Τη σειρά δοκιμίων Altera Pars συνεχίζει ένα κείμενο του Ηρακλή Γεωργαντή για το βιβλίο του “Τρεις βαθμοί μυωπίας | Βιβλίο 1: Χριστίνα που κυκλοφόρησε το χειμώνα του 2019 από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος.

 

 

Κείμενο: Ηρακλής Γεωργαντής

 

 

Η αλληγορική διάσταση των «Τριών βαθμών μυωπίας» δημιουργήθηκε στο μυαλό μου προκειμένου να μπορώ να εξηγώ τις πρόχειρες και επιπόλαιες συμπεριφορές των ανθρώπων. Όταν δε θες ή δεν μπορείς να δεις καθαρά τότε κατανοείς εσφαλμένως με αποτέλεσμα στη συνέχεια να κρίνεις εσφαλμένως, να καταδικάζεις εσφαλμένως, να ονειρεύεσαι εσφαλμένως, αλλά τελικά να υφίστασαι τις συνέπειες των μυωπικών επιλογών σου δικαίως και όχι εσφαλμένως.

Οι λόγοι της μυωπικής ανάλυσης εδράζονται κατ’ αρχήν στην φυγοπονία μας. Εξαιτίας αυτής έρχεται η επιπολαιότητα. Σαν τα παιδιά στο σχολείο που κοιτούν φευγαλέα μία μαθηματική πράξη, την λύνουν απρόσεχτα και στο τέλος είναι βέβαια ότι το αποτέλεσμα που προέκυψε από την επίλυση των εξισώσεων είναι το ορθό. Ο εκ των υστέρων προσεχτικός έλεγχος όμως, δείχνει ότι μία απροσεξία είχε οδηγήσει σε μία άλλη και ύστερα σε μία επόμενη και ούτω καθεξής. Στο βιβλίο μου δεν με ενδιαφέρει να κρίνω το λάθος. Εστιάζω στην ανεβασμένη ψυχολογία του πρωταγωνιστή, ενώ επιχειρούσε την λύση της εξίσωσης. Η ψυχολογία αυτή τον παρέσυρε σε πρόχειρα συμπεράσματα και έτσι δεν αξιολόγησε σωστά τις παραμέτρους. Στη ζωή οι παράμετροι όμως είναι άνθρωποι, τους οποίους αδικείς. Δεν τους δίνεις την αξία που τους αναλογεί. Άλλους τους υπερτιμάς και άλλους τους υποτιμάς.

Η εξίσωση της ζωής είναι μία διαρκής διαδικασία. Οι άνθρωποι την συνεχίζουν όσο ζουν. Έτσι τα λάθη τους σπανίως φαίνονται ξεκάθαρα. Όπως οι μαθητές, έτσι και εμείς, συνεχίζουμε να ζούμε, έχοντας την αίσθηση ότι κάτι δεν πάει καλά στην εξίσωση, ότι κάπου έχουμε κάνει λάθος, αλλά λέμε: «ας προχωρήσω λίγο ακόμα και μετά βλέπουμε». Έτσι δε διδασκόμαστε, γιατί επιχειρούμε πάντοτε νέες πράξεις. Για αυτό η μυθοπλασία αποτελεί ιδανικό τρόπο στην εκπαίδευση των εξισώσεων της ζωής. Σε αυτήν περιγράφονται βιωματικές καταστάσεις συγκεκριμένης χρονικής διάρκειας. Άρα η εξίσωση τελειώνει. Ο αναγνώστης στο τέλος έχει χρόνο να συνειδητοποιήσει, αλλά και να επανέλθει στο βιβλίο για να καταλάβει καλύτερα πράγματα που ίσως του διέφυγαν.

Με αυτές τις σκέψεις δημιουργήθηκε η Χριστίνα. Μία σύγχρονη γυναίκα, που απαιτεί τον έρωτα, την επιτυχία, τα χρήματα και πιστεύει ότι θα τα επιτύχει επιβάλλοντας την εξουσία της. Στο βιβλίο συμπρωταγωνιστεί η Μάιρα, της οποίας η επιδίωξη είναι -εκτός των άλλων- να καταφέρνει να κυριαρχεί και μέσα στην ίδια την καρδιά της. Θέλει να αισθάνεται, όσο επιτρέπει στον εαυτό της να αισθανθεί. Όχι παραπάνω. Θέλει να ερωτευτεί, χωρίς να παραδοθεί. Χάρη σε αυτή ανοίγεται το τεράστιο ζήτημα των παράλληλων σχέσεων και του τρόπου που αυτές λειτουργούν στην ζωή μας. Αναλύεται το πόσο πολύ προσελκύονται οι άνθρωποι από την ιδέα των εναλλακτικών επιλογών, αλλά και πόσο θέλουν να ελέγχουν τις εναλλακτικές επιλογές των άλλων.

Ο έλεγχος των εναλλακτικών αυτών επιλογών παρουσιάζεται στο βιβλίο με την επιλογή της Μάιρας να δημιουργήσει ερωτικό τρίο. Ο συμβολισμός με τον τρόπο αυτό γίνεται πιο έντονος. Όπως μία γυναίκα επιδιώκει να γνωρίσει τις φίλες του συντρόφου της και να δει ότι μέσα στην παρέα επιλέγει την ίδια, σε σχέση με τις άλλες, έτσι και στο βιβλίο η τάση αυτή, παίρνει την μορφή σεξουαλικού τριγώνου. Με τον τρόπο αυτό αναδεικνύεται ο κίνδυνος που ενέχει η έκθεση του συντρόφου ή της συντρόφου σε προκλήσεις, προκειμένου να επιβεβαιώνουμε μέσα από αυτές ότι εκείνος ή εκείνη εξακολουθεί να προτιμά εμάς. Αυτή η προέκταση του βιβλίου δεν έχει αναλυθεί από τη κριτική όσο θα ήθελα, κάτι που βεβαίως είναι δικαιολογημένο επειδή στις κριτικές αποφεύγονται αναφορές που σχετίζονται με σεξουαλικά στοιχεία.

