Ο Λευτέρης Καντζίνος γεννήθηκε το 1980 στην Αθήνα, όπου μεγάλωσε και σπούδασε Ιστορία.  Έχει εργαστεί σε οίκο επιστημονικών εκδόσεων με αντικείμενο την επιμέλεια κειμένων επί μία τετραετία. Επίσης, έχει διατελέσει επικεφαλής περιοδικών εκδόσεων λαογραφικού ενδιαφέροντος για περισσότερο από 10 χρόνια και έχει δημοσιεύσει περί τις 140 ιστορικές έρευνες στον περιοδικό τύπο τα τελευταία 14 χρόνια. Το κύριο αντικείμενο της ερευνητικής του δραστηριότητας είναι η μελέτη και η ανάδειξη λιγότερο δημοφιλών ή ακόμη και άγνωστων στο ευρύ κοινό πτυχών της ελληνικής και της παγκόσμιας Ιστορίας όπως καταδεικνύει και το τελευταίο του βιβλίο «ΑΘΗΝΑ 1204-1456: Τα άγνωστα χρόνια»  που κυκλοφόρησε μέσα στο 2020 από τις εκδόσεις Μεταίχμιο φέρνοντας στο φως μια άγνωστη ιστορική περίοδο της Αθήνας  αφού “…2,5 αιώνες ιστορίας «σβήστηκαν» από την ελληνική πρωτεύουσα με τη δικαιολογία ότι έπρεπε να τονιστεί η σύνδεση της κλασικής εποχής με τη νεοελληνική κοινωνία”, όπως εξομολογείται στη συνέντευξη που παραχώρησε στο The Book.Gr

 

 

-Καλώς ήρθατε στο The Book.Gr

– Χαίρομαι ιδιαίτερα που μου δίνετε την ευκαιρία να ανταλλάξουμε απόψεις. Καλώς σας βρήκα λοιπόν στο The Book.Gr!

 

 

  1. «ΑΘΗΝΑ 1204-1456: Τα άγνωστα χρόνια» ονομάζεται το τελευταίο σας βιβλίο από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Μιλήστε μας γι’ αυτή τη νέα κυκλοφορία.

Πρόκειται για την εξιστόρηση μίας χρονικής περιόδου διάρκειας περίπου 250 χρόνων, κατά την οποία η Αθήνα τέθηκε υπό τον έλεγχο Ευρωπαίων ηγεμόνων. Αυτοί είναι περισσότερο γνωστοί ως Σταυροφόροι ή Φράγκοι και κυριάρχησαν στη «μεσαιωνική» (με την ευρύτερη έννοια του όρου) Αθήνα, πριν από την έλευση των Οθωμανών. Σήμερα τα διασωθέντα αρχαιολογικά κατάλοιπα από εκείνη την εποχή είναι ελάχιστα και οι εξειδικευμένες επιστημονικές μελέτες είναι επίσης λιγοστές. Γι’ αυτόν τον λόγο, το «ΑΘΗΝΑ 1204-1456: Τα άγνωστα χρόνια» αποτελεί κατά κάποιο τρόπο τον βιβλιογραφικό συνδετικό κρίκο ανάμεσα στη βυζαντινή και την οθωμανική Αθήνα, μιας και τα τελευταία 130 χρόνια δεν έχει εκδοθεί καμία άλλη σχετική επιστημονική έρευνα. Κατόπιν λοιπόν πολυετούς μελέτης σε αρχειακές πηγές και με βάση τις πλέον πρόσφατες αρχαιολογικές τεκμηριώσεις, κατέστη εφικτή η περιγραφή αυτών των «σκοτεινών» χρόνων της αθηναϊκής ιστορίας. Αυτό το «κουβάρι» ξετυλίγεται βήμα βήμα με αναφορές τόσο στις πολιτικές και τις στρατιωτικές εξελίξεις, όσο και στον καθημερινό βίο των απλών κατοίκων της Αθήνας. Βέβαια όλα τούτα έλαβαν «σάρκα και οστά» χάρη στις εκδόσεις Μεταίχμιο, δίχως τις οποίες δεν θα κρατούσαμε στα χέρια μας αυτήν την τόσο επιμελημένη έκδοση.

