetooth στο αυτί του και ένα μπαστούνι πεπερόνι σε χαρτί χασάπικου στα πόδια του. Ο πατέρας του είχε μαγαζί με αλλαντικά στο Λονγκ Άιλαντ και έμειναν στα Ντάικερ Χάιτς. Τα δέκα χιλιάρικα που έδιναν για τα δίδακτρα στο Our Lady of the Narrows, όπου ο Γιουτζίν και ο Σουέτ πήγαιναν σχολείο, ήταν ψίχουλα για τους Σκανιέτι».
Στο μυθιστόρημα αυτό ο Boyle αναδεικνύεται σε σπουδαίο «ψυχογνώστη». Παρακολουθεί με απόλυτη προσοχή και λεπτομερώς καταγράφει τον τρόπο που κινούνται τα πρόσωπα του βιβλίου αναφορικά με το ντύσιμο, τον τρόπο διασκέδασης κάνοντας ένα συνεχώς φλας μπακ ανάμεσα στις δύο γενιές επισημαίνοντας ότι τα τόσο διαφορετικά αδιέξοδα έχουν παρόμοια διαδρομή, την καταστροφή.
Αν θα επιχειρούσα να χαρακτηρίσω το βιβλίο του Boyle θα απαντούσα ότι συνομιλεί με το Τίμημα.
Κάτι που ίσως έχει παραβλεφθεί στις μέρες μας είναι το τίμημα των πράξεων μας, η αλυσιδωτή φυσική συνέχεια μιας δράσης που οδηγεί σε μια αντίδραση. Τα ερεθίσματα που λαμβάνουμε από τη νηπιακή μας ακόμη ηλικία καθώς και οι ζυμώσεις που γίνονται από το οικογενειακό μας μέχρι το, ακόμη, κλειστό κοινωνικό μας περιβάλλον (σχολείο, εκκλησία, παρέες φίλων και συγγενών) συνηγορούν στις αποφάσεις που καλούμαστε να πάρουμε από την ήδη εφηβική μας ηλικία. Εν ολίγοις το «μεγάλωμα» μας προεξοφλεί εν πολλοίς την ταυτότητα μας.
«…το να αφαιρείς μια ζωή παίρνει κάτι από σένα, όποια κι αν είναι η αιτία… παίρνει κάτι από σένα είτε είναι σωστό είτε λάθος»
Σε ένα βιβλίο προβληματισμού όπως το Gravesend τα παραπάνω λόγια είναι το επιστέγασμα της ζωής. Ο Ρέι Μπόι πληρώνει το τίμημα μιας εγωκεντρικής εφηβείας που συνθλίβει το διαφορετικό. Ο Κόνγουει στον αντίποδα αναμετρώμενος με τους δαίμονες ενός θρησκόληπτου περιβάλλοντος θα φτάσει στην αντιδικία. Δυο διαφορετικές διαδρομές με ίδιο όμως τίμημα, τη ζωή τους.
«…στον αδιανόητα ανατριχιαστικό Σορ Πάρκγουεϊ ο Κόνγουει ένοιωθε σαν νεκρός εγκληματίας, χωμένος στο χώμα εδώ και χρόνια, σαν θαμμένα απορρίματα, κόκκαλα που έγιναν στάχτη και που δεν θα ήθελες ούτε να τα φτύσεις».
Στο πρώτο του μυθιστόρημα ο William Boyle αναδεικνύεται σε απόλυτο παρατηρητή συμπεριφορών που τεκμηριώνει αποδεικτικά τις κινήσεις των ηρώων του δημιουργώντας έτσι εναργή πρόσωπα κι όχι απλά ήρωες. Πρόσωπα με διακεκριμένη οντότητα.
Ο παντογνώστης αφηγητής αφήνει κατάφωρα τα πρόσωπα του βιβλίου να εκτεθούν μέσα από εκτενείς ζωηρούς διαλόγους κατευθύνοντας μεθοδικά τον αναγνώστη σε πρώτες σκέψεις που θα οδηγήσουν σε στιβαρά συμπεράσματα. Άλλωστε όσο κι αν δεν γίνεται αντιληπτό αμέσως, όλη η ροή του βιβλίου βαδίζει μέσα από μια αφανή αυστηρότητα ενός τελειοθήρα συγγραφέα, η οποία μεταφέρεται επιδέξια από την μεταφράστρια του βιβλίου, Άλκηστι Τριμπέρη. Επίσης για τον συγγραφέα η πλοκή μοιάζει ήσσονος σημασίας, κι ίσως αυτό να συμβαίνει, αν το δει κανείς από μια τελεολογική σκοπιά.
Το «Gravesend» είναι σαφώς ένα νουάρ μυθιστόρημα που συνδράμει όμως, πολλαχώς στη κατανόηση του σύγχρονου κόσμου. Μια λεπτολόγος λογοτεχνική μαρτυρία του σήμερα που αντανακλά ως προβολέας του αύριο. Εν τέλει η ιστορία μιας γειτονιάς της Αμερικής που καθρεφτίζει τον παγκοσμοποιημένο 21ο αιώνα.
0