«Η καλή αμυγδαλιά ανθίζει το Γενάρη και βαστάει τ’ αμύγδαλα όλο τον Αλωνάρη», λέει η λαϊκή μας παροιμία. Κάπως παρόμοια λειτουργεί κι ένα καλό βιβλίο. Όταν οι δημόσιες σχέσεις ολοκληρώσουν την προώθησή του, η πορεία του επαφίεται στον επιλεκτικό αναγνώστη ή σε κάποια μέσα που πιστεύουν σ’ αυτό, μακριά από από κάθε είδους ανταλλάγματα.
Οι παρακάτω επιλογές περιλαμβάνουν ελληνικές και ξένες εκδόσεις, πρόσφατες και λίγο παλιότερες και μια μικρή γνωριμία με τους συγγραφείς τους. Τους επόμενους μήνες θα μας δοθεί η ευκαιρία να προσεγγίσουμε και πιο παλιούς συγγραφείς και εκδόσεις με διαχρονικό αποτύπωμα. Διότι το καλό βιβλίο έχει μια μοναδική ικανότητα. Πίσω από τις λέξεις, μέσα από τις σκέψεις να επικοινωνεί με τις καρδιές των αναγνωστών χωρίς να γνωρίζει χρονικούς περιορισμούς.
12 βιβλία λοιπόν, 12 επιλεγμένες βιβλιοαναφορές για διαφορετικούς αναγνώστες.
Όμορφο Ιούλη και να θυμάστε ότι το κάθε βιβλίο αποκαλύπτεται διαφορετικά σε κάθε αναγνώστη• κι εδώ έγκειται η αξία της ανάγνωσης.
«Ο βράχος του Σίσυφου», ένα φιλοσοφικό διήγημα του Κωνσταντίνου Λίχνου από τις εκδόσεις Γράφημα
Μέσα από μια αποκαλυπτική εισαγωγή στον μύθο του Σίσυφου και τη πρόσληψή του από τον Όμηρο, τον Καμύ, τον Νίτσε και τον Σαίξπηρ , ο Κωνσταντίνος Λίχνος δημιουργώντας έναν επιβλητικό μονόλογο του Σίσυφου θα φέρει στην επιφάνεια την συνειδησιακή ωρίμανση του ήρωα.
“Με λένε Σίσυφο, και ίσως να τον έχω ανάγκη τον βράχο μου. Δίχως αυτόν, δίχως το βάρος του, μπορεί να βάδιζα ανίδεος…”
Ο Κωνσταντίνος Λίχνος γεννήθηκε στον Αστακό Αιτωλοακαρνανίας και αποφοίτησε Μηχανικός Πληροφορικής & Επικοινωνιών. Είναι υπεύθυνος εκδοτικής πολιτικής των εκδόσεων Υψικάμινος, στέλεχος των εκδόσεων Γράφημα, αντιπρόεδρος του Φιλολογικού Ομίλου Ελλάδος, και επικεφαλής του τμήματος πεζογραφίας αυτού. Αποτελεί μέλος τής συντακτικής επιτροπής τού έντυπου φιλολογικού περιοδικού «Λογοτεχνικό Δελτίο» (αρχισυντάκτης τού τμήματος πεζογραφίας), καθώς και μέλος τής Συντακτικής Επιτροπής των έντυπων περιοδικών: Σπορά, Ζητήματα Μαρξισμού και Κριτική. Έχει διακριθεί σε πολυάριθμους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, ενώ δοκίμια και διηγήματά του συμπεριλήφθηκαν σε ανθολογίες από τους εκδοτικούς οίκους: «Σύγχρονη Εποχή», «Άπαρσις», «Κέφαλος», «Διάνοια» και «Γράφημα». Τον Σεπτέμβριο του 2021 κυκλοφόρησε το μυθιστόρημά του «www.dialogos.gr», από τις εκδόσεις Κέφαλος. Τον Αύγουστο του 2022 κυ κλοφόρησε από τις εκδόσεις Γράφημα, και υπό την αιγίδα του Φιλολογικού Ομίλου Ελλάδος, η συλλογή διηγημάτων του «Αδιέξοδοι καιροί». Τον Οκτώβρη τού ίδιου έτους κυκλοφόρησε υπό την αιγίδα της ΚΕΔΗΞ (εκδόσειςΆπαρσις) το παραμύθι «Ανοσοήρωες εναντίον Μικροβλαβερούληδων» (που τιμήθηκε με το βραβείο «Κοινωνικής προσφοράς»). Το 2023 κυκλοφόρησε η νουβέλα με τίτλο «Διάστρεμμα» και το φιλοσοφικό δοκίμιο με τίτλο «Μετανεωτερικότητα και ρεαλισμός» (εκδόσεις Γράφημα). Τον Μάρτιο του 2024 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Γράφημα το φιλοσοφικό του διήγημα με τίτλο «Ο βράχος τού Σίσυφου». Πέραν των προσωπικών του έργων, συμμετείχε στις συλλογικές εκδόσεις ποίησης, τεχνοτροπίας δομημένου ρεαλισμού, «Βαρδάρης», «Δώδεκα ώρες στον ήλιο. Μακρόνησος, 1947-1957», «Άφησέ με νἂρθω μαζί σου: στο κατώφλι τής φυματίωσης. Σανατόριο Σωτηρία, 1902-1930», «Έξι χρόνια αρκετά, δε θα γίνουνε εφτά: Πολυτεχνείο 1973» και «Μάνα, κι αν έρθουν οι φίλοι μου – ριζίτικα της Κρήτης». Επίσης, συμμετείχε στους συλλογικούς τόμους πεζογραφίας «Κάποτε στην Ελλάδα» και «Πατησίων & Βερανζέρου γωνία: Αθήνα, 1960-1970», καθώς, και στον συλλογικό τόμο επιστημονικών δοκιμίων «Σώμα γυμνό», με θέμα την ποίηση και την ποιητική στο έργο τής Χλόης Κουτσουμπέλη. Για το σύνολο των διακρίσεων, το έργο και την ενεργή του παρουσία στα γράμματα, στη διανόηση και στη σύγχρονη πνευματική δραστηριότητα, το λογοτεχνικό περιοδικό τής Κεφαλλονιάς του απένειμε το ειδικό βραβείο πεζογραφίας «Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης». |
«Νυχτολόγιο» του Τάκη Σινόπουλου από τις εκδόσεις Κέδρος
Κριτικά σημειώματα, αυτοβιογραφικές καταχωρήσεις εν είδει ημερολογίου, μαρτυρίες τρίτων για το έργο του, ανέκδοτες λογοτεχνικές συναναστροφές, εργασιακά ντοκουμέντα και άλλα πολλά συνθέτουν τον μαγικό κόσμο του “Νυχτολογίου”
“ΧΡΟΝΙΑ τώρα. Κάθε πρωί ξυπνάω αρτιμελής και κάθε νύχτα κοιμάμαι ευνουχισμένος”.