“…έχω λοιπόν την πεποίθηση ότι όλοι ανεξαιρέτως οι κομματάρχες και οι πολιτικοί ηγέτες διακατέχονται, έστω και σε ελάχιστο βαθμό, από παθολογική αγάπη για εξουσία, ειδάλλως δεν θα κατάφερναν να ανέλθουν στα αξιώματά τους στηριζόμενοι μόνο στον αγνό αλτρουισμό”.

 

  1. Όπως αναφέρατε παραπάνω, για περισσότερα από 130 χρόνια δεν υπήρξε κάποια νέα επιστημονική έκδοση με κεντρικό θέμα την Αθήνα την εποχή της Φραγκοκρατίας. Γιατί αυτή η ανεξήγητη ιστορική λήθη;

Γενικώς έχουμε τη συνήθεια να θεωρούμε πως ό,τι δεν βλέπουμε δεν υπάρχει. Επειδή δεν έχει διασωθεί κανένα μνημείο από την εποχή της Φραγκοκρατίας, δημιουργήθηκε η εντύπωση στο ευρύ κοινό ότι η Αθήνα δεν γνώρισε ποτέ δυτικούς ηγεμόνες. Αυτή η αποκάθαρση του αθηναϊκού τοπίου από οποιοδήποτε φράγκικο κατάλοιπο έλαβε χώρα κυρίως από τα τέλη του 18ου αιώνα. Με χρονολογική σειρά, οι Οθωμανοί αλλοίωσαν ή κατέστρεψαν πλήθος παλαιότερων και αρχαίων μνημείων (ιδίως στα χρόνια του βοεβόδα Χατζή Αλή Χασεκή). Ακολούθως, το 1874 ο εμβληματικός Φράγκικος Πύργος, που ήταν το μοναδικό διασωθέν μνημείο της φράγκικης παρουσίας στην Αθήνα, κατεδαφίστηκε. Το 1889 ο Γερμανός ιστορικός Φρειδερίκος Γρηγορόβιος εξέδωσε την πρώτη και τη μοναδική έως φέτος μελέτη με επίκεντρο τη φραγκοκρατούμενη Αθήνα, που δικαιολογημένα εμπεριείχε αρκετές ανακρίβειες και ελλείψεις (π.χ. για το Ριζόκαστρο, τις χρήσεις του ναΐσκου της Παναγίας της Πέτρας κ.ά.). Συνάμα έως τον 19ο αιώνα, οι αρχαιολόγοι καθαίρεσαν από τον Ιερό Βράχο (και όχι μόνο) οποιαδήποτε κατασκευή δεν άνηκε στην κλασική εποχή, ενώ σε δεύτερο χρόνο δόθηκε έμφαση στην ανάδειξη μόνο των βυζαντινών και των οθωμανικών μνημείων. Έτσι λοιπόν περίπου 2,5 αιώνες ιστορίας «σβήστηκαν» από την ελληνική πρωτεύουσα με τη δικαιολογία ότι έπρεπε να τονιστεί η σύνδεση της κλασικής εποχής με τη νεοελληνική κοινωνία. Ωστόσο υποσυνείδητα στη λαϊκή μνήμη διατηρήθηκαν πολλά ψήγματα της φράγκικης παρουσίας, όπως διατροφικές συνήθειες, θρύλοι, προλήψεις, γλωσσικές παραφθορές κ.ά. Αυτά τα λαογραφικά στοιχεία, που επίσης περιλαμβάνονται στην παρούσα έκδοση, καταδεικνύουν πως η ιστορική συνέχεια ενός λαού δεν μπορεί να «καταργηθεί».

