“Ο συγγραφέας είναι μηχανικός των ανθρώπινων ψυχών“, έλεγε ο Μαξίμ Γκόρκι και σίγουρα ένας συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας βουτά στη ψυχοσύνθεση των ηρώων του για να δημιουργήσει  ένα άρτιο λογοτεχνικό οικοδόμημα.

 

Ο Αντώνης Γκόλτσος γεννήθηκε στην Αθήνα και είναι απόφοιτος της Νομικής Αθηνών με μεταπτυχιακές σπουδές στη Διοίκηση Επιχειρήσεων (Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου). Εργάστηκε στον τραπεζικό τομέα, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Από τον Απρίλιο του 2007 συντονίζει τη Λέσχη Αστυνομικής Λογοτεχνίας των εκδόσεων Μεταίχμιο.

Παράλληλα είναι ιδρυτικό μέλος της Ελληνικής Λέσχης Συγγραφέων Αστυνομικής Λογοτεχνίας (ΕΛΣΑΛ – 2010). Επίσης επιμελήθηκε τον τόμο διηγημάτων “Το τελευταίο ταξίδι – Έντεκα νουάρ ιστορίες” που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μεταίχμιο το 2009, δημοσιεύοντας εκεί το πρώτο του διήγημα με τίτλο «Δεν είναι έτσι, αν έτσι νομίζετε» μαζί με το προλογικό κείμενο «Λέω, λες, λέει: “Αστυνομική Λογοτεχνία” – Εννοούμε το ίδιο;». Επιμελήθηκε ακόμη τη συλλογή διηγημάτων “Είσοδος κινδύνου” (εκδ. Μεταίχμιο, 2011 – πρώτη εκδοτική προσπάθεια της ΕΛΣΑΛ), όπου συμπεριλαμβάνεται το διήγημά του «Το σκοτάδι μόλις πριν από τους λόφους».

Το διήγημά του «Καφενείον “Των φιλάθλων”» δημοσιεύτηκε στη συλλογή διηγημάτων “Η επιστροφή του αστυνόμου Μπέκα” (εκδ. Καστανιώτης, 2012), ενώ επιμελήθηκε τη συλλογή διηγημάτων “Σκοτεινές υποθέσεις” (εκδ. Κύφαντα, 2018), όπου και το διήγημά του «Η επιστροφή ή Το τέρας στο πατάρι». “Ο Οδηγός φόνων” (2019) είναι το δεύτερο μυθιστόρημά του στις εκδόσεις Μεταίχμιο, μετά την ξεχωριστή “Αφιέρωση” (2016). Τέλος τον Νοέμβριο του 2019, η νουβέλα του “Ο βιγλάτορας”, κέρδισε το Γ’ Βραβείο Νουβέλας, στον Διεθνή Λογοτεχνικό Διαγωνισμό του Ομίλου για την UNESCO Τεχνών, Λόγου & Επιστημών Ελλάδος”.

 

– Σας καλώς ορίζω κ. Γκόλτσο στο The Book.Gr, τη διαδικτυακή πύλη του βιβλίου. Είναι χαρά μας να υποδεχόμαστε έναν μετρ της αστυνομικής λογοτεχνίας

– Ευχαριστώ για την πρόσκλησή σας. Είναι και δική μου χαρά να μιλήσουμε για το είδος που και οι δύο αγαπούμε, όχι, βέβαια, με την ιδιότητα ενός “μετρ της αστυνομικής λογοτεχνίας” (πόσοι θα τιμούσαν τον όρο;)  αλλά ως θεράποντας του είδους, εκ των ταπεινοτέρων.

 

 

  1. Το τελευταίο σας βιβλίο «Οδηγός φόνων» κυκλοφόρησε πριν λίγους μήνες από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Μιλήστε μας γι’ αυτή τη συγγραφική περιπέτεια. Ποια η αφόρμηση του συγκεκριμένου βιβλίου;

Να αρχίσω από τον όρο που χρησιμοποιείτε: η «αφόρμηση» – εκ του «αφορμώμαι» (ξεκινώ, αρχίζω από) – υπήρξε, ουσιαστικά …μία φράση. Είχα πει και σε παλαιότερη συνέντευξη ότι την εκκίνηση έδωσε η ακροτελεύτια πρόταση, «Εσύ και ο Καπαμπλάνκα», του Philip Marlowe, εμβληματικού ήρωα του Raymond Chandler στο «Ψηλό παράθυρο» («The high window»). Ήθελα έναν μύθο, που θα ξεκινούσε, που θα εξελισσόταν και που θα κατέληγε σε μία ισότιμη φράση∙ και είχα επίσης πει ότι, αυτό, μπορεί να ακούγεται εκκεντρικό, αλλά ότι θα ήταν αναληθές αν «πρότεινα» ένα άλλο σημείο εκκίνησης.