“Πρέπει να πάψεις να φοβάσαι. Είναι απαράδεκτο να φοβάσαι. Υπάρχει τρόπος να ψάξεις, να καθορίσεις από πού κι από τι έρχεται αυτός ο φόβος. Ο φόβος είναι αθλιότητα, μην ξεπέφτεις εκεί. Πιάσε από την αρχή την γλώσσα σου. Κοίταξε τον τρόπο που εσύ την κάνεις να δουλέψει, να λειτουργήσει. Πως συνταιριάζεις τις λέξεις στη γλώσσα; Σε τι κανόνες, σε τι νόμους υπακούεις; Γιατί δεν γκρεμίζεις αυτό το καλοστημένο (ή δήθεν) γλωσσικό σου οικοδόμημα, γιατί δεν το ξαναφτιάχνεις από την αρχή, με άλλη γραμματική, με άλλη σύνταξη, με άλλες λέξεις, (ακόμα κι αυτό) άλλες σχέσεις, συναρτήσεις, δομές; Γιατί δέχεσαι υποταγμένος το κοινώς αποδεχτό νόημα, τη σημασία που σου έχει επιβληθεί αυτών ή εκείνων των λέξεων; Γιατί δεν τις τορπιλίζεις; Γιατί φοβάσαι; Δεν είναι αργά. Έτσι κι αλλιώς επικοινωνία δεν υπάρχει. Είναι απαράδεκτο να φοβάσαι”.
Ο Τάκης Σινόπουλος γεννήθηκε στην Αγουλινίτσα Ηλείας και βαφτίστηκε Πάικος. Το 1920 η οικογένεια του εγκαταστάθηκε στον Πύργο, όπου ο Σινόπουλος πέρασε τα μαθητικά του χρόνια. Το 1934 φεύγει για την Αθήνα για να σπουδάσει ιατρική. Την ίδια χρονιά δημοσιεύει και τα πρώτα του κείμενα, το ποίημα Προδοσία και το διήγημα Η εκδίκηση ενός ταπεινού, στην εφημερίδα του Πύργου Νέα Ημέρα, με το ψευδώνυμο Αργυρός Ρουμπάνης. Φοιτητής ακόμα, δημοσιεύει ποιήματα, πεζά, κριτικά σημειώματα και μεταφράσεις σε λογοτεχνικά περιοδικά της Αθήνας και της επαρχίας. Το 1937 μεταφράζει το έργο του Ανρύ ντε Μοντερλάν Ο σεβασμός του πρίγκιπα. Το 1941 επιστρατεύεται στο υγειονομικό σώμα. Στην Κατοχή, συνεχίζει την ίδια έντονη λογοτεχνική δραστηριότητα και λαμβάνει μέρος και σε ερασιτεχνικές θεατρικές παραστάσεις. Το 1943 δημοσίευσε στο ποίημα Νυχτερινό στα Πειραικά γράμματα. Φυλακίστηκε από τους ιταλούς ως αντιστασιακός, 1942 και στον Εμφύλιο πήρε μέρος ως γιατρός του πεζικού. Επέστρεψε στην Αθήνα το 1948 και από το 1949 άσκησε για πολλά χρόνια το επάγγελμα του παθολόγου. Η πρώτη του ποιητική συλλογή, Μεταίχμιο, εκδόθηκε το 1951 και οι περισσότερες συλλογές του κυκλοφόρησαν σε ιδιωτικές εκδόσεις. Στην πρώτη περίοδο του έργου του, 1940 1965 , κυριαρχεί ο στοχασμός και η περιγραφική διάθεση, μπροστά σε έναν κόσμο απονεκρωμένο, όπου βασιλεύει η φθορά, το κενό και ο θάνατος. Στη δεύτερη, ο ίδιος αυτός κόσμος περιγράφεται ειρωνικά και επιθετικά, ενώ το ύφος απλοποιείται στο έπακρο, αναζητώντας την απόλυτη γυμνότητα της λέξης, μόνη ικανή να αποτυπώσει τη γυμνότητα του ανθρώπου. Ο Σινόπουλος μετέφρασε επίσης Απολλιναίρ, Ελυάρ, Πάουντ, Τζαρά, Συπερβιέλ, κ.α. Συνεργάστηκε με τα έντυπα, Νέα Εστία, Κοχλίας, Μακεδονικά γράμματα, Αγλλοελληνικής επιθεώρηση, Μορφές, Επιθεώρηση τέχνης, Τραμ, Ενδοχώρα, Κριτική κ.α. Το 1966 και ως τη δικτατορία είχε εκπομπή στην ΕΙΡ. Πήρε μέρος στις αντιδικτατορικές εκδόσεις 18 Κείμενα και Κείμενα 1 και 2. Υπήρξε συνιδρυτής της αντιστασιακής Εταιρείας Μελέτης Ελληνικών Προβλημάτων και συνεργαζόταν στην στήλη της κριτικής ποίησης με το περιοδικό Συνέχεια. Ασχολήθηκε επίσης με τη ζωγραφική. Πέθανε στο Πύργο Ηλείας. |
