Το νέο αστυνομικό διήγημα του βραβευμένου συγγραφέα Θανάση Σάλτα «Τo μυστήριο της πανσιόν Petit Amour» κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Πνοές Λόγου και Τέχνης σε μια εξαιρετική ανθολογία που αποτελείται από ελληνικά αστυνομικά διηγήματα, με τίτλο: “Αναζήτηση και Αποκάλυψη”.

 

Το αστυνομικό διήγημα του Θανάση Σάλτα μας παρασύρει σε μια γοητευτική νουάρ ιστορία μυστηρίου. Η λογοτεχνική πένα του συγγραφέα, μέσα από ένα συνεχές παιχνίδι γρίφων και ανατροπών, εξελίσσει με κινηματογραφικό τρόπο, τα ανεξιχνίαστα εγκλήματα που διαπράττονται στα μυστηριώδη δωμάτια της περίφημης πανσιόν Petit Amour, όπου αργά τα μεσάνυχτα και κρυφά από τα φώτα της δημοσιότητας διανυκτερεύουν άτομα  της υψηλής κοινωνίας μαζί με ήρωες του υποκόσμου.

Στα  μυστηριώδη δωμάτια, σε ανυποψίαστο χρόνο, διαπράττονται αινιγματικά εγκλήματα… Ο Επιθεωρητής Γουίλιαμς, καλείται να τα εξιχνιάσει,  οι ύποπτοι συνεχώς εναλλάσσονται, σασπένς και συνεχείς ανατροπές κρατούν αμείωτο το ενδιαφέρον του αναγνώστη και καθιστούν τον συγγραφέα , ως έναν από τους αγαπημένους μας του αστυνομικού διηγήματος…

 

Ακολουθεί ένα μικρό απόσπασμα:

Προχωρημένα μεσάνυχτα και στη μοναχική πανσιόν Petit Amour, ζευγάρια που αναζητούν ησυχαστήριο μακριά από τα φώτα και τους θορύβους της πόλης έρχονται κρυφά να χαρούν τον έρωτά τους.

Στη ρεσεψιόν, ένας κομψός, ευγενικός κύριος με λευκό πουκάμισο, παπιγιόν και μαύρο γιλέκο τους υποδέχεται με ένα ποτήρι κόκκινο κρασί και υπό τους ρομαντικούς ήχους τζαζ μουσικής.

Ένας καλοντυμένος ηλικιωμένος κύριος, συνοδευόμενος από μια όμορφη νεαρή κοπέλα, στέκεται έξω από την είσοδο της ρεσεψιόν. Ο ξενοδόχος ανοίγει ευγενικά την πόρτα:

– Καλώς ήλθατε αγαπητοί μου, πως μπορώ να σας εξυπηρετήσω;

– Θα θέλαμε να περάσουμε το Σαββατοκύριακο μας, ήσυχα, με την…, εεε…,ανεψιά μου.

Η όμορφη κοπέλα κοκκίνησε από ντροπή, χαμογέλασε για λίγο κι ευθύς χαμήλωσε το κεφάλι και το βλέμμα της.

-Με την γκουχ, ανεψιά σας; γκουχ, γκουχ, ξερόβηξε ο ξενοδόχος. Μετά πλησίασε τον κύριο και του είπε σιγά στο αυτί:

– Eλάτε κύριε Ντόνοβαν, μεταξύ μας; αφού ξέρετε στην πανσιόν μας υπάρχει εχεμύθεια!

– Για να μην μας ακούσει κανένα αυτί, ξέρετε, μην το μάθει η σύζυγος, χε, χε….

– Έχετε μου εμπιστοσύνη, εδώ είσαστε απόλυτα ασφαλής, δεν θα το μάθει κανείς, σαν να μην ήλθατε ποτέ. Το ξέρετε άλλωστε, όλη η υψηλή κοινωνία έχει περάσει από εδώ, ποτέ δεν διέρρευσε καμία φήμη!

Στη συνέχεια, ο ξενοδόχος χαμογέλασε, ξεκρέμασε από τον τοίχο ένα ασημένιο κλειδί και προσφέροντάς το στον κύριο, ξαναβρήκε την φωνή του και μίλησε πιο δυνατά.

-Πολύ όμορφα, το δωμάτιο 2, στον πίσω όροφο, είναι ιδανικό, για εσάς κύριε Ντόνοβαν και την ωραιότατη ανεψιά σας. Ο καμαρότος μας, θα σας συνοδέψει ως το υπέροχο δωμάτιο σας Νο 2! Κύριε Σμιθ συνόδεψε, παρακαλώ τους κυρίους.

