H Τατιάνα Αβέρωφ, διακεκριμένη συγγραφέας εδώ και δεκαετίες μιλά στο The Book.
Με σπουδές στη φιλοσοφία και την ψυχολογία, η Τατιάνα Αβέρωφ λίγο πριν την κυκλοφορία του Μέρος Β του βιβλίου της, «Δέκα ζωές σε μία», μας παραχώρησε πριν κάποιους μήνες μια συνέντευξη με αφορμή την κυκλοφορία του «Silver Alert», ενός μυθιστορήματος που τράβηξε αμέσως τα βλέμματα της συγγραφικής και αναγνωστικής κοινότητας.
«Σε βρίσκει η ποίηση» τιτλοφορείται μια πρόσφατη συλλογή του Τίτου Πατρίκιου. Κάπως έτσι σας βρήκε η συγγραφή στη ζωή σας και με ανάλογο τρόπο σας (ξανα)βρήκε το αστυνομικό μυθιστόρημα. Πιστεύετε πως αυτό το δεύτερο αστυνομικό σας βιβλίο ήταν θέμα σύμπτωσης ή ξεκάθαρα ανάγκης;
Αρχικά, όταν εκδόθηκε το προηγούμενό μου αστυνομικό μυθιστόρημα, το «Έγκλημα στον Παράδεισο», ένιωσα ως ανάγκη να καταπιαστώ με τη συνέχεια του «Δέκα ζωές σε μία» ‒ ένα ιστορικό μυθιστόρημα με ήρωα τον πατέρα μου που κυκλοφόρησε πριν από δέκα χρόνια, στο οποίο όμως είχα καταφέρει να καλύψω μόνο το πρώτο μισό της ζωής του. Ασχολήθηκα λοιπόν ένα δυο χρόνια, έγραψα κάμποσες χιλιάδες λέξεις, αλλά δεν ήταν αυτό που ήθελα και το έβαλα στην άκρη.
Με το δεδομένο ότι το ταξίδι της γραφής συγκαταλέγεται πια στις βασικές μου ανάγκες, το «Silver Alert» προέκυψε από καθαρή σύμπτωση: Μια εν εξελίξει υπόθεση αρχαιοκαπηλίας μού χτύπησε κυριολεκτικά την πόρτα, τη στιγμή ακριβώς που αναζητούσα θέμα για επόμενο βιβλίο.
Επειδή το αστυνομικό μυθιστόρημα δεν είναι ο κατεξοχήν χώρος που υπηρετείτε, ο χώρος δράσης, που τυγχάνει να είναι και τόπος καταγωγής σας, λειτούργησε, κατά μία έννοια, απελευθερωτικά;
Ο τόπος καταγωγής μου είναι η πηγή που τροφοδοτεί τη γραφή μου όχι μόνο σε τούτο το βιβλίο αλλά, εμμέσως, σε όλα νομίζω. Όταν αποφάσισα να δοκιμάσω τις δυνάμεις μου και στο αστυνομικό μυθιστόρημα, διάλεξα αυτομάτως να το τοποθετήσω σε ένα περιβάλλον οικείο, μακριά από τη μεγάλη πόλη. Στα μικρά μέρη όλα είναι πιο έντονα, πιο μεγεθυμένα, λιγότερο απρόσωπα. Οι τοπικές αρχές, η αστυνομία, η υγεία δεν είναι απρόσωποι θεσμοί, έχουν όνομα και επώνυμο. Όλοι ξέρουν όλους, εξού και τα κουτσομπολιά οργιάζουν. Αυτό με γοητεύει ως συγγραφέα γιατί μου δίνει την ευκαιρία να εστιάσω στα παράδοξα της ανθρώπινης συμπεριφοράς και να εμπνευστώ από τους χαρακτήρες μου.
Ποιους δράκους συναντήσατε μέχρι την ολοκλήρωση του βιβλίου και τι κυρίως θα επισημάνατε μετά την πεντάμηνη κυκλοφορία του;
Οι δράκοι αυξάνονται σε κάθε βιβλίο που γράφω, ίσως γιατί κάθε φορά βάζω καινούργιες προκλήσεις στον εαυτό μου και παράλληλα γίνομαι όλο και αυστηρότερος κριτής της γραφής μου. Στο «Silver Alert» οι δράκοι είχαν να κάνουν, αφενός, με τη δυσκολία να ξεδιπλώσω εναλλάξ τρεις φαινομενικά άσχετες υποθέσεις χωρίς να μπερδευτεί ο αναγνώστης και, αφετέρου, με την αφηγηματική φωνή που είναι πιο «ρευστή» σ’ αυτό το βιβλίο συνδυάζοντας πολλές φορές την τριτοπρόσωπη αφήγηση με την πρωτοπρόσωπη και τον εσωτερικό μονόλογο μέσα στην ίδια παράγραφο. Χαίρομαι που στους πέντε μήνες που κυκλοφορεί τώρα το βιβλίο τα σχόλια των αναγνωστών μού δείχνουν ότι μάλλον νίκησα τελικά τους δράκους.