«Neverhome» του Λερντ Χαντ από τις εκδόσεις Πόλις [μετάφραση Χρήστος Οικονόμου]
Σε μετάφραση του σπουδαίου Χρήστου Οικονόμου ο Λερντ Χαντ αφηγείται της ιστορία της νεαρής κι ατρόμητης Κόνστανς που πηγαίνει στον αμερικανικό εμφύλιο και ο σύζυγός της, Βαρθολομαίος περιμένει στο αγρόκτημά τους στην Ιντιάνα. Μια κοινωνικο-φιλοσοφική μυθιστορηματική πραγματεία, όπου η ποιητική διάθεση περισσεύει. Ο συγγραφέας αναπαριστά έναν κόσμο που η προσωπική μοίρα έχει μετατραπεί σε θέμα όχι θριάμβου ή ήττας αλλά αντοχής στις εμπειρίες. Οι ήρωες ταλαντεύονται ανάμεσα στο αρσενικό και το θηλυκό, ακόμη και η αμφίεση εξυπηρετεί αυτήν την εκδοχή. Καταλύει τις στερεοτυπικές εκφάνσεις της ανθρώπινης παρουσίας μορφάζοντας στο δεδομένο και το κοινωνικώς αποδεκτό. Άραγε γιατί πρέπει να είναι πάντα η Πηνελόπη που μένει πίσω;
«Ήμουν δυνατή, εκείνος όχι, έτσι ήμουν εγώ που πήγα στον πόλεμο για να υπερασπίσω τη Δημοκρατία».
Ο Laird Hunt γεννήθηκε το 1968 στη Σινγκαπούρη. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο της Ιντιάνα και στο Jack Kerouac School of Disembodied Poetics στο Naropa University. Σπούδασε επίσης Γαλλική Φιλολογία στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης. Εργάστηκε στο Γραφείο Τύπου του ΟΗΕ, δίδαξε δημιουργική γραφή στο Πανεπιστήμιο του Ντένβερ και σήμερα είναι καθηγητής στο Brown University. Είναι παντρεμένος με την ποιήτρια Eleni Sikelianos, απόγονο του Άγγελου Σικελιανού. Έχει δημοσιεύσει δέκα βιβλία, έχει μεταφράσει βιβλία από τα γαλλικά, ενώ άρθρα του έχουν δημοσιευτεί στις εφημερίδες New York Times, Washington Post, Wall Street Journal, Guardian, Irish Times και Los Angeles Times. Το Neverhome τιμήθηκε στη Γαλλία με το Μεγάλο Βραβείο Αμερικανικής Λογοτεχνίας. [Πηγή] |
«Κουνούπια» του William Faulkner από τις εκδόσεις Τηλέγραφος [μετάφραση Μαριάννα Παπουτσοπούλου]
Για πρώτη φορά μεταφρασμένο στα ελληνικά από έναν νέο, μάλιστα, εκδοτικό οίκο, τα “Κουνούπια” είναι αφιερωμένα στην πνοή του νεανικού έρωτα και της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Ο Φώκνερ ανοίγεται στο πρώτο του βιβλίο, με ιδιαίτερη τόλμη και λεπτότητα, στη θεματική του νεανικού έρωτα και της σεξουαλικότητας εν γένει. Το ύφος αυτού του έργου στο σύνολό του κάνει το βιβλίο αυτό να διαφέρει από τα επόμενα. Εδώ γίνονται για πρώτα φορά εμφανή: η γλώσσα του αμερικανικού νότου, η μαλλαρμεϊκή επιρροή αναζήτησης της λέξης και η ειρωνεία που σε κάποια σημεία γίνεται λόγος δηκτικός.
“Λοιπόν, είμαι σαν όλους εσάς τους άλλους αθάνατους: πρέπει κάπως να περνάω την ώρα μου ώστε να κερδίσω κάποια ιδέα για το πως θα περάσω στην αιωνιότητα”, απάντησε ο σημίτης άντρας.