Ο καμαρότος, πήρε στα χέρια του τις βαλίτσες και οδήγησε το ζευγάρι ως το δωμάτιο.

Κουρασμένος ο ξενοδόχος κεράστηκε το τελευταίο ποτό του, έσβησε τα φώτα και έγειρε το κεφάλι του να ξαποστάσει στην μπάρα της ρεσεψιόν. Λίγα λεπτά αργότερα όμως, είδε μια γεροδεμένη ανδρική φιγούρα να στέκει έξω από την πόρτα της πανσιόν κι ευθύς ανασηκώθηκε για να του ανοίξει.

– Τι γυρεύετε, τέτοιαν ώρα μόνος σας, εδώ, κύριε; Θέλετε δωμάτιο για διανυκτέρευση;

Τότε ο άνδρας, έβγαλε από την εσωτερική τσέπη του σακακιού του μια ταυτότητα και την επέδειξε στον ξενοδόχο, ο οποίος με έκπληξη είπε:

– Επιθεωρητά Γουίλιαμς, δεν το πιστεύω ότι είσαστε εσείς. Έχω ακούσει τόσα πολλά για τους επιθεωρητές κι ομολογώ ότι πάντοτε ήθελα να συναντήσω έναν επιθεωρητή από κοντά.

– Σας δίνεται λοιπόν η ευκαιρία να γνωριστούμε. Ξέρετε συνεχίζω τις έρευνες μου για μια πολύ σοβαρή υπόθεση και έχω ανάγκη ξεκούρασης για να σκεφτώ, σε ένα ήσυχο μέρος όπου κανείς δεν πρέπει να με γνωρίζει και να με ενοχλήσει. Για αυτό αποφάσισα να έλθω εδώ στην ερημική, μα ομολογώ, πολύ όμορφη πανσιόν σας.

– Εδώ είναι το τέλειο μέρος, κύριε Επιθεωρητά. Στους χώρους της πανσιόν μας, επικρατεί απόλυτη ηρεμία και απόλυτη εχεμύθεια. Το ιδανικό μέρος για να σκεφτείτε με καθαρό μυαλό και να εξιχνιάσετε όλες τις μυστήριες υποθέσεις σας.

Πριν προλάβει να ολοκληρώσει την φράση του, εμφανίστηκε η καμαριέρα ανήσυχη:

– Κύριε, επάνω στο δωμάτιο 3 μυρίζει λιβάνι κι ένας άνδρας φωνάζει, ότι δεν μπορεί να κοιμηθεί από την κάπνα, χτυπάει δυνατά τις πόρτες σε όλα τα δωμάτια, αναστατώθηκε όλος ο όροφος. Βγήκαν όλοι έξω από το δωμάτιο.

– Ωωω! Θεέ μου, θα είναι αυτός ο αλητήριος ο Μπλακ, ανεβαίνω μια στιγμή να τακτοποιήσω το θέμα, εσύ μείνει με τον κύριο Επιθεωρητή μέχρι να επιστρέψω, είπε ταραγμένα, ο ξενοδόχος, και έτρεξε γρήγορα στον πίσω όροφο.

Η καμαριέρα στο άκουσμα επιθεωρητής είπε:

– Καλά που ήλθατε κύριε Επιθεωρητά μας, να μας σώσετε, γιατί εδώ μέσα γίνονται σόδομα και γόμορρα!

– Αλήθεια; Φαίνεται ήσυχο μέρος. Για πείτε μου, τι συμβαίνει ακριβώς;

– Έρχονται εδώ όλοι και κάνουν τις βρωμοδουλειές τους. Τι δουλειά έχει ο γέρος, με μια κοπέλα σαν τα κρύα τα νερά; Εεε; Αλλά ας όψεται, το χρήμα… Αυτός ο διάολος, τα κάνει όλα!

– Θέλετε να πείτε ότι έρχονται παράνομα ζευγάρια; Είναι σήμερα εδώ πολλά τέτοια παράνομα ζευγάρια;

– Ναι, αλλά το χειρότερο είναι στο δωμάτιο 2, αυτός ο κερατάς ο κύριος Ντόνοβαν, έρχεται εδώ τα Σαββατοκύριακα κρυφά από την γυναίκα του, με κάτι σουρλουλούδες πιτσιρίκες. Δεν ξέρω τι κάνει, δεν μου επιτρέπεται να δω, αλλά τον ακούω από την πόρτα, την μια τους τάζει, την άλλη τις απειλεί, ο γεροξεκούτης. Να, σήμερα σφάχτηκαν με το κορίτσι, για έναν σταυρό…