 

  1. Το κυνήγι της εξουσίας αλλάζει τον ρου της ιστορίας. Στην πρόσφατή μας ιστορία μπορείτε να αναλογιστείτε περιστατικά αρχομανίας που διατάραξαν την ιστορική πορεία;

Η ηδονή της εξουσίας είναι ελκυστικότερη ακόμα και από τη δύναμη του χρήματος. Διαχρονικά και παγκόσμια, αρχομανείς ηγέτες (βλέπε Χίτλερ, Στάλιν, Τσαουσέσκου κ.ά.) εγκαθίδρυσαν απολυταρχικά καθεστώτα, περιβεβλημένα με τον μανδύα του «πατριωτισμού» ή της «δημοκρατίας». Πολλοί από εμάς ήμασταν ή είμαστε μέλη κάποιου τοπικού πολιτιστικού συλλόγου και σίγουρα συναναστραφήκαμε «προέδρους που δεν άφηναν την καρέκλα». Εάν σε αυτές τις ήσσονος σημασίας θέσεις εντοπίζονται αρχομανείς, φανταστείτε τι συμβαίνει στις περιπτώσεις όπου ένας άνθρωπος διαχειρίζεται τις ζωές εκατομμυρίων πολιτών. Έχω λοιπόν την πεποίθηση ότι όλοι ανεξαιρέτως οι κομματάρχες και οι πολιτικοί ηγέτες διακατέχονται, έστω και σε ελάχιστο βαθμό, από παθολογική αγάπη για εξουσία, ειδάλλως δεν θα κατάφερναν να ανέλθουν στα αξιώματά τους στηριζόμενοι μόνο στον αγνό αλτρουισμό.

  1. Από τη συλλογική μονογραφία «Οι μεγάλοι επαναστάτες» του 2007 στην τελευταία σας έκδοση «ΑΘΗΝΑ 1204-1456» το 2019. Σε ποιες στιγμές αυτής της διαδρομής θα εστιάζατε;

Όλο αυτό το χρονικό διάστημα ήταν γεμάτο ανατροπές. Για μία ακόμα φορά η σοφία των αρχαίων Ελλήνων, όπως αυτή εκφράστηκε μέσα από τη φιλοσοφία και την τραγωδία, επιβεβαιώθηκε, αφού το «ισοζύγιο» ευτυχίας-δυστυχίας, επιτυχίας-αποτυχίας, χαράς-θλίψης και εν γένει της ισορροπίας της ζωής εναλλάχθηκε με απρόσμενο τρόπο. Σε επαγγελματικό επίπεδο στα τέλη της δεκαετίας του 2000 είχα την ευτυχία να ολοκληρώσω άλλες δύο πρωτότυπες μονογραφίες μου, ενώ στα επόμενα χρόνια της ποικιλόμορφης κρίσης που έπληξε την πατρίδα μας πολλές επαγγελματικές δραστηριότητες ανακόπηκαν ή παύθηκαν οριστικά. Ωστόσο η λήξη αυτής της περιόδου επιστέφθηκε με την ολοκλήρωση της έρευνάς μου για τη μεσαιωνική Αθήνα και την έκδοσή της από έναν σπουδαίο εκδοτικό οίκο. Σε προσωπικό επίπεδο βίωσα την απώλεια τεσσάρων προσώπων της οικογένειάς μου με κορυφαία περίπτωση την πρόωρη και βασανιστική απώλεια του πατέρα μου. Παρ’ όλα αυτά, τρία χρόνια αργότερα η μοίρα (αν και δεν πιστεύω σε αυτήν) «αντικατέστησε» αυτές τις απώλειες με την έλευση ενός νέου ανθρώπου, που προήγε τη ζωή μου και εξακολουθεί να στέκεται πλάι μου μέχρι σήμερα. Επίσης στα χρόνια αυτά μια τυπική και επαγγελματική σχέση εξελίχθηκε σε έναν ισχυρό δεσμό φιλίας και αναφέρομαι στον συγγραφέα, ακαδημαϊκό, εκδότη και πάνω απ’ όλα φίλο κ. Διονύση Μουσμούτη, ο οποίος παραμένει το πνευματικό μου έρεισμα. Με το πέρασμα των ετών και αποστασιοποιημένος πλέον από τα γεγονότα αυτά διαπιστώνω ότι η ισορροπία στη ζωή θα επέλθει με κάθε τρόπο, αρκεί να έχουμε τη διάθεση να τη διακρίνουμε.