Ο Γουίλιαμ Φώκνερ γεννήθηκε -ως William Cuthbert Falkner- στο New Albany κοντά στην Οξφόρδη της Πολιτείας του Μισισιπή το 1897. Παρόλο που ο προπάππος του ήταν συνταγματάρχης και σπουδαία φυσιογνωμία του αμερικανικού Νότου, ο Φώκνερ δεν έγινε δεκτός στο στρατό όταν η Αμερική μπήκε στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Λίγο αργότερα, κατάφερε να καταταγεί στην καναδική και, στη συνέχεια, στη βρετανική βασιλική αεροπορία, και μετά τον πόλεμο φοίτησε για ένα διάστημα στο Πανεπιστήμιο του Μισισιπή. Εγκατέλειψε τις σπουδές του -ήταν, εξάλλου, μετριότατος φοιτητής- και ασχολήθηκε με δουλειές του ποδαριού, ανάμεσά τους ένα βιβλιοπωλείο στη Νέα Υόρκη και μια μικρή εφημερίδα στη Νέα Ορλεάνη, όπου το 1924 ο φίλος του Φιλ Στόουν φρόντισε να εκδοθεί σε 1.000 αντίτυπα η συλλογή ποιημάτων του “The Marble Faun” (“Ο μαρμάρινος φαύνος”). Στη Νέα Ορλεάνη γνωρίστηκε με έναν κύκλο λογοτεχνών στον οποίο συμμετείχε ο Σέργουντ Άντερσον, που τον ενθάρρυνε να στραφεί στην πεζογραφία, κι έτσι γεννήθηκε το πρώτο του μυθιστόρημα, “Soldiers’ Pay” (“Η πληρωμή του στρατιώτη”), που εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο Boni and Liveright το 1926. Το 1929 παντρεύτηκε κι έπιασε δουλειά, νυχτερινή βάρδια, στην τροφοδοσία ενός τοπικού ηλεκτρικού σταθμού. Εκείνο το διάστημα, μέσα σε έξι βδομάδες του καλοκαιριού, από τα μεσάνυχτα ως τις τέσσερις το πρωί, γεννήθηκε το “As I Lay Dying” (“Καθώς ψυχορραγώ”), που κυκλοφόρησε την αμέσως επόμενη χρονιά (1930). Ακολούθησε το “Sanctuary” (“Άδυτο”, 1931) και κάποια σενάρια για το Χόλυγουντ (μεταξύ των οποίων το “Today we Live” του Χάουαρντ Χωκς, 1933, πάνω σ’ ένα δικό του διήγημα, και αργότερα οι διασκευές του “Μεγάλου ύπνου” του Ρ. Τσάντλερ, στην ομότιτλη μεταφορά με πρωταγωνιστές τον Χ. Μπόγκαρτ και τη Λ. Μπακόλ, καθώς και του “Να έχεις και να μην έχεις” του Χέμινγουεϊ), μια και οι πωλήσεις των βιβλίων του ήταν ασήμαντες. Αν και αναγνωρισμένος συγγραφέας, ο Φώκνερ πέρασε βασανισμένη ζωή βυθισμένος στον αλκοολισμό και την κατάθλιψη. Στον κόσμο του, παρά την επικέντρωση στον αμερικανικό νότο, η αφήγηση προσλαμβάνει οικουμενική σημασία ως στάση απέναντι στο ανθρώπινο πεπρωμένο και σε προβλήματα όπως οι φυλετικές διακρίσεις. Στα σημαντικότερα έργα του, που συχνά χαρακτηρίζονται από πειραματική γραφή, επηρεασμένη από την ευρωπαϊκή πρωτοπορία, συγκαταλέγονται και τα μυθιστορήματα “Mosquitos” (“Κουνούπια”), 1927, “Sartoris” (“Σαρτόρις”, με αρχικό τίτλο “Flags in the Dust”), 1929, “The Sound and the Fury” (“Η βουή και η μανία”), 1929, “Light in August” (“Φως τον Αύγουστο”), 1932, “Absalom, Absalom!” (“Αβεσσαλώμ, Αβεσσαλώμ!”), 1936, “The Wild Palms” (“Άγρια Φοινικόδενδρα”), 1939, “The Hamlet” (“Το χωριουδάκι” -πρώτο μέρος της τριλογίας των Snope), 1940, “Requiem for a Nun” (“Ρέκβιεμ για μια μοναχή”), 1951, “The Town” (“Η πόλη”), 1957 και “The Mansion” (“Το Μέγαρο”), 1959 -δεύτερο και τρίτο μέρος της τριλογίας των Snope-, “The Reivers” (“Οι κλέφτες”), 1961, καθώς και περισσότερες από 80 συλλογές διηγημάτων. Το 1949 τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, το 1955 με το National Book Award και με το Pulitzer Prize for fiction (για το μυθιστόρημα “A Fable”), το 1962 με το Χρυσό Μετάλλιο Λογοτεχνίας της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Γραμμάτων και -μετά θάνατον- για δεύτερη φορά με το Pulitzer Prize (για το μυθιστόρημα “The Reivers”). Το 1957 έγινε δεκτός από το Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια ως συγγραφέας διαμονής (writer-in-residence). Στο ίδιο Πανεπιστήμιο δώρισε το 1961 το προσωπικό του αρχείο για τη δημιουργία του William Faulkner Foundation. Πέθανε από ανακοπή καρδιάς στη Byhalia της Βιρτζίνια, το 1962, και τάφηκε στο κοιμητήριο της Οξφόρδης του Μισισιπή, Πολιτείας την οποία δεν εγκατέλειψε ποτέ στη ζωή του. [Πηγή] |
«Πριν χαθούν τα πουλιά» της Charlotte McConaghy από τις εκδόσεις Μεταίχμιο [μετάφραση Κλαίρη Παπαμιχαήλ]
Στο «Πριν χαθούν τα πουλιά» απεικονίζεται ένας κόσμος όπου τα ζώα έχουν εκλείψει κι η ξενάγηση γκρουπ τουριστών στα εναπομείναντα δάση αποτελεί καθημερινότητα. Ένας κόσμος όχι πολύ μακρινός από τον σημερινό που του ‘χουν μείνει ελάχιστα περιθώρια ουσιαστικής ενδοσκόπησης και οριστικών, για το καλό της γης, αποφάσεων. Το βιβλίο αυτό, λοιπόν, είναι μια ακόμη κραυγή διαμαρτυρίας, ένα παράθυρο επικοινωνίας με το κοντινό μας μέλλον. Μια συλλογή στοιχείων του τι θα αντιμετωπίσουμε οσονούπω.
«Βλέπω τις πατημασιές που ακολούθησε. Δεν ανήκουν σ’ εμένα, αλλά στη γυναίκα που μένει εντός μου, αυτή που θέλει τόσο πολύ την άγρια φύση ώστε κάθε βράδυ χώνεται κρυφά κάτω από το δέρμα μου. Αν δεν μπορεί να ζήσει στη φύση, έχω μερικές φορές την εντύπωση πως έχει στόχο τον θάνατο μου. Οτιδήποτε την απελευθερώνει».
«Η μαμά μου έλεγε παλιά να γυρεύω στοιχεία.