– Μάλιστα. Και υπάρχουν και άλλα τέτοια ζευγάρια εδώ μέσα;

– Ου, έχουν περάσει από εδώ, ένα σωρό γνωστοί. Τι να σας λέω τι έχουν δει τα μάτια μας… Βλέπετε έχω το πασπαρτού, όλα τα δωμάτια συγυρίζω, όλα τα βλέπω! Να, σήμερα ήλθε πάλι μεθυσμένος αυτός ο χαρτοκλέφτης με την δήθεν γυναίκα του, ψέμα, δεν είναι παντρεμένοι. Έχουν ρημάξει όλο τον κόσμο, εμένα δεν μου το βγάζεις από το νου, ότι αυτοί οι δυο, είναι συμμορία, που ξεπαστρεύουν όποιον βρουν μπροστά τους.

– Και σε ποιο δωμάτιο είναι για να έχουμε το νου μας;

– Τους βάζουμε στα πιο μακρινά δωμάτια, για να μην κλέβουν τον κόσμο, μια στο 13, μια στο 10, το καλό που λέμε… Εκεί είναι τώρα, στο 10 το καλό, μακριά κι αγαπημένοι!

– Κι ο καβγάς επάνω;

– Νομίζω, ότι αυτοί οι διάσημοι οι μουσικοί, κάνουν άσωτη ζωή. Καλοί κι άξιοι, δεν λέω, εγώ τους θαυμάζω, τραγουδάνε ωραία, τους πήρα και αυτόγραφο, αλλά για να λέμε τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη, δεν κάνουν καλά κύριε Επιθεωρητά μου.

-Τι εννοείται δεσποινίς;

– Πως να σας το πω! Σσσς…, μην μας ακούσουν. Ναρκωτικά, κύριε! Στο δωμάτιο 5, πίνουν ναρκωτικά, όχι τίποτα βαριά αλλά πίνουν. Μας φλόμωσε όλος ο όροφος από το πως το λένε αυτό, το τσιγαριλίκι τους. Για αυτό βγήκε κι αυτός από το διπλανό δωμάτιο 4, που δεν τον ξέρω, από που ξεφύτρωσε, και άρχισε να κοπανάει τις πόρτες τους, φωνάζοντας σβήστε το, δεν μπορούμε να κοιμηθούμε από την μπόχα.

– Για αυτό τους φώναζε ότι μυρίζει λιβάνι; Ομολογώ πολύ αστείο…

– Όχι, κύριε επιθεωρητά. Για τα ναρκωτικά φώναζε και ξεσηκώθηκε ο κόσμος όλος, και βγήκε κι αυτός ο άγιος άνθρωπος, από το μοναστήρι με το θυμιατήρι και φώναζε ειρήνη πάσης. Τι να κάμει κι αυτός ο μισερός, με όλους τους τρελούς εδώ μέσα, λιβανίζει, άγιος άνθρωπος είναι.

– Μις Κάθυ! Στη δουλειά σου γρήγορα! Ακούστηκε η αυστηρή φωνή του ξενοδόχου Πάξον.

– Ωχ, επιστρέφει ο κύριος, ότι είπαμε μεταξύ μας κύριε Επιθεωρητά, εγώ ξέρετε, δεν λέω τίποτα, τάφος το στόμα μου, ούτε που σας είδα, ούτε που σας ξέρω.

Ο ξενοδόχος επέστρεψε στη ρεσεψιόν αγχωμένος και ανήσυχος, άνοιξε ένα μπουκάλι κρασί και κέρασε τον επιθεωρητή.

– Πιείτε κι εσείς, είναι χαλαρωτικό. Είναι ξέρετε, πολύ δύσκολο να χειριστείς πολλούς, διαφορετικούς ανθρώπους και να καταφέρεις να είναι όλοι τους ικανοποιημένοι. Να τώρα, επάνω, τσακώνονταν. Αυτό το τομάρι ο Μπλακ, μας έκανε άνω κάτω. Αλλά τι να πεις, από φυλακή έρχεται, ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να σου ξημερώσει με ένα πρώην εγκληματία.

