“Του πρόσφερε τεράστια απόλαυση να την παρακολουθεί από κάποια απόσταση, μειδιώντας κρυφά με τη σκέψη ότι αν εκείνη γνώριζε πόσο αφοσιωμένος ήταν στον σκοπό του, να την παρατηρεί με προσήλωση, σίγουρα όλη η γαλήνη του κόσμου που έμοιαζε να ‘χει συγκεντρωθεί σε κάθε έκφραση του προσώπου της θα εξαφανιζόταν. Θα ‘χε στ’ αλήθεια μεγάλο ενδιαφέρον η αντίδρασή της ακριβώς εκείνη τη στιγμή που θα συνειδητοποιούσε ότι το τέρας, από το οποίο πάλευε τόσα χρόνια να ξεφύγει, πιστεύοντας πλέον ότι τα είχε καταφέρει, βρισκόταν τον τελευταίο χρόνο μια ανάσα μακριά της και παραμόνευε με υποδειγματική υπομονή το θήραμά του”.
Το τελευταίο βιβλίο της Ιφιγένειας Τέκου “Δεξί κίτρινο λουστρίνι” (εκδόσεις Ψυχογιός) είναι μια απόδειξη της ειλικρινούς αγάπης και της ανθρώπινης συμπαράστασης. Το μυθιστόρημα, επίσης, κρύβει μέσα του την αξία της συγχώρεσης κάνοντας παράλληλα μια γοητευτική αναφορά στις παραξενιές της ζωής και το τρόπο της να επιβάλλεται ακόμα και στις πιο ευαίσθητες ανθρώπινες στιγμές. Άλλωστε, όπως μας εξομολογείται κι η ίδια στη συνέντευξη που μας παραχώρησε, η έννοια της απώλειας σε όλες τις εκφάνσεις της την απασχολούν σε όλα της σχεδόν τα μυθιστορήματα.
-Είναι χαρά μας να σας υποδεχόμαστε στο The Book.Gr κα Τέκου
-Και δική μου η χαρά, κύριε Δανιήλ
- Σε προηγούμενη συζήτησή μας για το Τελευταίο φως είχατε εξομολογηθεί πως ο φάρος του Ταινάρου αποτέλεσε για σας το ερέθισμα ώστε να επιλέξετε την όμορφη Μάνη για τόπο της ιστορίας σας. Στο νέο σας βιβλίο η Κάλυμνος αποτελεί τη πηγή της δράσης με δεύτερη τη Νότια Γαλλία. Πως έγινε αυτή η επιλογή του χώρου δράσης και ποια ήταν τα κύρια στάδια συλλογής του υλικού;
Εντελώς τυχαία έτυχε να διαβάσω το συγκλονιστικό άρθρο μιας γαλλικής εφημερίδας με δισέλιδο αφιέρωμα στους Καλύμνιους που είχαν μεταναστεύσει στο γαλλικό νότο αναζητώντας μια καλύτερη τύχη. Κατάλαβα αμέσως πως είχα βρει το κεντρικό θέμα του επόμενου βιβλίου μου και ξεκίνησα να ερευνώ σε βάθος την ιστορία των μεταναστών -σφουγγαράδες ήταν οι περισσότεροι-αντιμετωπίζοντας στην πορεία αρκετές δυσκολίες, αφού δεν υπήρχε πουθενά διαθέσιμη σχετική βιβλιογραφία με αποτέλεσμα να απευθυνθώ σε παλαιοβιβλιοπωλεία του Παρισιού καθώς και σε γραπτές μαρτυρίες απογόνων. Τα στάδια συλλογής του υλικού, όπως καταλαβαίνετε, ήταν πολλά αλλά αναγκαία προκειμένου να σχεδιάσω μες στο μυαλό μου την ιστορία και τους χαρακτήρες των ηρώων και κατόπιν να ξεκινήσω να γράφω.
- Μετά από μια συλλογή διηγημάτων και ένα μυθιστόρημα που είχαν ευνοϊκές κριτικές, το νέο σας βιβλίο «Δεξί κίτρινο λουστρίνι» μπορεί να συνέπεσε με μια δυσμενή παγκόσμια συγκυρία, απέδειξε όμως την ανθεκτικότητα του. Με τι συναισθήματα σας περιέβαλε αυτή η πρωτόγνωρη κατάσταση;
Σε προσωπικό επίπεδο ο υποχρεωτικός και αναγκαίος εγκλεισμός καθώς και ο φόβος που μόλυνε τις καρδιές όλων μας και εκφράστηκε σε μερικές περιπτώσεις με εντελώς λάθος τρόπο, με επηρέασε αρκετά. Παρόλο που ως προσωπικότητα δεν φοβάμαι τη μοναξιά και μάλιστα την επιζητώ αρκετά συχνά, αισθάνθηκα κάποιες στιγμές να φτάνω στα όριά μου.