-Στοιχεία για ποιο πράγμα, ρώτησα την πρώτη φορά
-Για τη ζωή. Είναι κρυμμένα παντού»
Η Charlotte McConaghy (Σάρλοτ ΜακΚόναχι) είναι συγγραφέας βιβλίων επιστημονικής φαντασίας και fantasy. Έχει σπουδάσει σεναριογραφία στην Αυστραλία, και έχει βραβευτεί από την Εταιρεία Αυστραλών Συγγραφέων (Australian Writer’s Guild) για το σενάριό της με τίτλο Fury. Ζει στο Σίδνεϊ, όπου ασχολείται και με διάφορα τηλεοπτικά και κινηματογραφικά πρότζεκτ. Το Πριν χαθούν τα πουλιά είναι το πρώτο της βιβλίο ενηλίκων το οποίο προέκυψε από την αγάπη της συγγραφέα για την άγρια φύση και την ανησυχία της για την εξελισσόμενη εξαφάνιση των ειδών. [Πηγή] |
«Η Σιωπή» του Don DeLillo από τις εκδόσεις Gutenberg [μετάφραση Ζωή Μπέλλα]
“Ξεκίνησα από ένα όραμα που είχα με άδειους δρόμους στο Μανχάταν. Η αρχική ιδέα της σιωπής γιγαντώθηκε από πρόταση σε πρόταση, από το ένα κεφάλαιο στο άλλο”, λέει ο συγγραφέας.
Ο Ντελίλο πραγματεύεται την εξάρτηση μας από την τεχνολογία. «Τι συμβαίνει» διερωτάται ο αφηγητής « σε όσους ζουν μέσα από τα κινητά τους;». Άνθρωποι αποστερημένοι της τεχνολογίας παραιτούνται και πεθαίνουν, όχι έναν ατομικό αλλά ένα πολιτισμικό θάνατο, το τέλος του κόσμου, το τέλος της εποχής.
Ο Ντον ΝτεΛίλλο, από τους σημαντικότερους σύγχρονους συγγραφείς παγκοσμίως, γεννήθηκε το 1936 στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης. Έχει εκδώσει συνολικά δεκαέξι μυθιστορήματα και έναν τόμο με διηγήματα. Εξέδωσε το πρώτο του μυθιστόρημα, με τίτλο “Americana”, το 1971 και έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό με το μυθιστόρημα “Λευκός θόρυβος” που τιμήθηκε το 1985 με το αμερικανικό National Book Award. Τα έργα του έχουν τιμηθεί με πολυάριθμα βραβεία. Το “Ζυγός” βραβεύτηκε το 1989 με το Irish Times International Fiction Prize, το “Μάο ΙΙ” το 1992 με το PEN/Faulkner Award και ο “Υπόγειος κόσμος” απέσπασε το 2000 το William Dean Howells Medal της Αμερικανικής Ακαδημίας Γραμμάτων και Τεχνών που απονέμεται κάθε πέντε χρόνια στο κορυφαίο μυθιστόρημα της πενταετίας. Ο ΝτεΛίλλο είναι ο πρώτος Αμερικανός που τιμήθηκε το 1999 με το Jerusalem Prize για το σύνολο του έργου του, για το οποίο επίσης βραβεύτηκε το 2010 με το PEN/Saul Bellow Prize, το 2013 από τη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου με το Library of Congress Prize for American Fiction και το 2014 με το Norman Mailer Prize. Το 2015 τιμήθηκε με το National Book Awards Medal for Distinguished Contribution to American Letters για την εξέχουσα προσφορά του στα αμερικανικά γράμματα. [Πηγή] |
«Την Κυριακή έχουμε γάμο» του Γιάννη Ξανθούλη από τις εκδόσεις Διόπτρα
Η ιστορία τοποθετείται στις αρχές της δεκαετίας του πενήντα. Όλα ξεκινούν από το σήμερα για να χαθούν σε ένα αμφίσημο χθες με άλλα ακούσματα, γεύσεις και προσδοκίες. Μια χήρα με τον εντεκάχρονο γιο της ξεκινούν ένα ταξίδι από την Αθήνα στην Αλεξανδρούπολη, τότε που οι νότιοι τη θεωρούσαν «τέρμα Θεού». Στο ταξίδι που γίνεται για παραθεριστικούς λόγους, όπως ισχυρίζονται οι ήρωές, θα μπλεχτεί κι ένας επεισοδιακός απρόσμενος γάμος. Ένα βιβλίο που πριν λίγα χρόνια έγινε παράσταση και μέσα στη δεκαετή κυκλοφορία του συνεχίζει να μαγνητίζει τα βλέμματα των αναγνωστών.
“Η βροχή ξεφλούδιζε τα βρώμικα τζάμια του τρένου. Δαντέλες από σταγόνες και κατάλοιπα προηγούμενων αφρικανικών κόκκινων βροχών έδιναν μάχη επιβίωσης”.