Στο πλαίσιο της «αφόρμησης», να επαναλάβω και ότι με ενδιέφερε επίσης μία ιστορία μέσα στην ιστορία, όχι με την έννοια της παράλληλης ιστορίας, αλλά με αυτήν της συνάφειας δύο διαδρομών, όπου η μία θα περιείχε την άλλη, η μία θα υπεδείκνυε την άλλη.

 

 

  1. Ο πρωταγωνιστής σας δημιουργεί έναν λαβύρινθο στον οποίο τελικά παγιδεύεται. Ο σύγχρονος άνθρωπος, κατ’ επέκταση, με ποια εχέγγυα μπορεί να απεγκλωβιστεί από τους λαβυρίνθους στους οποίους εγκλωβίζεται;

Με ποια εχέγγυα μπορεί κανείς να απεγκλωβιστεί από τους λαβυρίνθους; Δεν υπάρχει κανένα εχέγγυο. Απλά, γιατί ο εγκλωβισμός στον μαίανδρο ή στον λαβύρινθο είναι το αποτέλεσμα, η συνέπεια του τρόπου σκέψης του παγιδευμένου. Δεν έλκει ο λαβύρινθος. Είναι, απλά, εκεί, και περιμένει. Εσύ, καταλήγεις να μπεις∙ πιο σωστά, εσύ περνάς το κατώφλι, ως συνέπεια του τρόπου που σκέφτεσαι και που αποφασίζεις.

Ο Αλκιβιάδης Πικρός, ο 35χρονος ήρωάς μου, συγγραφέας αστυνομικής λογοτεχνίας ο ίδιος, υποχρεώνεται να ακολουθήσει τη λογική των «ειδικών» της Δίωξης. Ανεξάρτητα από την πατρότητα των αποφάσεων, που δεν είναι δική του, ο ίδιος υποχρεώνεται να ακολουθήσει. Και εγκλωβίζεται στον λαβύρινθο. Για να αποδειχθεί πως είχε δίκιο ο ανώτερος αξιωματικός της αστυνομίας, όταν, τελικά, υποδεικνύει ότι «…ο Πικρός έρχεται από αλλού. Διαβάζει ανάποδα. Σκέφτεται αλλιώς. Οι προτεραιότητές του είναι άλλες…» (σελ. 335).

Μοιάζει να ενοχοποιούμε συστηματικά τις συνθήκες, κοινωνικές, οικονομικές και άλλες, που μας επέβαλαν τον λαβύρινθο και το συνακόλουθο αδιέξοδο. Είναι όμως βέβαιο, πως έχουμε εξαντλήσει τα περιθώρια αυτενέργειας, ή ότι έχουμε τολμήσει την «άλλη» μέθοδο, τον διαφορετικό τρόπο σκέψης και πράξης, έξω και πέρα από το επαναλαμβανόμενο, το γνωστό, το βολικό;

 

 

  1. Ποια είναι η πιο σκοτεινή ιστορία των πρώτων σας χρόνων που είδατε στις εφημερίδες και σας άφησε ενεό;

Μικρό παιδί θυμάμαι να συζητούν στην οικογένειά μου, την περίφημη υπόθεση της Σπυριδούλας. «Περίφημη», κατ’ ευφημισμό. Αφού επρόκειτο για το «σιδέρωμα» μιας δεκάχρονης υπηρέτριας από το ζεύγος Βεϊζαδέ, στον Πειραιά του 1953. Ήταν, θυμάμαι, η ανακάλυψη, από ένα μάλλον εσωστρεφές και ήρεμο παιδί, τον Αντώνη των 8 ετών, μιας διάστασης της ανθρώπινης φύσης που δεν γνώριζε, που ούτε καν υποψιαζόταν.