  1. Η Ακρόπολη, ο τόπος φιλοξενίας του άρχοντα της πόλης στα μυκηναϊκά χρόνια, μετατράπηκε, ιδιαίτερα, μετά τους Περσικούς πολέμους ως το κατεξοχήν σημείο αίγλης της πόλης, πριν από τις πρώτες καταστροφές επί Λάχαρη. Ποια ήταν η πορεία της μετά την κατάληψή της από τους Φράγκους;

Από τα τέλη των Αυτοκρατορικών χρόνων (3ος-4ος αιώνας) μέχρι και τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους, η Ακρόπολη αποτέλεσε το ύστατο και το απόρθητο οχυρό των Αθηναίων. Οι Φράγκοι την αποκαλούσαν «Κάστρο», ονομασία που υιοθετήθηκε από τους Αθηναίους και τους Οθωμανούς. Άλλωστε «Καστριανοί» αποκαλούνταν και όσοι διέμεναν μόνιμα μέσα στην Ακρόπολη. Ήδη από τη ρωμαϊκή εποχή είχαν ξεκινήσει οι οχυρωματικές εργασίες με την επέκταση των τειχών γύρω από τον Ιερό Βράχο. Αυτές συνεχίστηκαν και στα βυζαντινά χρόνια, αλλά θα πρέπει να σημειωθεί ότι πολύ μικρής έκτασης τροποποιήσεις έλαβαν χώρα στην αρχιτεκτονική μορφή των κυρίως μνημείων (Παρθενώνας, Προπύλαια και Ερέχθειο). Όμως επί Φραγκοκρατίας το σύνολο των οικοδομημάτων της Ακρόπολης ανακατασκευάστηκε και απέκτησε νέα μορφή (π.χ. στα Προπύλαια ανεγέρθηκε δεύτερος όροφος με πολεμίστρες, στην πηγή της Κλεψύδρας ανοικοδομήθηκε προμαχώνας κ.ά.). Αυτή η «καινούργια όψη» της Ακρόπολης, που συνδύαζε τη συμμετρία και την πλαστικότητα της κλασικής εποχής με τη μνημειώδη γοτθική αρχιτεκτονική, προκαλούσε το δέος και τον θαυμασμό σε όλους τους επισκέπτες της πόλης για τους επόμενους αιώνες. Οι Ευρωπαίοι του 13ου-14ου αιώνα ήταν συνηθισμένοι στην επιβλητική αλλά λιτή γοτθική τέχνη, οπότε αντικρίζοντας ένα απόρθητο Κάστρο με κλασικά καλλιτεχνήματα (αετώματα, μετώπες, ζωφόρους κτλ.) βίωναν μια πρωτοφανή εμπειρία. Όταν ο γοτθικός ρυθμός παραγκωνίστηκε και η Αναγέννηση κατέστη η «μόδα» της εποχής (15ος-17ος αιώνας), οι Ευρωπαίοι που ήταν συνηθισμένοι στη ρεαλιστική ελληνορωμαϊκή τέχνη σάστιζαν και ένιωθαν σαν να ταξιδεύουν σε έναν τόπο μυθικό, όταν αντίκριζαν το «γοτθο-κλασικό» Κάστρο. Ακολούθως στα χρόνια της Οθωμανοκρατίας σημειώθηκε μία ακόμα αλλοίωση επί του Ιερού Βράχου. Όλοι οι ελεύθεροι χώροι κατακλείστηκαν από παραπήγματα, που εξυπηρετούσαν τις καθημερινές ανάγκες της τοπικής φρουράς και των οικογενειών των στρατιωτών αυτών. Έτσι η προϊστορική κατοικία του Αθηναίου άνακτα, που αναδείχθηκε σε ιερό τόπο των αρχαίων Αθηναίων και εξελίχθηκε σε ένα απόρθητο Κάστρο τον Μεσαίωνα, κατέληξε σε ένα πολύβουο οχυρό με ατάκτως ερριμμένα φτωχικά καταλύματα των Οθωμανών, που «έπνιξαν» τον αρχιτεκτονικό χαρακτήρα του μνημείου. Βέβαια δεν θα πρέπει να λησμονηθούν και οι τρεις μεγάλες καταστροφές που υπέστησαν τα τρία κύρια μνημεία της Ακρόπολης. Το 1656 ένας κεραυνός έπληξε τα Προπύλαια, όπου φυλασσόταν μεγάλη ποσότητα πυρίτιδας, με αποτέλεσμα να τιναχτεί στον αέρα το οικοδόμημα. Το 1687 ο Ενετός Μοροζίνι εσκεμμένα βομβάρδισε τον Παρθενώνα, καταστρέφοντάς τον σχεδόν ολοκληρωτικά. Και τέλος, στα Επαναστατικά χρόνια, ένας ακόμα κεραυνός έπληξε το Ερέχθειο, προκαλώντας του ανεπανόρθωτες βλάβες.