Ο Γιάννης Ξανθούλης γεννήθηκε το 1947 στην Αλεξανδρούπολη, από γονείς πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης. Εκτός από μυθιστορήματα, έγραψε βιβλία και θεατρικά έργα για παιδιά, καθώς και θέατρο. Εργάστηκε ως δημοσιογράφος (είναι μέλος της ΕΣΗΕΑ) σε εφημερίδες και στο ραδιόφωνο. Ανάμεσα στα πιο γνωστά του μυθιστορήματα είναι: Το καλοκαίρι που χάθηκε στο χειμώνα, Το πεθαμένο λικέρ, Ο χάρτινος Σεπτέμβρης της καρδιάς μας, Το ροζ που δεν ξέχασα, Η εποχή των καφέδων, Οικογένεια Μπες-Βγες, Το τρένο με τις φράουλες, …ύστερα, ήρθαν οι μέλισσες, Ο Τούρκος στον κήπο, Το τανγκό των Χριστουγέννων, Ο θείος Τάκης, Του φιδιού το γάλα, Κωνσταντινούπολη – Των ασεβών μου φόβων, Η εκδίκηση της Σιλάνας, Δεσποινίς Πελαγία, Ο γιος του δάσκαλου, Την Κυριακή έχουμε γάμο, Εγώ, ο Σίμος Σιμεών, Ζωή μέχρι χθες και Ονειρεύτηκα τη Σανγκάη. Βιβλία του έχουν μεταφερθεί στη μεγάλη και τη μικρή οθόνη και έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Ζει στην Αθήνα. |
«Το παρτάλι» του Θεόδωρου Γρηγοριάδη από τις εκδόσεις Πατάκη
Θεσσαλονίκη, στα χρόνια της µεταπολίτευσης. Ένα αινιγµατικό γοητευτικό πλάσµα, µε παλιοµοδίτικα φορέµατα, περιφέρεται στα στενά του Βαρδαρίου. “Παρτάλι” τον φωνάζουν. Ποιος είναι; Ποιο είναι το παρελθόν του; Κανείς δεν ξέρει κι όλοι θέλουν να µάθουν. Ο Μανουήλ και ο Μάικ, φοιτητές της Φιλοσοφικής Σχολής, σαγηνευµένοι, εισβάλλουν ριψοκίνδυνα στη ζωή του…
Ερµηνεύουν µε τον τρόπο τους την περιπέτειά του, µάλιστα κάποιοι τον υποδύονται. Στην πραγµατικότητα, όµως, το Παρτάλι είναι εκείνο που εισβάλλει στη ζωή των άλλων και τους παγιδεύει. Τίποτα δεν είναι αυτό που φαίνεται. Το Παρτάλι δεν είναι το “κοριτσάκι” της Κατοχής ούτε η drag queen της Νέας Υόρκης. Κρύβονται πολλά ακόµη µυστικά στους ξεφλουδισµένους τοίχους του ξενοδοχείου Λιµάνι.
Το “Παρτάλι” είναι ένα βιβλίο συγκινητικό και ανθρώπινο, µυστηριώδες και τολµηρό, µε ζωντανούς και σχεδόν παραµυθένιους χαρακτήρες και µε απρόβλεπτες καταστάσεις. Το Παρτάλι ως ήρωας του βιβλίου είναι η περίτρανη απόδειξη ότι τίποτα δεν είναι προφανές.
“Έγειρε πάνω από τα κάγκελα της ταράτσας και άπλωσε τα χέρια του, πτερύγια πίστης και αυτοπεποίθησης. Σαν αεράκι βρέθηκε να πετάει, παρακάμπτοντας κτίρια, στέγες, ταράτσες, δρομάκια και γειτονιές. Πετούσε χαλαρά πάνω από την πόλη, όπως οι φιγούρες στους πίνακες του Σαγκάλ, ώσπου προσγειώθηκε στην ταράτσα του Πύργου του Λιμανιού….”.
Ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης γεννήθηκε στο Παλαιοχώρι Παγγαίου Καβάλας το 1956. Σπούδασε Αγγλική Φιλολογία στο Πανεπιστήµιο της Θεσσαλονίκης και δίδαξε αγγλικά στη δηµόσια εκπαίδευση. Έχει γράψει δώδεκα µυθιστορήµατα, τέσσερις συλλογές διηγηµάτων, µία νουβέλα, ένα αφήγηµα και έναν σκηνικό µονόλογο. Η Ζωή µεθόρια τιµήθηκε µε το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήµατος 2016. Το Τραγούδι του πατέρα βραβεύτηκε το 2019 µε το Βραβείο «Νίκος Θέµελης» του λογοτεχνικού περιοδικού Ο αναγνώστης και η Νοσταλγία της απώλειας µε το Βραβείο Διηγήµατος του ίδιου περιοδικού το 2023. Το µυθιστόρηµα Αλούζα, χίλιοι και ένας εραστές µεταφράστηκε στα αραβικά (2017), η συλλογή διηγηµάτων Γιατί πρόδωσα την πατρίδα µου στα δανέζικα (2021) και η συλλογή διηγηµάτων Η νοσταλγία της απώλειας στα γαλλικά (2024). Είναι µέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. |
«Κόκκινο νήμα» της Μαρίας Καραθανάση από τις Εκδόσεις Υψικάμινος
Η πρώτη ποιητική συλλογή τής Μαρίας Καραθανάση με τίτλο “Κόκκινο νήμα. Σέρρες, βουλγαρική κατοχή, 1906-1918” είναι προϊόν πολύμηνης εργασίας στα Γενικά Αρχεία τού Κράτους, με εξαντλητική μελέτη των πηγών και την ποιητική προσαρμογή τους στην τεχνοτροπία τού δομημένου ρεαλισμού που αναπαριστά πτυχές τής πραγματικότητας με τρόπο άμεσο και δεικτικό.
Η Μαρία Καραθανάση γεννήθηκε στις Σέρρες και μεγάλωσε στο βιβλιοπωλείο που διατηρούσαν οι γονείς της στην πόλη, για σαράντα περίπου χρόνια. Σπούδασε στο τμήμα Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Φιλοσοφίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη Διοίκηση Πολιτισμικών Μονάδων. Σήμερα διδάσκει στο 5ο ΓΕ.Λ. Σερρών, είναι Γ. Γ. στην ΕΛΜΕ Σερρών, Αντιπρόεδρος στο Κ.Π. ΟΑΣΙΣ και τακτικό μέλος του Φιλολογικού Ομίλου Ελλάδας. Συμμετέχει ενεργά στα πολιτιστικά δρώμενα της πόλης και ασχολείται με τη λογοτεχνία. Διδάσκει δημιουργική γραφή στους μαθητές της. Ποιήματά της έχουν δημοσιευτεί σε έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά. Συμμετείχε σε συλλογικούς τόμους ποίησης «Βαρδάρης», «Άφησέ με να ’ρθω μαζί σου», «Σιδηρά βελόνη στην ουρήθρα», «Μάνα, κι αν έρθουν οι φίλοι μου», ενώ διηγήματά της περιλαμβάνονται στις συλλογές διηγημάτων «Κάποτε στην Ελλάδα» και «Πατησίων και Βερανζέρου γωνία». Το «Κόκκινο νήμα» είναι η πρώτη της ποιητική συλλογή. |
«Αίθουσα των χαμένων βημάτων» της Λένιας Ζαφειροπούλου από τις εκδόσεις Πόλις
Η Αίθουσα των Χαμένων Βημάτων δεν περιγράφει τους σοβιετικούς διωγμούς του ’30 ούτε τους ποιητές: χρησιμοποιεί τις μορφές τους ως αρχέτυπα. Καθαρότητα στην περιγραφή, ακριβής αντίληψη του ιστορικού και πνευματικού παρελθόντος μέσω μιας ιλιγγιώδους αίσθησης της μουσικής και της αναπαραστατικής τέχνης.