Να σημειωθεί ότι, για αρκετά χρόνια μετά, αναφερόταν ο όρος «Βεϊζαδεϊσμός», που, μπορεί να μην περιβλήθηκε τον επιστημονικό εγκληματολογικό τύπο, αλλά που εμφανιζόταν, περιοδικά, στον καθημερινό Τύπο.

 

 

  1. «Οψέ θεών αλέουσι μύλοι, αλέουσι δε λεπτά», λέει μια αρχαιοελληνική παροιμία. Πιστεύετε πως το δίκαιο, σε όποιες υποκειμενικές κρίσεις μπορεί να περιέλθει η έννοια, έρχεται πάντα στο φως για να φωτιστεί η αλήθεια;

«Αργά αλέθουν οι μύλοι των θεών, αλέθουν όμως τέλεια», λέγεται για όσους τιμωρούνται για τα λάθη τους με μεγάλη καθυστέρηση. Αν το δίκαιο ερχόταν, πάντα και έγκαιρα στο φως, οι περιπτώσεις αυτοδικίας, αιτίας γενεσιουργού  εγκλημάτων, θα περιορίζονταν, αν όχι στο ελάχιστο, πάντως σημαντικά. Και να επανέλθω στο κοινότοπο: πώς ορίζονται το «δίκαιο» και η «αλήθεια»; Η αυτονόητη απάντηση: από τον νόμο. Όμως ο νόμος – όσο απαραίτητος – αποτελεί ανθρώπινη κατασκευή∙ που καλούνται να εφαρμόσουν, άνθρωποι. Πράγμα που, εξ ορισμού, σημαίνει προϊόν ατελές, και στην κατασκευή και στην εφαρμογή του. Και στις γκρίζες ζώνες τού τι συνιστά «αλήθεια», ο άνθρωπος θα κινείται ανεξέλεγκτα, ή αλλιώς, εκτός νόμου∙ αλλά, συχνά, και εκτός λογικής, όπως αυτή τουλάχιστον ορίζεται από τον νόμο.

Πίσω, στα λημέρια της αστυνομικής λογοτεχνίας, το «φως για να φωτιστεί η αλήθεια» είναι ένα φως σε διάθλαση. Και είναι φυσικό αυτό, αφού πρόκειται για ενέργειες – εγκληματιών, οργάνων του νόμου, απλών πολιτών – υπό καθεστώς έντονης κοινωνικής, οικονομικής ή άλλης, πίεσης∙ όπου ένας έκαστος είναι φορέας της δικής του «αλήθειας».

 

 

  1. Ποια πιστεύετε πως είναι η «Ραδαμάνθυος κρίσις» απέναντι στην αστυνομική λογοτεχνία που την τελευταία δεκαετία δεσπόζει στην εκδοτική παραγωγή;

Αναζητώντας τη σοφή και δίκαιη κρίση (Ραδαμάνθυς, ο αδελφός του Μίνωα και δικαστής των νεκρών στον Άδη) σχετικά με την αστυνομική λογοτεχνία, μπλέκουμε! Και η πρώτη δυσκολία συναντάται στο τι συνιστά «αστυνομική λογοτεχνία», που, στην ξενόγλωσση εκφορά του όρου, μπορεί να είναι «crime fiction», «detective story», «thriller», «noir», ή και άλλα, ων ουκ έστιν αριθμός! Αλλά, για την οικονομία του λόγου, ας θεωρήσουμε τα προηγούμενα ως υποείδη της γενικότερης οικογένειας της αστυνομικής λογοτεχνίας. Και, εφόσον αναφέρεστε στην εκδοτική παραγωγή, να εστιάσουμε στη σύγχρονη αστυνομική λογοτεχνία.