– Εγκληματίας;

– Πέντε χρόνια φυλακή ο κύριος Ντέιβιντ Μπλακ , τι να ‘ναι, αγιοπαίδι; Tέλος πάντων , το διευθέτησα το θέμα. Σε λίγο θα έχουμε μια μικρή συγκέντρωση στο φουαγιέ. Για να διασκεδάσουμε την αναστάτωση μας, τους προσκάλεσα όλους σε μια μικρή μεταμεσονύχτια δεξίωση, με όλα τα ποτά κερασμένα από την πανσιόν. Θα τραγουδήσουν οι Τζέημς! Πηγαίνετε κι εσείς κύριε επιθεωρητά επάνω, στο δωμάτιο σας στο Νο 7, να αλλάξετε και να έλθετε σε μια ώρα από τώρα, θα είναι μια ξεχωριστή βραδιά για όλους μας. Ο κύριος Σμιθ θα σας συνοδέψει ως εκεί.

Ο ξενοδόχος κλείδωσε την πόρτα της πανσιόν κι ανέβηκε κι εκείνος με τη σειρά του στο δωμάτιο του για να κάνει ένα γρήγορο μπάνιο, για να διώξει από το σώμα του, την κούραση και την κάψα της θερμής αυτής νύχτας. Στην θέση του για αυτήν την μια ώρα της ανάπαυλάς του κάλεσε τον καμαρότο κύριο Σμιθ να επιβλέπει την ρεσεψιόν.

Μισή ώρα αργότερα, ο ξενοδόχος ανανεωμένος και φρεσκολουσμένος επέστρεψε στη ρεσεψιόν για να ξεκινήσει τις ετοιμασίες για την δεξίωση. Ο καμαρότος, φρόντισε για τα αρίστης ποιότητας ποτά και τις εξωτικές ποικιλίες που συνόδευαν τα γαλλικά κρασιά του μπουφέ, ενώ ο ξενοδόχος ως οικοδεσπότης επιμελήθηκε τον ατμοσφαιρικό φωτισμό και τις κατάλληλα διαμορφωμένες θέσεις των καλεσμένων στο φουαγέ.

Οι καλεσμένοι δεν άργησαν, να φανούν. Πρώτο εμφανίστηκε το ζευγάρι των κυρίων Λέβινγκστον, ο κύριος με ψιλόλιγνο φράγκο, σαν να φιγούραρε στο καλύτερο καζίνο του κόσμου και η κυρία με μαύρη μεταξωτή τουαλέτα και ένα χρυσό σταυρό να λάμπει στο λαιμό της. Έπειτα, έκανε την εμφάνιση του, ο κύριος Ντόνοβαν με την όμορφη δεσποινίδα ανεψιά του, όπως τόνισε. Ο κύριος Ντόνοβαν με γυαλιστερό μαύρο κοστούμι, πούρο και λευκό πουκάμισο ενώ η νεαρά συνοδός του, πιο απλά ντυμένη με ένα λιτό, λευκό, λινό φόρεμα που διέγραφε το καλλίγραμμο σώμα της.

Τα δυο ζευγάρια κάθισαν σε αντικρινά τραπέζια, ενώ ανάμεσα τους κάθισε ο ξενοδόχος. Τότε από τις σκάλες φάνηκε να κατεβαίνει ο επιθεωρητής Γουίλιαμς, ο οποίος αφού κεράστηκε ένα ποτήρι σκοτσέζικο ουίσκι, κάθισε δίπλα στον ξενοδόχο. Ο καμαρότος σερβίρισε κόκκινο γλυκό κρασί τα δυο ζευγάρια. Σύντομα εμφανίστηκαν μπροστά στη σκηνή, οι μουσικοί, ο κύριος Τζέημς με την κιθάρα του και η κυρία Τζέημς με την μεταξωτή κόκκινη τουαλέτα της και τα ψηλά μαύρα γάντια της. Τρέχοντας, ήλθε κι ο περίεργος κύριος Μπλακ, ο οποίος κεράστηκε μόνος του, ουίσκι με πάγο.

Τελευταίος εμφανίστηκε ο καλόγερος, οποίος ήλθε να ευλογήσει την δεξίωση.

– Είμαστε όλοι εδώ, είπε χαρούμενος ο ξενοδόχος, να γιορτάσουμε την συνεύρεσή μας. Το αξιότιμο ζεύγος Λέβινγκστον, ο κύριος Ντόνοβαν μετά της ωραιοτάτης ανεψιάς του, ο ατίθασος κύριος Ντέιβιντ Μπλάκ, ο οσιότατος γέροντας Αμβρόσιος, οι υπέροχοι μουσικοί μας Τζέημς και ο κύριος Γουίλιαμς. Είσαστε όλοι μοναδικοί. Κύριε Σμιθ κέρασε τους κυρίους άπλετο κρασί και ποτό. Η πανσιόν Petit Amour κερνάει απόψε!