18
Όταν πρωτοανέβηκες στον άμβωνα της δυστυχίας,
άρχισες να κηρύττεις ασυγκράτητος
μπροστά στα δακρυσμένα μάτια των θεατών.
Ελλείψει μαυροπίνακα
σημείωσες στο σώμα σου:
“Το Σθένος”, είπες, “δεν είναι δα και τόσο άχρηστο νόμισμα, όλο και κάτι κερδίζεις με αυτό”.
Τι κέρδισες λοιπόν πέρα απ’ την ατελείωτη ορθοστασία
πάνω στον ίδιο ετούτο άμβωνα;
(Στο ένα γόνατο έπεφτες σπάνια και μοναχά
για να ελέγξεις τα κορδόνια στα αθλητικά παπούτσια σου.)
Έκανες και το λάθος στα τελευταία σου γενέθλια
να εγείρεις πρόποση στους θεατές με κώνειο αντί σαμπάνιας.
Τα πόδια σου ήδη δεν νιώθουν την κούραση, σε λίγο ούτε η μέση.
Τα μάτια όλων έχουν στεγνώσει από καιρό.
Γλιστράνε τα βιτρό στο δάπεδο, στους τοίχους σκαρφαλώνουν, πέφτει νύχτα.
Αν δεν αποφασίσεις να γκρεμιστείς από ’κεί πάνω,
θα γίνεις μόνιμο ανθρωπόμορφο
στολίδι του Καθεδρικού.
Και τα αγάλματα δεν έχουνε φωνή.
«Η αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα» της Άλκης Ζέη από τις εκδόσεις Μεταίχμιο
Με αιφνιδιαστικά καθαρό βλέμμα και κρυστάλλινη διαύγεια, η Ελένη, η γήινη αρραβωνιαστικιά του καπετάνιου Αχιλλέα, που έφτασε στα πέρατα της γης, ως την Τασκένδη, για να σμίξει μαζί του, ανακαλεί το παρελθόν της. Πετράδι πετράδι συνθέτει το ψηφιδωτό της σημαντικότερης τριακονταετίας (’40-’70) της Ελλάδας, ξύνοντας παλιές και νεότερες πληγές που άφησαν ανεξίτηλα σημάδια σε ψυχές και σώματα.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο βασιλιάς, η δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά, ο ελληνοϊταλικός πόλεμος, η Αντίσταση και ο Εμφύλιος γίνονται ο καμβάς της συγγραφικής της παρακαταθήκης. Ένας από τους πιο όμορφους συγκερασμούς μύθου και ιστορίας. Μια γραφή διαχρονική που συγκινεί ακόμη και τις πιο νέες γενιές.
“Κανείς από τη γενιά μας δεν πρόλαβε. Μας προλάβαιναν άλλα. Πόλεμος, Δεκέμβρης, εμφύλιος, δικτατορία. Όλο τα παλιά θυμόμαστε. Μας βαριούνται. Δεν λέμε να τα ξεχάσουμε, είναι όλη μας η ζωή. Πόσες φορές είπαμε να τη φτιάξουμε από την αρχή! Δεν είναι το κουράγιο που μας έλειψε…”
Η Άλκη Ζέη (15 Δεκεμβρίου 1923 – 27 Φεβρουαρίου 2020) γεννήθηκε στην Αθήνα. Ο πατέρας της καταγόταν από την Κρήτη και η μητέρα της από τη Σάμο όπου πέρασε τα πρώτα παιδικά της χρόνια. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών και εντάχθηκε στην ΕΠΟΝ, παρακινούμενη από την Διδώ Σωτηρίου. Ενώ φοιτούσε στη δραματική σχολή το 1943 γνώρισε τον μελλοντικό της σύζυγο, θεατρικό συγγραφέα Γιώργο Σεβαστίκογλου (1913-1990), με τον οποίο παντρεύτηκε το 1945. Το 1948, ύστερα από την ήττα του Δημοκρατικού Στρατού στον Εμφύλιο, ο σύζυγός της διέφυγε στην Τασκένδη. Η Ζέη προσπάθησε να τον ακολουθήσει αλλά τη συνέλαβαν και την εξόρισαν στη Χίο λόγω των πολιτικών της πεποιθήσεων. Ύστερα από προσπάθειες έξι ετών, και αφού έμεινε για καιρό στην Ιταλία, το 1954 επανασυνδέθηκε με τον σύζυγο της στην Τασκένδη. Το 1957 μετακόμισαν στη Μόσχα, όπου σπούδασε στο τμήμα σεναριογραφίας του Ινστιτούτου Κινηματογράφου της Μόσχας και απέκτησε δύο παιδιά, την Ειρήνη που εργάζεται ως διερμηνέας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τον Πέτρο που είναι σκηνοθέτης του κινηματογράφου και εργάζεται στην Ελλάδα. Το 1964 επέστρεψε στην Ελλάδα για να ξαναφύγει πάλι το 1967, με την κήρυξη δικτατορίας -αυτή τη φορά για το Παρίσι- και να επιστρέψει οριστικά όταν έπεσε η απριλιανή χούντα. Όπως περιγράφει γλαφυρά στο αυτοβιογραφικό βιβλίο της “Με μολύβι φάμπερ νούμερο 2”, ασχολήθηκε από μικρή με το γράψιμο ενώ στις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου άρχισε να γράφει για το κουκλοθέατρο. Μαθήτρια ακόμα, έγραψε μια σειρά διηγημάτων που δημοσιεύτηκαν στο περιοδικό “Νεανική Φωνή”, περιοδικό για νέους που ανάμεσα στους