Τι συνιστά, λοιπόν, «σοφή και δίκαιη κρίση» απέναντι στο είδος, στη σύγχρονη εκδοχή του; Νομίζω – αρκετά γενικόλογα – πως αν το είδος «δεσπόζει στην εκδοτική παραγωγή» είναι γιατί ο σύγχρονος αναγνώστης επιθυμεί, πέρα από την καθαρά «αστυνομική» διάσταση του μύθου, και την πολιτική, την κοινωνική, την πολιτισμική διάσταση, παραμέτρους που η σύγχρονη εκδοτική παραγωγή του είδους, ικανοποιεί, στη συντριπτική πλειοψηφία των εκδιδόμενων έργων. Τώρα, πόσο καλά το κάνει; Πόσο καλά ή σωστά, η σοφή και δίκαιη κρίση θεωρεί ότι η σύγχρονη εκδοτική παραγωγή υπηρετεί το είδος;

Προσωπικά, πιστεύω πως η εκδοτική επιτυχία της αστυνομικής λογοτεχνίας των ημερών μας δεν είναι αποτέλεσμα της σοφής και δίκαιης κρίσης ότι το είδος υπηρετείται σωστά. Για δύο λόγους: α. επειδή ο όρος «αστυνομική λογοτεχνία» είναι όρος σύνθετος, από το «αστυνομική» και το «λογοτεχνία», και η σύγχρονη εκδοτική παραγωγή, κατά κανόνα, ικανοποιεί το «αστυνομική», ενώ, κατά κανόνα, αγνοεί το στοιχείο «λογοτεχνία», εθίζοντας τον αναγνώστη σε κείμενα που φλερτάρουν με το ευτελές (έχει ακουστεί η θεωρία ότι, «εγώ, όταν διαβάζω αστυνομικό, δεν με ενδιαφέρει το λογοτέχνημα»), και β. επειδή η παρατηρούμενη έμφαση στην παρουσία των κοινωνικών και άλλων μη «αστυνομικών» παραμέτρων, οδηγεί συχνά, πολύ συχνά, στην αποδυνάμωση, την απίσχνανση, του καθαρά «αστυνομικού» προφίλ του μύθου.

Και μένω με την εντύπωση ότι, για αρκετά χρόνια ακόμη, η εκδοτική δραστηριότητα, και οι εξ αυτής αναγνωστικές προτιμήσεις, θα βρίσκεται σε αναζήτηση της σχετικής ισορροπίας.

 

 

  1. Λέσχη Αστυνομικής Λογοτεχνίας των εκδόσεων “Μεταίχμιο”. Μιλήστε μας για την πάνω από μια δεκαετία προσφορά σας στον συντονισμό της.

Την Πέμπτη, 05 Δεκεμβρίου 2019, ή λίγα 24ωρα πριν, είχαμε την 141η (μηνιαία) Συνάντηση της Λέσχης Αστυνομικής Λογοτεχνίας του Μεταίχμιο, που συντονίζω από τον Απρίλιο του 2007. Στη Λέσχη αυτή των 105 μελών – άνω του 85% τα γυναικεία μέλη της – των 180 βιβλίων και των περίπου 1500 σελίδων κριτικών σημειώσεων και που έχει γίνει αντικείμενο τριών μεταπτυχιακών εργασιών, παρακολουθούμε και συζητούμε τα κλασικά, όπως και τα νέα ρεύματα της αστυνομικής λογοτεχνίας, με την παρουσία των Ελλήνων συγγραφέων ή των μεταφραστών των ξένων έργων.

Ο συντονισμός των Συναντήσεων, με 25-30 μέλη παρόντα, κατά Συνάντηση, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, αφού οι ηλικίες και οι προτιμήσεις, κατά Σχολή, διαφέρουν σημαντικά. Υπάρχουν όλες οι …προδιαγραφές κακοφωνίας, που, όμως, κατά κανόνα, εξαντλούνται στην πολυφωνία! Λέω, κατά κανόνα! Μετά από τόσες Συναντήσεις, παρατηρείται η «ένταξη» μελών σε συγκεκριμένες Σχολές, πράγμα το οποίο, εκτός του ότι προσθέτει παραγωγική ένταση στις συζητήσεις, επιτρέπει τη συγκριτική εξέταση και ανάλυση του συγγραφικού ύφους των επί μέρους Σχολών, στοιχείων πολύτιμων στην εξαγωγή συμπερασμάτων.