…οι θεσμοί και οι άνθρωποι που τους υπηρετούν είναι πολλές φορές κατώτεροι των περιστάσεων.
Ένα από τα θέματα που αιωρείται στις σελίδες του βιβλίου είναι η άσχημη εντύπωση που προκαλούν στα ανδρικά βλέμματα στο χωριό -και κάπως γενικεύοντας στις κλειστές κοινωνίες- οι κινήσεις των γυναικών πέραν των αναμενόμενων. Σ’ αυτήν την ολοένα πιο απελευθερωμένη Ελλάδα τέτοια στερεότυπα δεν ξενίζουν;
Η απελευθέρωση αργεί να διεισδύσει στην ψυχή των ανθρώπων και να αλλάξει την επικρατούσα νοοτροπία. Ιδίως στις μικρές κοινωνίες. Σας διαβεβαιώ ότι τα πράγματα είναι ακριβώς έτσι όπως τα περιγράφω ή και πολύ χειρότερα. Και αν όχι πάντα στα λόγια και στις πράξεις, στα βλέμματα έστω και στους ψιθύρους.
…είναι πολύ πιο δύσκολο να διορθώσεις το πρόβλημα όταν έχει φτάσει ήδη σε σημείο έκρηξης.
Διάγοντας την τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα βλέπουμε τους εκδοτικούς οίκους να επενδύουν περισσότερο στο αστυνομικό μυθιστόρημα, αλλά και οι συγγραφείς, ανταποκρινόμενοι σε ένα ολοένα αυξανόμενο αναγνωστικό κοινό αυτού του είδους, να στρέφουν τη συγγραφική τους οπτική σε βιβλία γεμάτα σασπένς και μυστήριο. Τι παρατηρήσεις θα κάνατε επ’ αυτού ως ψυχολόγος, αλλά κι ως συγγραφέας για αυτή τη μετατόπιση οπτικής της σύγχρονης λογοτεχνίας;
Δεν θα έλεγα ότι πρόκειται τόσο για «μετατόπιση» όσο για «διεύρυνση» της οπτικής της σύγχρονης λογοτεχνίας. Είναι ίσως και μια μορφή απελευθέρωσης ή απενοχοποίησης του αναγνωστικού κοινού. Άλλωστε και ο όρος «αστυνομική λογοτεχνία» μπήκε σχετικά πρόσφατα στη ζωή μας, παλιότερα το είδος αυτό δεν θεωρούνταν ακριβώς «λογοτεχνία» από τους ειδικούς. Προσωπικά πιστεύω πως ό,τι φέρνει περισσότερο κόσμο κοντά στο βιβλίο είναι θετική εξέλιξη.
Ο σημερινός Έλληνας ζει μια από τις χειρότερες περιόδους της ιστορίας του και ειδικότερα οι νέοι άνθρωποι που μεγάλωσαν μέσα στην κρίση βίωσαν τη μακρά περίοδο του εγκλεισμού (λόγω του Covid) που ίσως έφερε ματαιώσεις, αλλά σίγουρα σηματοδότησε μια συνεχή έκρηξη βίας. Επικαλούμενος την ιδιότητά σας ως ψυχολόγου και δη σχολικού για αρκετά χρόνια, πώς βλέπετε αυτή τη συνεχώς αυξανόμενη βία που περικλείει τις σχολικές μονάδες και όχι μόνο;
Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τον καιρό που δούλευα ως σχολική ψυχολόγος. Ήδη από τότε έβλεπες δυστυχισμένα παιδιά, επιθετικά ή αποτραβηγμένα, που δυσκολεύονταν να ενταχθούν στην ομάδα. Όμως με λίγη παραπάνω βοήθεια από την οικογένεια και από το σχολείο, βρισκόταν μια κάποια ισορροπία. Σήμερα τα προβλήματα έχουν θεριέψει σιγά σιγά και ‒με επιταχυντή ίσως τον covid και τον εγκλεισμό‒ ξεσπάνε με μια βιαιότητα που μας ξαφνιάζει. Με τρομάζει αυτό και με στενοχωρεί, γιατί είναι πολύ πιο δύσκολο να διορθώσεις το πρόβλημα όταν έχει φτάσει ήδη σε σημείο έκρηξης. Μεγάλο ρόλο πιστεύω πως έπαιξαν και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης που εθίζουν τα παιδιά στα λάικς των άλλων προτού διαμορφώσουν τα δικά τους προσωπικά «λάικς» στη ζωή τους. Αυτός ο ετεροπροσδιορισμός στην ταυτότητα των νέων και μαζί η κούραση και οι δυσκολίες στην καθημερινότητα των γονιών, νομίζω πως, βρίσκονται στη ρίζα του προβλήματος.
