Με σπουδές νομικών σε Αθήνα και Ανόβερο, ο Μίνως Ευσταθιάδης τα τελευταία χρόνια υπηρετεί με μεγάλη επιτυχία την ελληνική πεζογραφία.
Με αφορμή το τελευταίο του βιβλίο «Σου γράφω από την κοιλιά του κτήνους», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, ο Μίνως Ευσταθιάδης είναι ο φιλοξενούμενος αυτής της εβδομάδας στο The Book.
Ξεκινώντας τη συνέντευξη μας, θα ήθελα να σας ρωτήσω: κάτω από ποιες προσωπικές, τρόπον τινά, επιταγές δημιουργήθηκε το βιβλίο σας, κ. Ευσταθιάδη, «Σου γράφω από την κοιλιά του κτήνους», που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μεταίχμιο;
Όλα ξεκίνησαν από μια επίσκεψή μου στις φυλακές υψίστης ασφαλείας του Στράουμπινγκ στη Βαυαρία. Ήθελα να πάρω μια συνέντευξη από έναν 43χρονο Γερμανό, καταδικασμένο σε ισόβια για τη δολοφονία της θείας του, που βρισκόταν ήδη δεκαέξι χρόνια έγκλειστος. Δεν χρειάστηκε να μιλήσουμε περισσότερο από δέκα λεπτά. Ήμουν σίγουρος πως το αρχικό πλάνο της συνέντευξης (καθώς και το σχετικό άρθρο μου που πιθανόν να δημοσιευόταν σε κάποια γερμανική εφημερίδα) είχε ήδη «καεί». Η επαφή μ’ αυτόν τον άνθρωπο και την ιστορία του με είχε οδηγήσει αλλού. Στην κοιλιά του κτήνους.
Όσο έγραφα… με απασχολούσε, όλο και περισσότερο, η έννοια της αμφιβολίας σ’ έναν κόσμο που φαίνεται να δοξάζει τις βεβαιότητες.
«Σε περίπτωση αμφιβολίας ο κατηγορούμενος κηρύσσεται αθώος». Δίπλα σε αυτή την πιο διάσημη αρχή του ποινικού δικαίου, ο αναγνώστης τι θα αποκομίσει διαβάζοντας το νέο σας βιβλίο;
Είναι γνωστό πως ο καθένας αποκομίζει κάτι διαφορετικό από ένα βιβλίο. Η εμπειρία του διαβάσματος παραμένει αυστηρά προσωπική και εξαρτάται όχι μόνο από την προσωπικότητα του ίδιου του αναγνώστη, αλλά και από τη χρονική στιγμή που τυχαίνει να πέσει στα χέρια του το κείμενο.
Όσο έγραφα, ανακάλυπτα αθέατες πλευρές και διλήμματα που αφορούσαν τόσο το σύστημα απονομής δικαιοσύνης όσο και το θεμελιωμένο τεκμήριο αθωότητας, χωρίς το οποίο δεν νοείται οποιοσδήποτε νομικός πολιτισμός. Με απασχολούσε, όλο και περισσότερο, η έννοια της αμφιβολίας σ’ έναν κόσμο που φαίνεται να δοξάζει τις βεβαιότητες. Αν είμαι τυχερός, ο αναγνώστης θα θέσει και τα δικά του ερωτήματα.
Το μυθιστόρημα ανοίγει ιστορίες που καταλήγουν σε δύο άγρια φονικά αφήνοντας το υπερφυσικό στοιχείο να υπερίπταται των γεγονότων. Ζήτημα γραφής ή ηθελημένη παρέμβαση του εν λόγω βιβλίου;
Νομίζω πως κάθε προμελετημένος φόνος εμπεριέχει και κάτι υπερφυσικό, μια υποψία πως μόνο ο άνθρωπος μπορεί να φτάσει και να ξεπεράσει ορισμένα όρια αγριότητας. Όταν πήγα στη Γερμανία για να δω το δάσος όπου είχε απαχθεί η Ούρσουλα Χέρμαν (είναι η μία από τις δύο υποθέσεις που με απασχόλησαν), δεν είχα υπολογίσει ότι θα ένιωθα οποιονδήποτε φόβο. Γιατί να φοβηθώ άλλωστε; Η απαγωγή είχε συμβεί το 1981 και η Ούρσουλα ήταν τότε ένα δεκάχρονο κοριτσάκι. Βρισκόμαστε πλέον στο 2023, είχα φτάσει ως εκεί παρέα με έναν φίλο μου Γερμανό και φυσικά δεν διατρέχαμε κανέναν πραγματικό κίνδυνο. Κι όμως, όταν φτάσαμε στο σημείο όπου είχε βρεθεί θαμμένο το παιδί, παγώσαμε και οι δύο. Γιατί; Δεν έχω σαφή ή λογική απάντηση. Ίσως ο φόβος μπροστά στο Κακό να αποτελεί ένα αρχέγονο ένστικτο αυτοσυντήρησης.