Και αφού καλούμαι να απαντήσω στην ερώτηση, σχετικά με την προσφορά μου στον συντονισμό της Λέσχης, θα σας έλεγα – αλλά ας μείνει μεταξύ μας…- ότι υποψιάζομαι πως, αν με αποδέχονται, τόσα χρόνια, ως συντονιστή, δεν είναι τόσο στο επίπεδο γνώσεων (υπάρχουν μέλη απίστευτης γνώσης) όσο βάσει της απόδοσής μου στον ρόλο του ειρηνοποιού…

 

 

  1. Η θητεία σας στον τραπεζικό τομέα άφησε πιθανώς κατάλοιπα στη λεπτολόγο διατύπωση μιας φράσης στα κείμενα σας;

Λογικά, ναι. Αν και τα τελευταία αρκετά χρόνια της τραπεζικής μου θητείας, έκανα περισσότερο διαπραγμάτευση, παρά κλασική τραπεζική. Νομίζω, όμως, ότι είναι η αστυνομική λογοτεχνία που προσφέρεται, αν δεν επιβάλλει, την ακρίβεια∙ δεν κάνουμε λογοτεχνία του φανταστικού ή του μεταφυσικού.

Ο αστυνομικός μύθος υπακούει σε ένα πρωτόκολλο. Κατ’ εμέ, τουλάχιστον. Πρόκειται για έναν κώδικα που σε αποτρέπει από συμπτώσεις, συγκυρίες, από μηχανής θεούς, ονειρικές παραισθήσεις και ανακρίβειες∙ και όλα, λογοτεχνική αδεία. Πάντα, κατά τη γνώμη μου.

Θεωρώ ότι τα στοιχεία που προανέφερα, περισσότερο από λογοτεχνικά, συνιστούν εργαλεία ευκολίας για τον αστυνομικό συγγραφέα, ιδιαίτερα εκεί όπου ο μύθος μπλοκάρει και ο συγγραφέας οσφραίνεται αδιέξοδο. Το ίδιο, με τον χαρακτήρα που πρωτοεμφανίζεται στη σελίδα 324, για να δώσει τη λύση, εκεί όπου λύση δεν διαφαίνεται. Και, να το επαναλάβω, μιλάμε πάντα για αστυνομική λογοτεχνία. Πρόκειται για άποψη, η πρακτική συνέπεια της οποίας είναι ότι αντιμετωπίζω το κείμενο περίπου ως γλυπτό, με τον χρόνο συγγραφής σε απόσυρση, έναντι αυτού που διαθέτω στη διόρθωση ή και στο σκίσιμο των σελίδων, αποδεχόμενος τον κίνδυνο το τελικό προϊόν να υπολείπεται σε όρους αυθορμητισμού και αμεσότητας.

 

 

  1. Θεωρείτε πως στις χώρες που ανθεί το αστικό μυθιστόρημα ανθεί και το αστυνομικό; Είναι το αστυνομικό μυθιστόρημα, κατά βάση, θέμα αστικής αντίληψης;

Όπου ο κόσμος διαβάζει, διαβάζει. Όταν το ΕΚΕΒΙ απεκάλυπτε (με στοιχεία 2011) ότι το 53% των ενηλίκων Ελλήνων δεν διαβάζει ένα (1) βιβλίο τον χρόνο, η περαιτέρω διάκριση αστικού/αστυνομικού πάσχει από κακοήθη πολυτέλεια. Και δεν μπορώ να δω τη διάκριση, ανάμεσα στο «αστικό» και στο «αστυνομικό» μυθιστόρημα, ιδιαίτερα μετά την απώλεια του πυρηνικού αστυνομικού χαρακτήρα, του σύγχρονου αστυνομικού μυθιστορήματος.

Το ερώτημα πιθανώς να ήταν δόκιμο, μέχρι τα μέσα του περασμένου αιώνα, όταν οι συμβάσεις του αστυνομικού αφηγήματος δεν συμπλέκονταν με τις αντίστοιχες του αστικού. Ειδικά μετά τον Μάη του ’68 η αναντιστοιχία αστικού/αστυνομικού εξαφανίζεται – ελέω νεοπολάρ – αφού ο αστικός ιστός και τα συνακόλουθα δρώμενα λειτουργούν, πλέον, σιαμαία με το έγκλημα.

 

 

  1. Η γεωγραφικότητα πιστεύετε πως αγγίζει το αστυνομικό μυθιστόρημα;

Ασφαλώς. Στη «Φορμόλη» του Ισλανδού Ιντρίντασον, η λέξη «ήλιος» αναφέρεται μία (1) φορά. Και θα ήταν έως δολοφονικό, αν κάποιος επέβαλλε στον Σιμενόν να γράψει Ιούλιο, στις Κυκλάδες… Δεν έχω προσέξει να υπάρχουν αστυνομικοί συγγραφείς ευρέος γεωγραφικού φάσματος.