Δεύτερο σημείο το οποίο δεν έχει παρουσιαστεί από την κριτική στο εύρος που θα ήθελα, είναι οι σχέσεις μάνας και κόρης. Θεωρώ ότι πολύ εύκολα και αβασάνιστα οι σχέσεις γονιών και παιδιών χαρακτηρίζονται ως καλές ή κακές. Οι παραπάνω χαρακτηρισμοί είναι παντελώς υποκριτικοί. Κάθε παιδί ζει περιστρεφόμενο γύρω από τον άξονα των επιλογών των γονιών του. Είτε θέλει να τις ικανοποιήσει είτε όχι. Είτε θέλει να τις ακολουθήσει, είτε τις απορρίπτει. Δεν υπάρχει καλό ή κακό σε αυτές τις σχέσεις. Μόνο συμμαχίες και συγκρούσεις. Για μένα το παιδί είναι ένας ακροβάτης, που καλείται να περπατήσει, κρατώντας στο ένα χέρι τις επιδιώξεις της οικογένειας, και στο άλλο τις δικές του. Εκείνο βρίσκεται στην μέση. Όλη του η ζωή είναι αυτή η ισορροπία. Αν το βάρος των επιδιώξεων των γονιών είναι μεγάλο, δεν σημαίνει ότι αναγκαστικά καταστρέφεται το παιδί. Σημαίνει ότι χρειάζεται να καταβάλει μεγαλύτερη προσπάθεια προκειμένου να το ισορροπήσει με το βάρος των προσωπικών επιδιώξεών του. Αν η παρακαταθήκη των γονιών είναι ελαφριά δεν σημαίνει ότι το παιδί θα το πάρει ο αέρας, αλλά ότι για να ισορροπεί θα πρέπει να ενισχύει ταυτόχρονα και τις δύο πλευρές. Όλα είναι δύσκολα και όλα είναι εύκολα και μέτρο όλων η θέληση του ακροβάτη.

Αυτό που με ενδιαφέρει στα βιβλία μου είναι να αναλύσω τη διαδικασία εξισορρόπησης του παιδιού. Αυτό είναι το κριτήριο για την βαθμολόγηση της ζωής του. Δεν έχει κανένα νόημα ο χαρακτηρισμός του ως επαναστάτη ή αχάριστου. Συμβαίνει αυτή τη στιγμή στη ζωή μου να συνυπάρχουν σε μένα, και η ιδιότητα του παιδιού και η ιδιότητα του γονιού. Σα γονιός το ένστικτο λέει να θέλω υπάκουα παιδιά. Σαν παιδί να έχω γονείς που δεν έχουν διαφορετικές προσδοκίες από τις δικές μου. Δεν στέκομαι να κοιτάζω την βαρύτητα ή την ελαφρότητα των προσδοκιών τους. Ισορροπώ και αυτό συμβουλεύω και τα παιδιά μου. Να κοιτούν και στις δύο πλευρές. Αν στο μυαλό σου έχεις μόνο την μία, τότε σίγουρα θα πέσεις. Αυτά είναι δύο σημεία του βιβλίου στα οποία μεταξύ άλλων θα ήθελα να εστιάσουν οι αναγνώστες την προσοχή τους.

Η Χριστίνα μόνη της, δε θα επαρκούσε για να συμπεριλάβει ικανό αριθμό σχέσεων και καταστάσεων, όπου διαφορετικοί χαρακτήρες βλέποντας με ασαφή όραση ζουν και παθαίνουν από τις καταστάσεις που δημιουργούν. Έτσι μετά την «Χριστίνα», δημιουργήθηκε το δεύτερο βιβλίο, η «Ναταλία». Μία άλλη ηρωίδα εντελώς διαφορετική, η οποία δεν χρησιμοποιεί την ασαφή όραση προκειμένου να εξηγεί τις καταστάσεις, αλλά μόνο για να εξωραΐζει αυτά που βλέπει. Η Ναταλία είναι ο άνθρωπος που αγαπάει, επειδή γεννήθηκε για να αγαπάει. Είναι έτοιμη, έχει πάρει την θέση της και περιμένει να συστηθεί το φθινόπωρο στους αναγνώστες.

Σας ευχαριστώ για την φιλοξενία. Η σελίδα The Book.Gr, συνιστά ένα λογοτεχνικό περιβάλλον, στο οποίο κάθε συγγραφέας αισθάνεται τιμή να αποτελεί μέρος του.

 

 

Ο Ηρακλής Γεωργαντής γεννήθηκε το 1970, ζει στην Αθήνα, είναι δικηγόρος, συνεχίζει να ταξιδεύει, να συλλέγει και να οικοδομεί. Το βιβλίο του “Τρεις βαθμοί μυωπίας – Χριστίνα” είναι το πρώτο της νουάρ τριλογίας, η οποία θα ολοκληρωθεί με τα βιβλία “Ναταλία”, “Άννα”.

 

Επιμέλεια: Γρηγόρης Δανιήλ

 

0