“…η πλέον πρόσφατη περίπτωση καπηλείας μνημείου για πολιτικούς λόγους είναι αυτή του νυν προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας, ο οποίος χαρακτήρισε το βυζαντινό μνημείο της Αγίας Σοφίας ως έμβλημα του οθωμανικού πολιτισμού και της ισλαμικής θρησκείας”.

 

  1. Οικονομία και διοικητικός μηχανισμός της Αθήνας. Τι θα επισημαίνατε για τις διαφοροποιήσεις που υπάρχουν από τον 13ο αιώνα και μετά;

Στα χρόνια της Φραγκοκρατίας δεν παρατηρείται η πρόθεση μεταβολής του οικονομικού χαρακτήρα της πόλης, συγκριτικά με την προγενέστερη βυζαντινή περίοδο. Το αρχοντολογιό διατήρησε μεγάλο μέρος της περιουσίας και των προνομίων του, ενώ οι δουλοπάροικοι παρέμειναν στην ίδια εξαθλιωμένη κατάσταση. Ωστόσο οι ιστορικές εξελίξεις επηρέασαν αναπόφευκτα την οικονομία της πόλης. Οι συχνοί πόλεμοι και η πειρατεία προκάλεσαν την ερήμωση μεγάλου μέρους της υπαίθρου (κυρίως στα Μεσόγεια) και τη μείωση της αγροτικής παραγωγής. Τα μεγάλα λιμάνια (Πειραιάς, Πόρτο Ράφτη και Λιβαδόστρα) υπολειτουργούσαν, οπότε επλήγη και η εμπορική δραστηριότητα, απ’ όπου εξάγονταν κυρίως ελαιόλαδο, κρασί, μέλι και μεταξωτά υφάσματα. Όταν δε το Δουκάτο των Αθηνών έφθασε στην απώτατη παρακμή του και ακόμα περισσότερο μετά την εισβολή των Οθωμανών και την ανεξέλεγκτη δράση των ληστρικών ομάδων, η γεωργική παραγωγή καταστράφηκε και η τοπική οικονομία δεν ανέκαμψε ποτέ ξανά (πυρπόληση του Μεγάλου Ελαιώνα στις όχθες του Κηφισού και των αμπελώνων στις περιοχές των σύγχρονων δήμων Καλλιθέας, Μοσχάτου και Φαλήρου). Σε ό,τι αφορά τον διοικητικό μηχανισμό, αυτός στηρίχθηκε στην πεπατημένη των σταυροφορικών κρατών με πρότυπο το σύστημα διακυβέρνησης των Αγίων Τόπων. Επρόκειτο για ένα φεουδαρχικό σύστημα, όπου οι νέοι αφέντες δεν ανήκαν στην παλαιά αριστοκρατία, αλλά είχαν αποκτήσει τον πλούτο τους κυριολεκτικά με το σπαθί τους. Η ειδοποιός διαφορά με την προγενέστερη βυζαντινή διοίκηση ήταν ότι πλέον η έδρα της νέας διοίκησης ευρίσκετο μέσα στην ίδια την Αθήνα και όχι στην απομακρυσμένη Κωνσταντινούπολη. Επομένως η ανταπόκριση της κεντρικής εξουσίας στα προβλήματα που προέκυπταν ήταν άμεση και όχι ετεροχρονισμένη ή ακόμα και ανύπαρκτη. Αυτά ίσχυσαν και λειτούργησαν προς όφελος των Αθηναίων τον 13ο αιώνα, όταν κυβερνούσαν οι Γάλλοι Δούκες. Τον επόμενο αιώνα, όταν η εξουσία πέρασε στα χέρια των Ισπανών μισθοφόρων, επήλθε ακυβερνησία, διότι αυτοί ζήτησαν την επικυριαρχία απομακρυσμένων ηγεμόνων (όπως από τη Νάπολι και την Ιβηρική). Το πρώτο μισό του 15ου αιώνα, όταν στην εξουσία ανήλθαν οι Ιταλοί τραπεζίτες, σημειώθηκε η μερική ανασυγκρότηση του κρατικού μηχανισμού, αλλά αυτή δεν μακροημέρευσε λόγω της οικονομικής παρακμής του Δουκάτου και της επεκτατικής πολιτικής των Οθωμανών.