Το στοιχείο της συγγραφικής γεωγραφικής «εντοπιότητας» διακρίνει ιδιαίτερα τους Σκανδιναβούς αστυνομικούς συγγραφείς. Και είναι φυσικό, αφού λειτουργούν μέσα σε ένα εξεζητημένα «ειδικό» γεωγραφικό πλαίσιο, που οι ίδιοι γνωρίζουν καλύτερα, το ίδιο πλαίσιο που οι άλλοι αγνοούν (εξ αυτού και το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα) αλλά και μέσα στο  πλαίσιο που προεξοφλεί, από τους ίδιους, ο αναγνώστης.

Από την άλλη, φαντάζεστε τον Νέσμπο, τη Λάκμπεργκ, ή τον Στόλεσεν, να σκιτσάρουν τη Σικελία του Καμιλλέρι, τη Μασσαλία του Ιζζό, ή το Αλγέρι του Ατιά; Ό,τι συγγενέστερο στην τερατογένεση.

 

 

  1. «Το ένστικτο είναι ένα υπέροχο πράγμα. Δεν μπορεί ούτε να ερμηνευθεί ούτε να αγνοηθεί», συνήθιζε να λέει η Αγκάθα Κρίστι. Πόση αξία δίνεται στο ένστικτο; Κατευθύνει κατά κάποιο τρόπο την κρίση σας;

Αν το ένστικτο αποτελεί προϋπόθεση της «ενστικτώδους» γραφής, θα ήμουν εκ των τελευταίων, αν όχι ο έσχατος, στη σειρά των χρηστών του ενστίκτου, ως στοιχείου της κρίσης. Με την έννοια ότι με θεωρώ αποσυνάγωγο της αυτόματης, όσο και της ενστικτώδους γραφής.

Από την άλλη, αν η χρήση του ενστίκτου επιδοτεί την απρόσκοπτη ροή της ιστορίας μου, είμαι υπέρ της «κατάχρησής» του. Όμως, το έχεις ή δεν το έχεις. Στην πρώτη περίπτωση, θα μου επέτρεπε να αποφύγω λάθη∙ και να τα αποφύγω εν τη γενέσει τους, πολύ πριν πέσω στον τοίχο του αδιεξόδου. Το ένστικτο που κατευθύνει την κρίση: Η Ευλογία! Στη δεύτερη περίπτωση, η έλλειψή του με αφήνει ανοχύρωτο, απέναντι σε μία αίολη κρίση. Αισθάνομαι κάποτε να το διαθέτω και κάποτε όχι. Όμως, σίγουρα, δεν θυμάμαι να με έχει πάρει ποτέ, από το χέρι…

 

 

  1. Η νέα χρονιά τι συγγραφικούς καρπούς θα προσκομίσει; Έχετε δρομολογήσει νέες συγγραφικές διεξόδους;

Κατά πάσα πιθανότητα, ένα ή δύο διηγήματα (στη βάση των ενδείξεων που υπάρχουν…). Ενδεχομένως και μία νουβέλα, η μικρή φόρμα με συγκινεί. Σίγουρα και κάποιες κριτικές Σημειώσεις, για βιβλία της Λέσχης. Γράφω αργά, επί πλέον πατάω σε δύο βάρκες, στην αστυνομική λογοτεχνία και στη Φωτογραφία. Και έχω την αίσθηση ότι δυσκολεύονται να συγκλίνουν και ότι η μία λειτουργεί σε βάρος της άλλης∙ κάποτε θα πρέπει να αποφασίσω. Όσο για τον τρίτο Πικρό, έχει δρόμο μπροστά του. Θέλει να πιστεύει πως, όπως το καλό κρασί, είναι και ο ίδιος βραδείας ωρίμανσης!

 

 

– Σας ευχαριστώ πολύ για αυτή τη συνέντευξη. Να σας ευχηθώ καλές γιορτές και πάντα το μυστήριο να αποτελεί φάρο στη ζωή σας.

– Δικές μου οι θερμές Ευχαριστίες, για τη φιλοξενία στο The Book.Gr και να σας Ευχηθώ Αμοιβαία Πολύ Καλές Γιορτές.

 

 

0