Τώρα όσον αφορά στο εργασιακό κομμάτι, οπωσδήποτε το lockdown ήταν μια ατυχής εξέλιξη με δυσμενείς επιπτώσεις για κάθε κλάδο. Άλλους τους «χτύπησε» περισσότερο και άλλους λιγότερο, όμως εν τέλει όλοι επηρεάστηκαν. Το κλείσιμο των βιβλιοπωλείων ήταν μια άσχημη εξέλιξη για όσους ανήκουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στο χώρο του βιβλίου και στην αρχή, όπως είναι φυσικό, θεώρησα μεγάλη κακοτυχία αυτή τη συγκυρία, όμως στην πορεία συνειδητοποίησα ότι μια μεγάλη μερίδα κόσμου -αναλογικά με την προϋπάρχουσα- αποζήτησε διέξοδο στη λογοτεχνία και στο διάβασμα.Τώρα περισσότερο από ποτέ θα χρειαστούμε καλλιέργεια και επίγνωση για να σταθούμε όρθιοι στους παράξενους, δύσκολους και καμιά φορά αφόρητους καιρούς που ζούμε.
- Το τελευταίο σας μυθιστόρημα περιγράφει γυναίκες-μαχήτριες διαφόρων ηλικιών. Πιστεύετε πως το γυναικείο φύλο προσαρμόζεται πιο εύκολα στις εκάστοτε συγκυρίες;
Οι γυναίκες ήταν ανέκαθεν οι αφανείς στυλοβάτες της ελληνικής οικογένειας, σε όποια εποχή κι αν τις συναντήσουμε και με οποιοδήποτε ρόλο (της κόρης, της αδελφής, της μητέρας, της γιαγιάς). Η φύση τις έχει κατασκευάσει ανθεκτικότερες από τους άντρες καθώς και περισσότερο προσαρμοστικές και είναι λογικό αν σκεφτεί κανείς ότι φέρουν την ευθύνη της διαιώνισης του είδους.
- Η αντίσταση, η μη εγκατάλειψη του καθήκοντος την οποία επιδεικνύουν τα πρόσωπα του βιβλίου σας, θεωρείτε πως έχει ατονήσει στη πάροδο του χρόνου;
Νομίζω πως ναι, έχουν ατονήσει και ακριβώς αυτή την αντίθεση με τη σημερινή εποχή ήθελα να καταδείξω μέσα από την πλοκή και τους χαρακτήρες του βιβλίου μου. Δεν ξέρω αν φταίει το γεγονός ότι οι νεότερες γενιές -βάζω και τον εαυτό μου μέσα- δεν ζήσαμε πολέμους, τον εμφύλιο, τη δικτατορία κι επειδή μας ήρθαν όλα σχετικά εύκολα και έτοιμα, δεν μάθαμε να διεκδικούμε, να μαχόμαστε για τα πιστεύω και τα δικαιώματά μας… δεν μάθαμε να μην τα παρατάμε στην πρώτη δυσκολία. Το σίγουρο είναι ότι δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο για το μέλλον ενός τόπου από την νωθρότητα στη σκέψη που δεν αποκτά ποτέ τη δυναμική να γίνει πράξη.
- Η απώλεια και ο θάνατος βιώνονται συνταρακτικά στις σελίδες του μυθιστορήματός σας. Πώς τιθασεύεται η απουσία και ποιο είναι το πρώτο μέλημα απέναντι στον εαυτό μας;
Τώρα που το σκέφτομαι, θα έλεγα ότι η έννοια της απώλειας σε όλες τις εκφάνσεις της με απασχολεί σε όλα σχεδόν τα μυθιστορήματα που έχω γράψει και ίσως ακόμα πιο πολύ στη συλλογή διηγημάτων μου. Αναμφίβολα οι απουσίες αγαπημένων προσώπων δύσκολα αντέχονται παρόλο που σε κάποιο στάδιο της ζωής μας θα αναγκαστούμε να συμβιβαστούμε με τον πόνο που τις συνοδεύει αλλά και θα μάθουμε να τον διαχειριζόμαστε καλύτερα. Ας μην ξεχνάμε ότι κάποτε όλα ξεθωριάζουν, ακόμα και «η ανάγκη να υποφέρουμε», όπως κάποτε είπε και η αγαπημένη μου ποιήτρια κυρία Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ.