Οι Τζέημς τραγούδησαν όμορφα ερωτικά τραγούδια, η ατμόσφαιρά χαλάρωσε. Ο Ντέιβιντ Μπλακ, κατέβαζε το ένα ουίσκι μετά το άλλο και γλυκοκοιτούσε τις ωραίες κυρίες, μια την όμορφη συνοδό του κυρίου Ντόνοβαν και μια την κυρία Λέβινγκστον. Ο ξενοδόχος, είπε ψιθυριστά στον επιθεωρητή:

-Το βλέπετε, το τομάρι τον Μπλακ, πως κοιτά τις γυναίκες; Eλπίζω να μην έχουμε άλλα τραβήγματα με δαύτον.

– Έννοια σας και τον παρακολουθώ. Μα εμένα άλλο με προβληματίζει, αγαπητέ μου! Προσέξτε λίγο το ζεύγος Ντόνοβαν, κοιτάξτε διακριτικά, δείχνουν να μαλώνουν, απάντησε ο επιθεωρητής.

– Αυτή φοράει τον σταυρό μου, ποια είναι αυτή; έλεγε η νεαρά συνοδός στον κύριο Ντόνοβαν κι εκείνος προσπαθούσε να την καθησυχάσει. Πιο δίπλα, ο καλόγερος ρωτούσε την κυρία Λέβινγκστον, εάν ο σταυρός έχει διαβαστεί ποτέ από παππά σε εκκλησία.

– Που να ξέρουμε, εμείς, στα χαρτιά τον πήραμε, είπε πιωμένος ο κύριος Λέβινγκστον.

Τότε η τραγουδίστρια, πλησίασε το ζευγάρι. Πάνω στην έκσταση της από τα ναρκωτικά και το πάθος της για το τραγούδι, άρπαξε τον σταυρό από την κυρία Λέβινγκστον και τον φόρεσε στο λαιμό της ενώ συνέχισε να τραγουδά. Μόλις τελείωσε το τραγούδι της, έβγαλε από πάνω της τον σταυρό και γελώντας τον επέστρεψε ξανά στο λαιμό της κυρίας Λέβινγκστον.

Τα χειροκροτήματα πολλά και ο ξενοδόχος πανευτυχής φώναξε τον καμαρότο κύριο Σμιθ, να κεράσει κι άλλο τους καλεσμένους του.

– Μα, που είναι η μις Κάθυ να βοηθήσει; Κοιμάται; Ανέβα πάνω Σμιθ να την ξυπνήσεις, την τεμπέλα, να έλθει να βοηθήσει.

Ο καμαρότος πρώτα κερνάει από ένα ποτό όλους τους καλεσμένους και έπειτα ανεβαίνει να φωνάξει την καμαριέρα. Ο καμαρότος επιστρέφει αναστατωμένος, ψιθυρίζει κάτι μυστικό στο αυτί του ξενοδόχου κι ο ξενοδόχος λέει κρυφά στον επιθεωρητή:

-Κύριε επιθεωρητά, ελάτε μαζί μου, κάτι σοβαρό συνέβη. Τότε σηκώνονται διακριτικά οι δυο τους από το τραπέζι τους και πηγαίνουν στην ρεσεψιόν.

Εκεί αντικρίζουν, την καμαριέρα να κλαίει με λυγμούς.

-Κάθυ είσαι καλά;

– Με χτύπησε και μου έκλεψε τα κλειδιά. Ήλθε από πίσω μου μες στο σκοτάδι, μου έδεσε το στόμα και τα μάτια, πήγε να με πνίξει στο μπάνιο, με έδεσε χειροπόδαρα με ένα σχοινί. Δεν μπόρεσα να τον δω, παραλίγο να πεθάνω από ασφυξία… Μου πήρε όλα τα κλειδιά!!!

– Τα πράγματα είναι επικίνδυνα, κύριε Επιθεωρητά, τα δωμάτια δεν έχουν ασφάλεια, πρέπει να κρατήσουμε τον κόσμο κάτω, μέχρι να βρεθούν τα κλειδιά και ο ένοχος. Έχετε καμιά καλύτερη ιδέα, ποιος το έκανε; Εσείς σαν πιο έμπειρος, θα μπορούσατε να βοηθήσετε.

– Χμμ, για να πάρει κάποιος τα κλειδιά, θέλει κάτι από κάποιο δωμάτιο. Εάν απλά είναι ένας κλέφτης, έχει ως σκοπό να πάρει χρήματα. Ποιος έχει χρήματα από τους πελάτες σας;

– Μα φυσικά ο κύριος Ντόνοβαν, είναι ζάπλουτος! Μα και ο κύριος Λέβινγκστον, έχει κερδίσει μια περιουσία σήμερα στα χαρτιά…

– Άρα εάν, το ζητούμενο είναι τα χρήματα. Τα υποψήφια θύματα είναι αυτοί οι δύο, τα δωμάτια τους είναι ο στόχος. Σε ποια δωμάτια μένουν;

– Στο 2 ο κύριος Ντόνοβαν και στο 10 ο κύριος Λέβινγκστον.

