Το The Book.Gr προτείνει γι αυτό το Σαββατοκύριακο “Τα Χλωμά Συντριβάνια της Φωκίωνος Νέγρη” του Στέφανου Τσιτσόπουλου από τις Εκδόσεις Οξύ.
Ο Μίλτος Ρογκότης ή αλλιώς Blue Velvet, πρώην μέλος του Θεσσαλονικιώτικου ροκ γκρουπ Baby on Board και νυν ρεπόρτερ και η Λίνα Μάντη ψυχίατρος εμπλέκονται σε ένα love story το οποίο είχε ξεκινήσει πριν ακόμα ο Ρογκότης γνωρίσει τη Λίνα. Η Λιλίκα Μαρίνου, κολλητή φίλη της Λίνας, είναι δραστήρια φωτογράφος με συνεργασίες σε περιοδικά. Μέσω του εκδότη ενός μεγάλου περιοδικού έρχεται σε επαφή με τον Ρογκότη ο οποίος έχει αφήσει πίσω του την καριέρα του drummer και δοκιμάζεται στον ρόλο του ρεπόρτερ καλύπτοντας δημοσιογραφικά ενδιαφέροντα μουσικά events της πόλης για την νεολαία. Εν τω μεταξύ όμως κρατάει την προηγούμενη ταυτότητά του κρυφή ή τουλάχιστον δεν μιλάει γι αυτή. Όταν η Λιλίκα, συνεργάτιδά του πλέον, πληροφορείται από τον εκδότη
τους ότι ο Ρογκότης είναι ουσιαστικά ο εφηβικός έρωτας της Μάντη σπεύδει να πληροφορήσει την κολλητή της όμως ακόμα τους χωρίζει η απόσταση. Ο Ρογκότης γρήγορα έρχεται Αθήνα μετά την προτροπή του “αφεντικού” γιατί τα πολιτιστικά στην Θεσσαλονίκη δεν παρουσιάζουν πλεον ενδιαφέρον. Η ιστορία τους εκτυλίσσεται όπως τα περισσότερα love stories, μοιράζονται τη ζωή τους πότε στο σπίτι του ενός πότε του άλλου, έχουν εξόδους κλπ Όμως όπως συμβαίνει καμιά φορά ακόμα και με τα πιο όμορφα πράγματα, λόγω του ότι ο Ρογκότης αντιμετωπίζει κάποια συναισθήματα που έρχονται στην επιφάνεια και του γεννούν δυσφορία, όλο αυτό λήγει άδοξα.
Η Λίνα 7 μήνες μετά την φυγή του Ρογκότη λαμβάνει με κουριερ ένα πακέτο με επιστολές. Εκεί ουσιαστικά ξεκινάει η ιστορία. Μέσα από τις επιστολές ακόμα και η ίδια η Λίνα γνωρίζει τελικά τον πρώην σύντροφο της. Βρίσκω ότι είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον το πόσο ένας άνθρωπος μπορεί καλύτερα να εκφραστεί γράφοντας και να νιώσει την ασφάλεια να πει πράγματα που ξέρει ότι αν κοιτούσε κάποιον στα μάτια δεν θα είχε το θάρρος να τα ομολογήσει. Το αν επιθυμούμε κάποιος να μας τα πει την ώρα που πρεπει και κατάμματα είναι αλλουνού παπα ευαγγέλιο όπως λέμε. Αλλά σαν αναγνώστρια απόλαυσα τα κομμάτια αυτά της εξομολογησης του Μίλτου στην Λίνα. Και δεν αναφέρομαι στα λόγια αγάπης που δεν κατάφερε να της πει από κοντά και της τα γράφει τώρα αλλά σ’ εκείνα τα σημεία όπου της φανερώνει επιτέλους τους προσωπικούς του δαίμονες.
«Αρκετά με τους κύκλους και τις δυσθυμιες. Καιρός να ξαναχαράξω ευθείες γραμμές, όχι να ζω με παλινδρομικές αναμνήσεις και φαντασιώσεις κολυμπώντας, καιρό τώρα, σε πέλαγος ασάφειας και απροσδιοριστίας για το μέλλον μου…»
Μέσα από τις επιστολές μαθαίνουμε πράματα και θαματα για την αγαπημένη Φωκίωνος και την Κυψέλη με αφετηρία τους διαλόγους του Ρογκότη με τον γνωστό Νίκο Τριανταφυλλιδη. Ο πρώτος δίνει την ιδέα στον δεύτερο να κατασκευασουν με τη βοήθεια γνωριμιών του δεύτερου κάποια γυαλιά επαυξημένης πραγματικότητας. Σ αυτές τις ενότητες που ονομάζονται virtual reality 1, 2 κλπ καιπαρεμβαλλονται κάθε τόσο είναι που μπαίνει η επιστημονική φαντασία. Η ιδέα ήταν ότι οι ενδιαφερόμενοι θα μπορούσαν να βλέπουν επεισόδια με πρόσωπα και καταστάσεις από την Κυψέλη του `50 και του `60 στις οποίες όμως μπλέκονται πρόσωπα από το διεθνές καλλιτεχνικό στερέωμα τηςεποχής.
Κάπου ανάμεσα στην πιτσαρία του Παεζανο και την underground disco Rebound, τον Μανώλη Αναγνωστάκη και την Κατερίνα Γώγου, το άγαλμα του σκύλου και τα χλωμά συντριβάνια της Φωκίωνος Νέγρη κέρδισα για λίγο αυτό το πολυπόθητο “χάσιμο” που νοσταλγούμε πολλές φορές στην καθημερινότητά μας. Μέσα στη γενικότερη πολύχρωμία και ζωντάνια του βιβλίου ο Τσιτσοπουλος με έπιασε στον ύπνο με την αποκάλυψη για το παρελθόν των κολλητών Σιέλ.
Καλη ανάγνωση!
Η φώτο εξωφύλλου είναι από την φωτογράφιση του Γιώργου Λάνθιμου για την ελληνική Vogue το 2019.
0