συνεργάτες του συγκαταλεγόταν ο Τάσος Λιγνάδης και ο Μάριος Πλωρίτης. Κατά την παραμονή της στη Σοβιετική Ένωση, έγραψε διηγήματα που τα έστειλε στην Ελλάδα και δημοσιεύτηκαν στην “Επιθεώρηση Τέχνης” και αργότερα εκδόθηκαν σε βιβλίο με τίτλο “Αρβυλάκια και γόβες”. Πρώτο της μυθιστόρημα, εμπνευσμένο από τα παιδικά της χρόνια στη Σάμο, ήταν το “Καπλάνι της βιτρίνας”. Το “Καπλάνι” εκδόθηκε για πρώτη φορά από τον εκδοτικό οίκο Θεμέλιο και ύστερα από τον Κέδρο, μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες και έγινε η πρώτη της μεγάλη συγγραφική επιτυχία. Ακολούθησαν, όλα από τον Κέδρο, “Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου”, “Κοντά στις ράγες”, “Ο θείος Πλάτων”, “Μια Κυριακή του Απρίλη”, “Τα παπούτσια του Αννίβα”, “Η μωβ ομπρέλα”, που αγαπήθηκαν από τα παιδιά στην Ελλάδα και το εξωτερικό. “Το Καπλάνι της Βιτρίνας”, “Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου” και το “Κοντά στις ράγες” βραβεύτηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες με το Βραβείο Μίλντρεντ Μπάτσελντερ 1974,1974 και 1976, που δίνεται στο καλύτερο μεταφρασμένο παιδικό βιβλίο. Στον Κέδρο εξέδωσε το 1987 το πρώτο της μυθιστόρημα για ενηλίκους, την “Αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα”, που επίσης αγαπήθηκε πολύ και πούλησε περισσότερα από 135.000 αντίτυπα. Μετέφρασε βιβλία από τα ιταλικά, τα γαλλικά και τα ρωσικά. Έγραψε επίσης δύο θεατρικά έργα για παιδιά, τον “Κεραμυδοτρέχαλο” και τον “Βασιλιά Ματία τον Πρώτο”. Το 1992 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Παιδικής Λογοτεχνίας, το 2002 με το βραβείο Giuseppe Acerbi (Καστέλ Γκοφρέντο, Ιταλία) για την “Αρραβωνιαστικιά του Αχιλλέα”, το 2003 με το βραβείο Εφηβικού Βιβλίου του περιοδικού “Διαβάζω” για το βιβλίο της “Η Κωνσταντίνα και οι αράχνες της” και το 2010 με το βραβείο του Ιδρύματος Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου της. Το 2008 ήταν υποψήφια για το διεθνές βραβείο παιδικής λογοτεχνίας Άστριντ Λίντνγκρεν. Το 2012 αναγορεύθηκε επίτιμη διδάκτορας της Σχολής Κοινωνικών Επιστημών και Επιστημών Αγωγής του Πανεπιστημίου Κύπρου και το 2015 επίτιμη διδάκτορας της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Πατρών. Τα τελευταία βιβλία της, όλα με μεγάλη επιτυχία, ήταν “Ο ψεύτης παππούς” (2017), που έγινε σειρά στην τηλεόραση, “Πόσο θα ζήσεις ακόμα, γιαγιά;” (2017), “Η βιβλιοθήκη της Άλκης Ζέη” (2018) και “Ένα παιδί από το πουθενά” (2019). Έφυγε από τη ζωή “πλήρης ημερών” το βράδυ της 27 Φεβρουαρίου 2020, σε ηλικία 96 ετών. |
«Το τελευταίο φως» της Ιφιγένειας Τέκου από τις εκδόσεις Ψυχογιός
Μια αναπάντεχη κληρονομιά, μια φωτογραφία και ένα κλειδί θα οδηγήσουν τη Μαρίνα και την κόρη της σε έναν πύργο στη Μάνη. Από τη στιγμή που μετακομίζουν εκεί συμβαίνουν διάφορα τρομακτικά και ανεξήγητα περιστατικά. Ποιο διαταραγμένο μυαλό κρύβεται στις σκιές;
Στην προσπάθειά της να βρει μια άκρη, η Μαρίνα έρχεται αντιμέτωπη με αλήθειες από το παρελθόν… τότε που δυο κορίτσια, η Σεμέλη και η Ισμήνη, έκαναν μια επώδυνη συμφωνία.
“…και ξαφνικά τίποτα. Μια διαρκής εναλλαγή ανάμεσα στη δράση και την αδράνεια. Δράση αδράνεια. Ένα εκκρεμές δίχως σταματημό”.
Η Ιφιγένεια Τέκου γεννήθηκε και μεγάλωσε στις όμορφες γειτονιές της Άνω Κυψέλης. Σπούδασε Γαλλική Φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και αργότερα πήρε μεταπτυχιακό τίτλο από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών στη Διοίκηση Επιχειρήσεων. Εργάστηκε ως διοικητική υπάλληλος για αρκετά χρόνια σε διάφορες πολυεθνικές εταιρείες, έκανε μεταφράσεις και ιδιαίτερα μαθήματα σε παιδιά. Το πρώτο της βιβλίο κυκλοφόρησε το 2014 από τις εκδόσεις Κέδρος με τίτλο “Μνήμες χαμένες στην άμμο”. |
0