Η επίσκεψή σας στη φυλακή στη Βαυαρία διήρκεσε μόνο έξι ώρες. Ποια συναισθήματα βγήκαν στην επιφάνεια αμέσως μετά την παρέλευση αυτών των ωρών και ποια γεννήθηκαν αργότερα;
Μεταξύ σοβαρού και αστείου ήταν έξι ώρες που κράτησαν περίπου δύο χρόνια. Η επίσκεψη αυτή όρισε το σημείο μηδέν. Αποκεί ξεκίνησε η ιστορία μου και προεκτάθηκε σιγά σιγά σε σημεία που δεν είχα φανταστεί. Μα έτσι γίνεται κάθε φορά. Δεν γράφω για πράγματα που ξέρω, αλλά –κυρίως– για όσα αγνοώ. Στη διαδρομή ίσως να μαθαίνω κάτι.
Με αφορμή τα γενέθλια της Μαργαρίτας ο αφηγητής προχωρά την ιστόρηση των γεγονότων με υποθετικά αν. Πόσο επιρρεπής ή αλληλέγγυος μπορεί να είναι ένας συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων σε τυχόν τέτοιου είδους ερωτήματα στην προσωπική του ζωή;
Νομίζω πως αυτή η μικρή λέξη, το «αν», είναι μία από τις πιο διαβρωτικές που έχουμε σκαρφιστεί. Σωτηρία και βασανιστήριο μαζί. Ολόκληρη η τέχνη δεν είναι χτισμένη πάνω στην πλάτη της; Τι νόημα έχει η έννοια της φαντασίας χωρίς το «αν»;
Μέσα στο βιβλίο έρχονται στην επιφάνεια και κάποιες σκέψεις σας αναφορικά με τις κοινωνικές ανισότητες. Φράσεις όπως «…δεν είχε προλάβει να χωνέψει ακόμη το αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ όσων δίνουν και όσων δέχονται εντολές» το καταμαρτυρούν. Ποια η σύνδεση της γραφής σας με κοινωνικά ζητήματα; Πώς ένα ελληνικό, συγκεκριμένα, αστυνομικό μυθιστόρημα μπορεί να ανασαλεύσει κοινωνικά ζητήματα;
Πολλοί υποστηρίζουν ότι το αστυνομικό είναι πλέον το νέο κοινωνικό μυθιστόρημα. Ας αποφύγουμε τους βαρύγδουπους χαρακτηρισμούς. Είναι αλήθεια όμως ότι τα αστυνομικά μυθιστορήματα ασχολούνται με πολλά θέματα που η υπόλοιπη λογοτεχνική παραγωγή συχνά αποφεύγει ή και σνομπάρει. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει ένα δημιουργικό κύμα από χώρες και μέρη που κανείς δεν υπολόγιζε. Για παράδειγμα: το κορεάτικο σινεμά ή η αφρικάνικη λογοτεχνία. Νομίζω πως και στην Ελλάδα γράφονται κείμενα υψηλών συχνοτήτων.
Ο ομοδιηγητικός αφηγητής κάνει τη δική του έρευνα. Από ποια στάδια πέρασε η έρευνα του νομικού με τον συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων;
Στην αρχή προσέγγισα το υλικό περισσότερο ως δημοσιογράφος – χωρίς να είμαι. Το ίδιο το θέμα παρουσίαζε πολλές νομικές προεκτάσεις, αφού μιλάμε για δύο δικαστικές υποθέσεις και δύο καταδικασμένους –πιθανόν άδικα– σε ισόβια. Το δικό μου ενδιαφέρον ήταν όμως καθαρά συγγραφικό: ήθελα να γράψω ένα μυθιστόρημα για όσα συνέβησαν. Έχω σπουδάσει νομικά και δούλεψα αρκετά χρόνια ως δικηγόρος, οπότε η δική μου πορεία επηρέαζε και τον τρόπο που έβλεπα τα πράγματα. Κάποιες ώρες ένιωθα πως ήμουν ταυτόχρονα ερευνητής, νομικός, συγγραφέας, αλλά και μυθιστορηματικός «ήρωας» του βιβλίου. Όχι βέβαια ως πρωταγωνιστής, αλλά μέσα στις σελίδες υπάρχω κι εγώ. Ήταν μια περίεργη μείξη, ένα δημιουργικό (ελπίζω) μπέρδεμα.