– Μάλιστα! Και δίπλα τους ποιος μένει;

– Στο 3 ο καλόγερος, μα δεν μπορεί, αυτός είναι άγιος άνθρωπος.

-Κανείς δεν εξαιρείται από την έρευνα, η εμπειρία μου έχει δείξει ότι τα πιο περίεργα εγκλήματα έχουν γίνει από ανθρώπους υπεράνω υποψίας!

– Όχι κύριε επιθεωρητά, δεν πιστεύω ο καλόγερος να έδεσε τόσο άγρια την Μις Κάθυ. Το άλλο το υποκείμενο, ο Μπλακ, πιστεύω ότι το έκανε, στο δωμάτιο 4 μένει. Μόνο ένας άρρωστος ψυχικά θα έδενε την άμοιρη την Μις Κάθυ.

– Λογικά αυτός είναι, αλλά θα μπορούσε να είναι κάποιος που δεν έχει σώας τας φρένας.

– Μα δεν έχουμε κανένα τρελό, εδώ. Όλοι φυσιολογικοί είναι.

-Μην το λέτε αυτό κύριε, μην ξεχνάτε οι κύριοι Τζέημς είναι υπό την επήρεια ναρκωτικών, δεν ξέρετε πόσο επικίνδυνο μπορεί κάποτε να γίνει αυτό. Είδατε πως η κυρία Τζέημς άρπαξε το σταυρό της κυρίας Λέβινγκστόν; Σας πληροφορώ ότι κανένας νηφάλιος άνθρωπος δεν θα το έκανε αυτό… Δεν συμφωνείτε;

-Ίσως να έχετε δίκιο… Κάπου με μπερδεύετε, εγώ πιστεύω ότι είναι ο Μπλακ, δεν μου το βγάζετε από το μυαλό.

– Θα το δούμε στην πορεία… Βέβαια θα μπορούσε να μην είναι ο στόχος τα χρήματα, αλλά η ίδια η Μις Κάθυ. Έχω καταλάβει ότι μιλάει πολύ.

-Ναι, αυτό είναι αλήθεια. Μας δημιουργεί πολλά προβλήματα. Κλονίζεται η εχεμύθειά μας. Της το έχω πει πολλές φορές, να μην μιλάει αλλά αυτή εκεί, γλώσσα δεν βάζει μέσα.

– Θα θέλατε να την απολύσετε για αυτό;

– Την έχω ανάγκη, αλλά αν έβρισκα κάποια καλύτερη θα την έδιωχνα. Αλλά βλέπετε η πανσιόν δεν μπορεί να βάλει αγγελία, θα κλονιστεί η εχεμύθεια. Οπότε αναγκαστικά την κρατάω, μου κάνει την δουλειά μου και μεταξύ μας, παίρνει λίγα χρήματα.

– Άρα θα μπορούσε και αυτή να είχε ανάγκη από χρήματα και να σκηνοθετήσει, μια δήθεν κλοπή των κλειδιών για να μπορεί ελεύθερα, μετά να κλέψει τα χρήματα των πελατών, χωρίς υποψίες.

– Δεν την έχω και για τόσο πονηρή, αλλά ποτέ δεν ξέρεις. ..Μόνη της δεν θα το έκανε ποτέ, ίσως όμως μαζί με τον καμαρότο τον Σμιθ, να έχουν σκεφτεί κάτι τέτοιο. Αυτός είναι πιο μυστικοπαθής και να σας πω την αλήθεια μου, τον φοβάμαι λίγο. Αλλά αυτός δεν έφυγε από εδώ, τον είχαμε συνέχεια μέσα στα πόδια μας.

– Τον αφήσατε όμως στην θέση σας, να φυλάξει την ρεσεψιόν για μισή ώρα. Μήπως τότε βρήκε την ευκαιρία να σκηνοθετήσει την κλοπή της Μις Κάθυ ή μήπως επιτέθηκε όντως στην Μις Κάθυ για να την τρομοκρατήσει;

– Μα για ποιο λόγο; Tι θα κέρδιζε με ένα τόσο άνοστο αστείο;

– Την εχεμύθειά της, να μην ξαναμιλήσει ποτέ, γιατί θα μπορούσαν τότε να χάσουν την δουλειά τους από εσάς. Ήθελε να της δώσει ένα μάθημα.