Η ελληνική και όχι μόνο πραγματικότητα και δη των τελευταίων ημερών είναι υπερβολικά ευφάνταστη για να είναι πειστική ως μυθιστορηματικό υλικό. Θεωρείτε πως βρισκόμαστε μπροστά σε ένα κακογραμμένο βιβλίο μελέτης της ελληνικής κοινωνίας;
Μπορώ μόνο να ευχηθώ να σοβαρευτούμε. Όλοι μαζί. Δεν υπάρχουν μαγικές λύσεις.
Στα ενίοτε ερμητικά κλειστά στόματα η αλήθεια είναι αυτή που διαπερνά τις αντιστάσεις που στήνει ο φόβος ή το κέρδος. Το μυθιστόρημα αυτό αποτέλεσε κι ένα μέτρο ανάδειξης συμπεριφορών των ανθρώπων της υπαίθρου;
Δυστυχώς οι θεσμοί και οι άνθρωποι που τους υπηρετούν είναι πολλές φορές κατώτεροι των περιστάσεων. Στο «Silver Alert», ναι, βρίσκω την ευκαιρία να καυτηριάσω κάποια κακώς κείμενα στις συμπεριφορές των ανθρώπων ‒ όχι όμως ειδικά των ανθρώπων της υπαίθρου. Παρόμοιες είναι οι συμπεριφορές και στις μεγάλες πόλεις απλώς, όπως σας είπα πριν, νιώθω πως δεν αναδεικνύονται με τον ίδιο τρόπο, αφού στην πόλη υπερτερεί το πιο ανώνυμο πρόσωπο της γραφειοκρατίας.
Έχοντας μια 20ετή και πλέον παρουσία στον χώρο της συγγραφής λογοτεχνικών έργων, τι σας εντυπωσιάζει ή αντίθετα σας θλίβει στους άρτι αφιχθέντες Έλληνες συγγραφείς;
Δεν μπορώ να πω πως είμαι όσο ενημερωμένη θα ήθελα ώστε να μπορώ να σχολιάσω συνολικά τους νεότερούς μου Έλληνες συγγραφείς. Ο χρόνος μου είναι πολύ γεμάτος και διαβάζω μόνο ό,τι με ενδιαφέρει πραγματικά και έχει κάτι να μου προσφέρει. Αρκεί να πω ότι τα τελευταία χρόνια έχω διαβάσει δυο τρία βιβλία που με έχουν ενθουσιάσει.
Εν τέλει αυτή η δεύτερη δοκιμασία περιήγησης στον χώρο του μυστηρίου τι μπορεί να αναχαίτισε και τι έφερε στην επιφάνεια που ενδεχομένως δεν το είχατε σκεφτεί;
Αναχαίτισε ‒ελπίζω για καλό‒ τη βιασύνη με την οποία ήθελα να ξαναπιάσω το «Δέκα ζωές σε μία» και να γράψω το δεύτερο μέρος της ιστορίας του πατέρα μου. Και ανέδειξε τις άπειρες δυνατότητες και δυσκολίες της αφηγηματικής φωνής, αναγκάζοντάς με να παιδευτώ συγγραφικά και να κατακτήσω ίσως ένα μικρό βήμα ακόμα.
Συγγραφικά ο νέος χρόνος τι θα φέρει; Ποιες οι αποσκευές της λογοτεχνικής σας συνέχεια;
Ο νέος χρόνος θα φέρει ελπίζω ξεκούραση, άδειασμα και χώρο για νέα ξεκινήματα. Ήδη έχω αρχίσει την έρευνα για το επόμενο βιβλίο μου, ενώ με απασχολούν έντονα τα (νεφελώδη ακόμα) ζητήματα ύφους, δομής, αφηγηματικής φωνής κ.λπ. Αναφέρομαι στο Μέρος Β του «Δέκα ζωές σε μία», όπως είπα και προηγουμένως. Σκέφτομαι να καλύπτει τη χρονική περίοδο 1948-1990 στη ζωή του ήρωα (δηλαδή του πατέρα μου), ενώ η δική μου φωνή ως αφηγήτρια θα είναι τοποθετημένη στο σήμερα, έχοντας βέβαια την απόλυτη ευελιξία που επιτρέπει η ανθρώπινη μνήμη. Θα δούμε… Μακάρι αυτή τη φορά να τα καταφέρω.
Γ.Δ. Σας ευχαριστώ για τον χρόνο σας.
Τ.Α. Ευχαριστώ πολύ κι εγώ!
0