  1. Πώς ηχούν στα αυτιά ενός ιστορικού οι «καπηλεύσεις» ιστορικών μνημείων/γεγονότων αποκλειστικά για χρήση πολιτικής προπαγάνδας;

Δημαγωγοί πολιτικοί και αμόρφωτος όχλος. Αυτό είναι ένα εκρηκτικό μείγμα που αλληλοτροφοδοτείται και προκαλεί φανατισμό. Αργά ή γρήγορα όμως τέτοιες πρακτικές καταλήγουν στην καταστροφή. Η πλέον πρόσφατη περίπτωση καπηλείας μνημείου για πολιτικούς λόγους είναι αυτή του νυν προέδρου της Τουρκικής Δημοκρατίας, ο οποίος χαρακτήρισε το βυζαντινό μνημείο της Αγίας Σοφίας ως έμβλημα του οθωμανικού πολιτισμού και της ισλαμικής θρησκείας. Το ακόμα πιο απογοητευτικό όμως ήταν ότι το συγκεντρωμένο πλήθος, που πανηγύριζε για τα νέα «θυρανοίξια» του ιστορικού «τεμένους» του, είχε κυριολεκτικά και μεταφορικά γυρίσει την πλάτη του σε ένα γνήσιο ιστορικό, θρησκευτικό και καλλιτεχνικό κόσμημα του οθωμανικού πολιτισμού, το Αχμέτ (Μπλε) Τζαμί, που δεσπόζει ακριβώς απέναντι από την Αγία Σοφία. Βέβαια η περίπτωση των δημαγωγών πολιτικών και η στρέβλωση των γεγονότων δεν είναι κάτι καινούργιο. Από την αρχαιότητα μία κραυγαλέα «εγχώρια» περίπτωση πολιτικής διαστρέβλωσης των γεγονότων ήταν αυτή των Αθηναίων μετά τη ναυμαχία των Αργινουσών κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο. Οι Αθηναίοι νίκησαν τους Σπαρτιάτες και είχαν την ευκαιρία να λήξουν τον πόλεμο υπέρ τους. Όμως οι πολιτικοί αντίπαλοι των νικητών στρατηγών έπεισαν το πλήθος να αποφασίσει τη θανάτωση των ηγετών της ναυμαχίας, καθώς και όλων των αξιωματικών των πλοίων με την αιτιολογία ότι αυτοί δεν μάζεψαν τα πτώματα των νεκρών συμπατριωτών τους από τη θάλασσα, αν και επικρατούσε φοβερή τρικυμία. Το αποτέλεσμα ήταν μόλις δύο χρόνια αργότερα οι Σπαρτιάτες να κερδίσουν τον πόλεμο. Ακόμα και η πρόσφατη αρχαιολογική ανακάλυψη στην Αμφίπολη έγινε βορά των πολιτικών διενέξεων το 2014, όταν η τότε κυβέρνηση προσπάθησε να την κεφαλαιοποιήσει πολιτικά, ενώ οι μετέπειτα κυβερνώντες «πολέμησαν» την αρμόδια επιστημονική ομάδα και αντιμετώπισαν το μνημείο σαν κομματικό προϊόν των πολιτικών τους αντιπάλων (σύμφωνα με τη μαρτυρία της υπευθύνου αρχαιολόγου). Στη σημερινή εποχή το πλέον εξοργιστικό δεν είναι η αμάθεια, αλλά η αδιαφορία για μάθηση, ειδικά όταν το σύνολο σχεδόν του επιστητού βρίσκεται με ένα κλικ μέσα στην παλάμη μας.