– Έχετε δαιμόνιο μυαλό κύριε Επιθεωρητά, δεν μπόρεσα ποτέ να σκεφτώ κάτι τέτοιο. Ίσως όμως να έχετε και δίκιο….

– Ίσως, λέω, ίσως , κι εσείς ο ίδιος να σκηνοθετήσατε κάτι τέτοιο μαζί με τον έμπιστό σας κύριο Σμιθ!

– Μα αν είναι δυνατόν , με προσβάλλετε!!!

– Ίσως ακόμα χειρότερα, εάν όπως λέτε, δεν εμπιστεύεστε τον κύριο Σμιθ, να επιτεθήκατε εσείς ο ίδιος στην Μις Κάθυ, τα στοιχεία δένουν άλλωστε, αφού φρεσκολουσμένος επιστρέψατε, στο μπάνιο την δέσανε, σίγουρα άνδρας το έκανε, ίσως να ήσασταν εσείς!!!

– Σας παρακαλώ, κύριε Επιθεωρητά, αυτό είναι ανήκουστο!

– Ηρεμήστε, υποθέσεις κάνουμε. Στην δουλειά μας, όλα τα ενδεχόμενα είναι πιθανά και πρέπει να τα εξετάζουμε. Ας επανέλθουμε όμως στην αρχή και να ξαναδούμε όλα τα στοιχεία. Πιστεύετε ότι το ζητούμενο είναι η εχεμύθεια; Εάν ναι, τότε η υπόθεση βαρύνει καθαρά την πανσιόν. Δηλαδή ή εσάς, ή την κυρία Κάθυ ή τον κύριο Τζέημς. Πιστεύετε ότι βαρύνει κάποιον άλλον;

– Όλοι έρχονται εδώ για την εχεμύθεια, τι να σας πω, δεν ξέρω.

– Μήπως ο κύριος Ντόνοβαν, δεν ήθελε να μάθει κανείς, για το μυστικό του δεσμό και η καμαριέρα μιλάει πολύ; Είχε έναν καβγά με την συνοδό του για αυτό. Το σκεφτήκατε καθόλου; Επίσης, ο κύριος Ντόνοβαν κατέβηκε φρεσκολουσμένος και ανανεωμένος.

– Ίσως, αλλά και ο κύριος Λέβινγκστον ήταν, περιποιημένος και η κυρία του φυσικά.

– Η κυρία Λέβινγκστον η οποία φορούσε έναν χρυσό σταυρό, που έκανε μια περιουσία, και ναι, γυάλισε στο έμπειρο μάτι του κυρίου Μπλακ. Η μήπως, δεν έκανε εντύπωση στον πατήρ Αμβρόσιο, που με την σοφία του κατάλαβε ότι ο σταυρός ατιμάζεται και δεν έχει ποτέ ευλογηθεί στην εκκλησία. Καταλάβατε τώρα τι εννοώ; Στον καβγά όλοι βγήκαν έξω από τα δωμάτια, όλοι είδαν τον σταυρό, κι ο πατήρ Αμβρόσιος, επίσης. Όλοι είναι πιθανοί σε αυτήν την υπόθεση.

– Κύριε επιθεωρητά, ξεχάσαμε ένα βασικό στοιχείο. Η νεαρά κυρία, που δεν είναι φυσικά ανεψιά αλλά ερωμένη, έκανε καβγά στον κύριο Ντόνοβαν, ότι της έκλεψαν το σταυρό. Άρα οι Λέβινγκστον της τον κλέψανε και λένε ψέματα πως τον κέρδισαν στα χαρτιά.

– Εκτός και αν ο κύριος Ντόνοβαν, έπαιξε όντως στα χαρτιά τον σταυρό και τον έχασε. Και τώρα η νεαρά που της τον είχε χαρίσει, τον θέλει πάλι πίσω. Και επιτέθηκε στην Μις Κάθυ για να πάρει τα κλειδιά. Ή κάτι άλλο, αλλά μου φαίνεται λίγο ακραίο.

– Τι; Για πείτε το κύριε Επιθεωρητά, σας παρακαλώ, ίσως να βοηθήσει.

– Μπορεί να χρημάτισε, τον κύριο Μπλακ, να κάνει την βρωμοδουλειά. Τα συνηθίζουν αυτά οι πλούσιοι, αυτή η αίσθηση κυριαρχίας του με το πούρο, με οδηγεί προς αυτό το συμπέρασμα. Αλλά για να ανακαλύψουμε την αλήθεια, νομίζω θα πρέπει να κάνουμε ένα τέχνασμα. Πιστεύω ότι αυτό θα μας αποκαλύψει πολλά εάν…

– Για πείτε μου, είμαι περίεργος να δω τι σκαρφίστηκε το δαιμόνιο μυαλό σας.