«Το δικαστήριο είχε όμως πάρει την απόφασή του… με την ανακοίνωση της ποινής, λένε πως ακούστηκε στην αίθουσα του δικαστηρίου μια εκπνοή. Θα μπορούσε να είναι ο ήχος της συλλογικής ανακούφισης». Ως συγγραφέας μυθιστορημάτων που ιχνογραφούν την ψυχοσύνθεση των ηρώων, τι παρατηρείτε μπροστά σε αυτή την αδηφάγα επικαιρότητα;
Για μένα έχει μεγάλο ενδιαφέρον αυτή η στιγμή: όταν συνειδητοποιείς ότι η ανάγκη της κοινωνίας να βρεθεί ένας ένοχος, δηλαδή να κλείσει μια ανοιχτή πληγή, είναι σημαντικότερη από την οποιαδήποτε ιδέα περί δικαιοσύνης. Και ταυτόχρονα, πρόκειται για μια πραγματικά κυνική διαπίστωση. Θυμίζει εκείνη την καταπληκτική ατάκα της Χάισμιθ: Τελικά η δικαιοσύνη δεν ενδιαφέρει κανέναν.
Μετά την παρέλευση του αντίστοιχου χρόνου από την επίσκεψή σας στη φυλακή, αλλά και την κυκλοφορία αυτού του βιβλίου, θα ήθελα να μου πείτε: Ποιο ήταν τελικά το πραγματικό πρόσωπο του Φρέντερικ Τάλας;
Δεν το ξέρω τόσο καλά για να απαντήσω σε κάτι τέτοιο. Σίγουρα είναι ένας άνθρωπος που έχει δοκιμαστεί έξω από τα συνηθισμένα όρια. Κατά πάσα πιθανότητα, χωρίς μάλιστα να το επιλέξει και χωρίς να κάνει κάτι γι’ αυτό. Λογοτεχνικά, θα μπορούσε να αποτελεί τη σύγχρονη προσωποποίηση του τραγικού ήρωα. Θυμάμαι πολύ συχνά την πρώτη του ατάκα: μέχρι να με συλλάβουν, νόμιζα ότι αυτά γίνονται μόνο σε ταινίες. Έπρεπε να παίξει έναν ρόλο που είχαν διαλέξει κάποιοι άλλοι.
Ποια είναι η πιο σκοτεινή ιστορία που είδατε ως παιδί στις εφημερίδες ή στην τηλεόραση και τη θυμάστε ακόμη με εκείνο τον παιδικό τρόμο;
Ο τρόμος και ο φόβος δεν γίνεται να βιωθούν μέσω τρίτων, είναι πολύ προσωποπαγή και άμεσα συναισθήματα. Μπορείς να τρομάξεις πραγματικά από μια εφημερίδα ή την τηλεόραση; Αν βρεθούμε για μια βραδιά στη λωρίδα της Γάζας, πιθανότατα θα μας κοπεί η μιλιά για μήνες.
Νομίζω πως η τηλεοπτική σειρά «Τσέρνομπιλ» (2019) πλησίασε τη σύγχρονη καρδιά του σκότους.
Ποιες ήταν οι λογοτεχνικές σας επιρροές; Περνώντας τα χρόνια σε ποιους συγγραφείς νιώθετε πιο κοντά;
Κάθε μέρα τα ονόματα αλλάζουν λιγάκι. Κάποια πολύ αγαπημένα: Αισχύλος, Ρεμπώ, Μπάροουζ, Μπέκετ, Καβάφης, Κάφκα, Βιζυηνός, Σιμενόν, Κορτάσαρ, Καραπάνου, Μπολάνιο.
Είναι γνωστό πως δεν έλκει ο λαβύρινθος. Είναι, απλά, εκεί και περιμένει. Έχετε ξεκινήσει έστω και σαν σκέψη το νέο σας ταξίδι στον κόσμο του επόμενου βιβλίου;
Αυτή την εποχή γράφω ένα θεατρικό που μοιάζει με αστυνομική κωμωδία. Αν ποτέ παιχτεί, θα γελάσω πρώτος. Ελπίζω να μην είμαι ο μόνος.
Σας ευχαριστώ για τον χρόνο σας (Γρηγόρης Δανιήλ)
Εγώ σας ευχαριστώ πολύ! (Μίνως Ευσταθιάδης)
Το βιβλίο «Σου γράφω από την κοιλιά του κτήνους» του Μίνου Ευσταθιάδη κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο
0