 

 

  1. Ιστορία και Επανάληψη. Δύο λέξεις που συναντιούνται συχνά είτε σε προφορικές είτε σε γραπτές αναφορές. Ποιο είναι, θεωρείτε, το σημείο συνάντησής τους;

Το DNA. Η Ιστορία επαναλαμβάνεται με μαθηματική ακρίβεια, γιατί όλοι μας έχουμε κληρονομήσει τα ίδια χαρακτηριστικά γνωρίσματα των προγόνων μας μέσω του DNA. Βέβαια υπάρχει και η φράση «όποιος δεν γνωρίζει την Ιστορία του, αναγκάζεται να την ξανα-βιώσει», οπότε και πάλι η λέξη-κλειδί είναι η «γνώση». Πριν ακόμη συσταθεί το νεοελληνικό κράτος, ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος (1823-1825) και ενώ η Ελλάδα περνούσε τις πλέον «σκοτεινές» ώρες της στη σύγχρονη ιστορία, οι ΕΛΑΣίτες πολεμούσαν τους ΕΔΕΣίτες στα χρόνια της Κατοχής. Στον αντίποδα, δύο περιπτώσεις λαών που «έμαθαν» από τα λάθη της ιστορίας τους είναι οι Αμερικανοί και οι Γερμανοί. Οι μεν πρώτοι μετά τον Εμφύλιο καθιέρωσαν μια σειρά μέτρων και θεσμών, ώστε η συνοχή της ομοσπονδίας τους να μην τεθεί σε κίνδυνο ποτέ ξανά. Σε ό,τι αφορά τους Γερμανούς, αυτοί πήραν το «μάθημά» τους από την οικονομική και την κοινωνική καταστροφή, που επήλθε με τη Δημοκρατία της Βαϊμάρης. Έτσι εξηγείται και η σύγχρονη στάση του Βερολίνου επί των οικονομικών ζητημάτων της ΕΕ, που θεωρείται ιδιαίτερα αυστηρή και επιφυλακτική σε νεωτερισμούς. Κατά συνέπεια η συγγραφή της Ιστορίας με ιδεολογικό πρόσημο και η άγνοια επιφέρουν τη στασιμότητα και η στασιμότητα την «επανάληψη», η οποία δρα ανασταλτικά στην εξελικτική πορεία.