– Θα επιστρέψουμε στην δεξίωση, ξάφνου θα σβήσετε τα φώτα… Πιστεύω ότι ο ένοχος, θα προσπαθήσει να ξεφορτωθεί τα κλειδιά, εάν φωνάξουμε ότι έρχεται η αστυνομία!

Λίγα λεπτά αργότερα, ο επιθεωρητής επιστρέφει στην δεξίωση και συνομιλεί με τους καλεσμένους που διασκεδάζουν. Ξάφνου, σβήνουν τα φώτα και ακούγεται συναγερμός.

– Βοήθεια Αστυνομία, φωνάζει, ο ξενοδόχος! Στην αίθουσα επικρατεί πανικός.

– Ησυχάστε, ησυχάστε!!!

Ανάβουν τα φώτα, στο πάτωμα κείτονται μια αρμαθιά κλειδιά και από τον λαιμό της κυρίας Λέβινγκστον, λείπει ο σταυρός!

– Ακίνητοι. Επιθεωρητής Γουίλιαμς. Τα κλειδιά σας Μις Κάθυ!

Κυρία Λέβινγκστον, μην φωνάζετε παρακαλώ! Θα ψάξουμε, μην ανησυχείτε, σας υπόσχομαι ότι μέχρι αύριο θα σας έχουμε βρει τον σταυρό σας. Παρακαλώ αποσυρθείτε όλοι με ασφάλεια στα δωμάτιά σας.

Η δεξίωση διακόπηκε με αυτόν τον ασυνήθιστο τρόπο και όλοι επέστρεψαν στα δωμάτιά τους για να ξεκουραστούν από το βαρύ ποτό και το ξενύχτι.

Ήταν κοντά στο ξημέρωμα, όταν ακούστηκε μια κραυγή, στο μπάνιο του δωματίου 5, των μουσικών, κυρίου και κυρίας Τζέημς. Η καμαριέρα με τα κλειδιά στα χέρια έτρεξε να δει τι συμβαίνει, έψαξε για το πασπαρτού, αλλά έλλειπε. Βρήκε το αντικλείδι 5 και άνοιξε την πόρτα, μια λίμνη από νερό και αίμα έτρεχε στο δωμάτιο, ο κύριος Τζέημς κοιμόταν βαθιά, η κυρία Τζέημς επέπλεε στην μπανιέρα, στο λαιμό της βρέθηκε περασμένος και ματωμένος ο χρυσός σταυρός!

– Βοήθεια! Φώναξε η καμαριέρα, και βγήκαν όλοι έξω από τα δωμάτια τους να δουν τι συνέβη. Ο επιθεωρητής τους καθησύχασε:

– Ψυχραιμία, παρακαλώ! Κύριε Σμιθ, όλοι οι κύριοι, να οδηγηθούν τώρα αμέσως στη ρεσεψιόν, οι κυρίες να παραμείνουν στα δωμάτια, αρχίζουν οι έρευνες!

Οι άνδρες με την βοήθεια του κυρίου Σμιθ κατέβηκαν γρήγορα στη ρεσεψιόν. Λίγο αργότερα, εμφανίστηκε ο επιθεωρητής στη ρεσεψιόν και είπε σοβαρά προβληματισμένος:

-Δυστυχώς, στο δωμάτια 5 η κυρία Τζέημς βρέθηκε νεκρή, δολοφονήθηκε στο μπάνιο της, και δυστυχώς στο δωμάτιο 2 η ανεψιά του κυρίου Ντόνοβαν βρέθηκε επίσης νεκρή, βρέθηκε κρεμασμένη στη λάμπα, πιθανόν αυτοκτόνησε.

Μια παγωμένη σιγή επικράτησε, στην ρεσεψιόν. Ο ξενοδόχος περίλυπος ζητούσε συγνώμη από τους πελάτες του και ο επιθεωρητής ανάβοντας την πίπα του μονολoγούσε:

-Χμμμ… Δύο κυρίες νεκρές, νομίζω ότι τώρα η υπόθεση αποκτά ενδιαφέρον…!!!

 

Η συνέχεια στο βιβλίο Αναζήτηση και Αποκάλυψη

Εκδόσεις Πνοές Λόγου και Τέχνης, 2019

ISBN 978-618-5416-19-5

 

0