Στον κόσμο που γεννήθηκα
τα χάνει κανείς όλα
τις λέξεις τρώει ο καιρός
και μέσα από τις λέξεις
φαγώνονται τα μάτια
τα φιλιά
ακόμα κι η ανάγκη να υποφέρεις.
- «Αγάπη…την αποζητούν, την εξιδανικεύουν τοποθετώντας τη στο πιο ψηλό βάθρο ως αξία για την υπέρτατη θυσία κι όμως, όταν τους απογοητεύσει το ανθρώπινο δοχείο από το οποίο εκπορεύεται, την αποκηρύσσουν και την καταριούνται με την ίδια ένταση που πριν την αποζητούσαν». Αυτό όμως δεν αποτελεί δείγμα μιας ατελούς κι ανερμάτιστης συμπεριφοράς;
Οι ίδιοι οι άνθρωποι είμαστε ατελείς οπότε ασφαλώς και ο τρόπος που αγαπάμε δεν ξεφεύγει από αυτό το μοτίβο. Η τάση που έχουμε να συγχέουμε συναισθήματα και προσδοκίες και συνάμα η απαίτησή μας να υπάρχει απόλυτη αντιστοιχία μεταξύ τους, είναι λάθος, όπως λάθος είναι να απογοητευόμαστε από την «αγάπη» για παράδειγμα, όταν θα έπρεπε να απογοητευτούμε από τον τρόπο με τον οποίο αυτή εκφράστηκε σε εμάς ή από εμάς. Κοντολογίς, ποτέ δεν φταίει η αγάπη. Φταίμε εμείς. Πάντα εμείς.
- Μέσα από τα βιβλία σας θίγετε πολλά κοινωνικά ζητήματα ταμπού, όπως ο αυτισμός στο «Τελευταίο φως», η παιδοφιλία στο «Δεξί κίτρινο λουστρίνι». Ο προβληματισμός του αναγνώστη αποτελεί μια σταθερά στη συγγραφική σας πορεία;
Είναι αλήθεια πως σε κάθε βιβλίο μου πραγματεύομαι θέματα που με αγγίζουν και με προβληματίζουν με διάφορους τρόπους. Για παράδειγμα, το «Τελευταίο φως» προέκυψε από μια εσωτερική ανάγκη μου να μιλήσω για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι οικογένειες όταν κάποιο μέλος τους ανήκει στο φάσμα του αυτισμού κι αυτό γιατί παλιότερα έζησα στο πλευρό μιας πολύ καλής μου φίλης τον γολγοθά που είχε περάσει εκείνη και ο σύζυγός της ως γονείς παιδιού με αυτισμό. Στο «Δεξί κίτρινο Λουστρίνι» θίγω το θέμα της παιδοφιλίας που αποτελεί το υπόστρωμα μιας βαθιάς διαταραγμένης προσωπικότητας επειδή τα τελευταία χρόνια έχω σοκαριστεί με την πληθώρα τέτοιων περιστατικών στη χώρα μας μολονότι δεν αποτελούν καινούριο φαινόμενο. Ο προβληματισμός μου για το τι μπορεί να ωθεί ένα ανθρώπινο πλάσμα σε τόσο φρικτές πράξεις -και όχι οι ίδιες οι πράξεις του- δημιούργησε τον Τσέζαρε, το «τέρας» του βιβλίου μου.
…το σκηνικό αλλάζει και σε αντίθεση με ό,τι υποστήριζε ο Φίλιπ Ροθ στα τελευταία χρόνια της ζωής του, δεν θεωρώ σε καμία περίπτωση ότι η λογοτεχνία (μυθοπλασία) είναι ένας από τους « μεγάλους χαμένους σύγχρονους αγώνες».