  1. Τα τελευταία χρόνια πολλοί εκδοτικοί οίκοι έχουν εντάξει στο πρόγραμμά τους πολλά ιστορικά βιβλία. Εν τούτοις, κυρίως, η νεότερη γενιά αγνοεί και τα πιο στοιχειώδη ιστορικά γεγονότα. Μια εκ παραλλήλου δυσανάλογη συνθήκη. Πού θα εντοπίζατε τις κύριες αιτίες αυτής της έλλειψης φιλαναγνωσίας της νέας γενιάς;

Ζούμε στην εποχή της εικόνας, της ταχύτητας και της ευκολίας. Κάντε το πείραμα να αναρτήσετε στα κοινωνικά δίκτυα μια φωτογραφία και ένα κείμενο που θα περιγράφει με εξαιρετικό τρόπο την ίδια εικόνα. Όλοι θα δουν την εικόνα, πολλοί θα κάνουν «like» στην εικόνα και ελάχιστοι θα μπουν στον κόπο να διαβάσουν την περιγραφή της εικόνας. Η εικόνα είναι πιο «εύπεπτη» και μεταδίδει ταχύτερα το μήνυμά της. Συνάμα η διαδοθείσα πεποίθηση ότι τα παιδιά έχουν μόνο δικαιώματα και όχι υποχρεώσεις αποστέρησε την ίδια τη νέα γενιά από το δικαίωμά της στη γνώση. Οι δυνατότητες που μας παρέχει η ψηφιακή τεχνολογία μάς ώθησαν να παρουσιάζουμε εαυτόν σαν αυθεντία και πάψαμε να «μαθητεύουμε» διά βίου. Έτσι το υπερτονισμένο «εγώ» λειτουργεί αποτρεπτικά στην ανάγκη για αυτοβελτίωση. Όλα τούτα σε συνδυασμό με τη φυσιολογική συμπεριφορά των νέων για την «επανάσταση χωρίς αιτία» λειτουργούν αποτρεπτικά προς την κατεύθυνση της διά βίου μάθησης. Πολλοί όμως θα ισχυριστούν ότι σημαίνοντα ρόλο σε αυτή την εξέλιξη διαδραματίζει το εκπαιδευτικό σύστημα. Ο ρόλος του σχολείου και του πανεπιστημίου είναι να δώσει το έρεισμα στην ψυχή του κάθε μαθητή, ώστε εκείνος μόνος του να επιλέξει τον δρόμο του. Ο καθ’ ύλην υπεύθυνος για τη διαμόρφωση της νέας γενιάς είναι ο πυρήνας της κοινωνίας, η οικογένεια, δηλαδή η δική μας γενιά των 40άρηδων-50άρηδων.

  1. Ποια είναι τα επόμενα συγγραφικά σας σχέδια;

Η μέχρι σήμερα προσπάθειά μου είναι να φέρνω στο φως πτυχές της Ιστορίας που είναι λιγότερο δημοφιλείς στο ευρύ αναγνωστικό κοινό ή ακόμα και άγνωστες. Για παράδειγμα το βιβλίο «Αθήνα 1204-1456: Τα άγνωστα χρόνια» αποτελεί τη μοναδική στο είδος της μελέτη στην ελληνική αλλά και την ξένη βιβλιογραφία. Παρομοίως τα περισσότερα από τα 150 δημοσιευμένα ιστορικά άρθρα μου είναι πρωτότυπες έρευνες. Επομένως να είστε σίγουρος ότι αυτά που «ετοιμάζονται» σίγουρα θα είναι και πάλι κάτι νέο στην ελληνική (τουλάχιστον) βιβλιογραφία. Θα σας εκμυστηρευτώ ότι το ένα σχετίζεται και πάλι με την Αθήνα (τη μεγάλη μου αγάπη), ενώ τα υπόλοιπα δεν είναι ακόμη ανακοινώσιμα. Όμως θα ήταν τιμή μου πρώτα να μοιραστώ μαζί σας τη χαρά μου, όταν θα έρθει το πλήρωμα του χρόνου.

 

– Με μεγάλη μου χαρά. Σας ευχαριστώ ολόψυχα για αυτή τη συνέντευξη. Καλή συνέχεια σε ό,τι όμορφο ετοιμάζετε.

– Ειλικρινά, ήταν χαρά και τιμή μου. Σας ευχαριστώ θερμά! Αντεύχομαι!

 

Γρηγόρης Δανιήλ, για το  The Look.Gr

 

0