- Θα σταθώ σε ένα σημείο που θίγετε εμβριθώς και αφορά την αντίληψη του Ευρωπαίου για τον Έλληνα, κατακτημένο ή μετανάστη. Εμείς οι απόγονοι εκείνων τι έχουμε διδαχθεί από την αντιμετώπιση των γειτόνων μας;
Οι ήρωες του βιβλίου μου βιώνουν την ιταλική κατοχή με ό,τι αυτό συνεπάγεται για έναν κατακτημένο λαό ο οποίος ζει και αναπνέει κάτω από την μπότα του δυνάστη του και αργότερα, από τη θέση του μετανάστη, αντιμετωπίζουν την εχθρότητα της χώρας υποδοχής και φιλοξενίας (Γαλλία). Φαντάζομαι και ελπίζω πως στην πλειονότητά μας έχουμε διδαχτεί κάτι από τις εμπειρίες του παρελθόντος ώστε να καταδικάζουμε τις φασιστικές συμπεριφορές που αναδύονται από παντού αλλά και ότι έχουμε τη θέληση και την προθυμία να μπούμε στη θέση του πρόσφυγα και μετανάστη που αναγκάζεται να αναζητήσει την τύχη του σε μια ξένη χώρα που του φέρεται σαν να’ναι «σκουπίδι».
- «Να αλλάξεις τον κόσμο δεν είναι τρέλα ούτε ουτοπία», λέτε κάπου. Σε ένα κόσμο που ακόμη και το κοντινό μέλλον είναι αβέβαιο, πιστεύετε πως οι ανθρώπινες διεκδικήσεις παύουν να έχουν την ισχύ που είχαν παλιότερα;
Πιστεύω πως ακριβώς αυτή τη στιγμή που το μέλλον μοιάζει αβέβαιο ή και δυσοίωνο είναι που πρέπει οι ανθρώπινες διεκδικήσεις να ενταθούν. Δεν πρόκειται ποτέ να αλλάξει κάτι αν όλοι εμείς δεν φανούμε λίγο «τρελοί» και δεν πλημμυρίσουμε το κατεστημένο με τις επαναστατικές ιδέες μας. Το βόλεμα και ο φόβος δεν ταιριάζει στη φύση του ανθρώπου και πρέπει επιτέλους να το καταλάβουμε.
- Συνήθως οι δύσκολες καταστάσεις αποτελούν τροφή για σκέψη και δίνουν αέρα ανανέωσης. Πιστεύετε πως θα δούμε κάποια ραγδαία ανανέωση στο χώρο της λογοτεχνίας;
Αυτή την αίσθηση έχω. Πιστεύω πως η δύσκολη κατάσταση που βιώνουμε και θα συνεχίσουμε να βιώνουμε για κάποιο διάστημα, επιτάχυνε την ανανέωση που εγώ προσωπικά διέκρινα στον χώρο της λογοτεχνίας τα τελευταία χρόνια. Ήδη διαβάζω σε διάφορα άρθρα που αφορούν στο βιβλίο πως υπάρχει μια τάση για στροφή προς το κλασσικό μυθιστόρημα. Θα δείξει πού θα καθίσει η μπίλια. Ο κόσμος πάντως αναζητά με διαφορετικό τρόπο τα αναγνωστικά του ταξίδια και βασίζεται σε διαφορετικά κριτήρια. Το σίγουρο είναι ότι το σκηνικό αλλάζει και σε αντίθεση με ό,τι υποστήριζε ο Φίλιπ Ροθ στα τελευταία χρόνια της ζωής του, δεν θεωρώ σε καμία περίπτωση ότι η λογοτεχνία (μυθοπλασία) είναι ένας από τους « μεγάλους χαμένους σύγχρονους αγώνες».
- Επόμενος σταθμός, επόμενο συγγραφικό ταξίδι έχει δρομολογηθεί ή απολαμβάνετε τη συγγραφική ανάπαυλα;
Εδώ και εννιά μήνες περίπου είμαι προσηλωμένη στο νέο μου μυθιστόρημα και ελπίζω ότι μέχρι το φθινόπωρο θα το έχω ολοκληρώσει. Ομολογώ ότι με δυσκόλεψε αρκετά η συγκέντρωση του απαραίτητου υλικού και εξουθενώθηκα συναισθηματικά, όπως συμβαίνει συνήθως όταν υποχρεωνόμαστε να κάνουμε βουτιά σε ένα παρελθόν που κρύβει μνήμες των προγόνων μας.
-Σας ευχαριστώ πολύ για τη σπάνια εξομολόγηση. Ούριο άνεμο να ευχηθώ στις επόμενες συγγραφικές εξορμήσεις
-Σας ευχαριστώ πολύ κι εγώ για τις ουσιαστικές ερωτήσεις σας αλλά και για τις ευχές σας.
1