Η Μαρία Κοπανίτσα γεννήθηκε στο Λονδίνο. Σπούδασε αγγλική φιλολογία στο Cambridge, ζωγραφική στο City and Guilds of London Art School  και χαρακτική στο Παρίσι, με τους Frélaut  και Calvert-Brun. Το 1982 εξέδωσε από τις εκδόσεις της Εστίας το βιβλίο “Κυκνάνθρωποι~Ποιήματα και χαρακτικά“. Το 2005 εικονογράφησε τους Ομηρικούς Ύμνους στη Δήμητρα και στον Απόλλωνα (εκδόσεις Ροδακιό) και από το 2011 δημοσιεύει ποιήματά της στα περιοδικά Ποιητική και Νέα Εστία.

Αφορμή για τη συνέντευξη στάθηκε η κυκλοφορία από τις εκδόσεις Πόλις του νέου της ποιητικού βιβλίου με τίτλο “Ίδρωσα να το πω”.

 

 

-Είναι χαρά μας κα Κοπανίτσα που σας έχουμε στη συντροφιά του The Book.Gr

-Χαίρομαι και εγώ πολύ. Πάντα μου αρέσουν οι καινούριες συντροφιές.

 

 

  1. «Ίδρωσα να το πω» ο τίτλος του νέα σας βιβλίου. Ο 21ος αιώνας τι, πιστεύετε, πως δεν έχει προφτάσει να πει; Και σε ένα δεύτερο επίπεδο τι οφείλει να ομολογήσει γι’ αυτά που έχουν συμβεί;

Δεν μπορώ να μιλήσω για αυτόν τον αιώνα που ζούμε, αφού δεν έχω αρκετή απόσταση από αυτόν για να τον κρίνω. Αλλά μιλώντας για τον εαυτό μου και μόνο, μου μένουνε πολλά που πραγματικά θα σκάσω αν δεν τα πω.

 

  1. Στα ποιήματα σας τα πρόσωπα είναι περιχαρακωμένα από τις αλλαγές που επιβάλλει ο χρόνος. Πόσο τρωτή είστε στις  μεταβολές;

Τρέμει το φυλλοκάρδι μου με τις μεταβολές αλλά ορμάω προς αυτές γιατί με ελκύουν.

 

  1. Πως λειτούργησε η ποιητική σας ματιά σε αυτή τη συλλογή;

Δεν το λέω σκωπτικά, αλλά η ματιά μου είναι πραγματικά πολύ πεζή, με την έννοια του προσγειωμένου.

 

  1. “Dulce puella malum est”, λέει ο Οβίδιος, υμνώντας τη γυναίκα. Στα ποιήματα σας η γυναίκα πρωταγωνιστεί. Σε ποιες παγίδες, θεωρείτε, πως  αναδρομικά υποκύπτει;

Είναι καλύτερο να πέφτεις στις ερωτικές παρά στις σεξουαλικές παγίδες, και στις ερωτικές, ήταν πάρα πολλές οι φορές που, κακώς, συγκρατήθηκα.

 

  1. «Υπάρχουν πολλές περιοχές και μέρη να ζήσει κανείς», λέτε στο ποίημα Μανούλα(Ι) που ξεκινά κάπως έτσι «Που ανήκεις; Μέσα στο κεφάλι μου; Δεν ξέρω…» Ποια είναι η σχέση σας με την έννοια του «ανήκειν»;

Σίγουρα κουβαλάω δύο πολιτισμούς μέσα μου. Γεννήθηκα και ανατράφηκα στο Λονδίνο αλλά κυρίως εδώ στην Ελλάδα είναι οι φίλοι και οι αγαπημένοι μου άνθρωποι.Έχω αποφασίσει πως εδώ ανήκω λοιπόν.

 

 

  1. Τη διαδρομή παρελθόν-παρόν διατρέχει και το δίπολο χαρά-λύπη στα ποιήματα σας. Εν τούτοις η ένταση αυτών των στιγμών είναι μικρής διάρκειας. Γιατί συμβαίνει αυτό; Τι επιχειρείτε να αναδείξετε μέσα από αυτά τα περιστατικά;

Ότι είμαι πάρα πολύ κυκλοθυμική.

 

  1. Παρακάτω λέτε «Που βρισκόμαστε τώρα χρονικά; Λίγο πριν απ’ τα γεράματα και δεν απέκτησα γνώση» Ένα δίστιχο τροφή για σκέψη. Τι πιστεύετε πως «οφείλουμε» πριν από το πέρασμα στη τρίτη ηλικία;

Μάλλον να συμφιλιωθούμε, θα έλεγα, με τον θάνατο.

 

  1. «Το οδήγημα του αυτοκινήτου είναι σαν τον έρωτα. Πρέπει να παραδοθείς στο δρόμο». Ο δρόμος του έρωτα που σας έβγαλε ως τώρα;

Κοιτάξετε που βρίσκομαι: μπορώ να πω με βεβαιότητα πουθενά.

 

  1. «…είμαστε οικογενειακά συνηθισμένοι…». Πέρα από το πέπλο μιας ενδόμυχης ειρωνείας, πόσο δεσμεύει και πόσο οριοθετεί, πιστεύετε, η οικογενειακή φροντίδα στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς μας;

Πολύ φοβάμαι ότι μάλλον είναι και καθοριστική και τελεσίδικη.

 

  1. Οι αμήχανες στιγμές των ποιητικών μορφών σας πόση δύναμη ενέχουν; Λειτουργούν ως μηχανισμοί/υπαινιγμοί αντίδρασης ή αποσιώπησης με σκοπό την συμμόρφωση στις επιταγές της κοινής λογικής;

Και πάλι αμήχανα πρέπει να ομολογήσω ότι, στα αλήθεια, πολλά, αν όχι τα περισσότερα, πράγματα σε αυτήν τη ζωή τα κοιτάω και δεν καταλαβαίνω καθόλου τι σημαίνουν — ή δεν καταλάβαινα μέχρι τώρα που μεγάλωσα στην ηλικία.

 

  1. Τέλος θα ήθελα να σταθώ στο γεγονός ότι η ποιητική σας συλλογή παραδίδεται με ένα εκπληκτικό εικαστικό εξώφυλλο. Μιλήστε μας για το δημιουργικό κομμάτι της ζωής σας όπου οι λέξεις σταματούν και τα χρώματα πρωταγωνιστούν στη σκέψη σας.

Δεν ξέρω ούτε οι λέξεις πού θα με βγάλουν ούτε τα χρώματα.Η ζωγραφική είναι σωματικά κουραστική, βρόμικη και επίπονη εργασία ενώ το γράψιμο μού είναι πολύ πιο ευχάριστο χωρίς να παύει να θέλει προσοχή. Σβήνω, γράφω, πάω από κει, πάω από δω. Από πολλές πιθανές εκδοχές διαλέγω ποιό νόημα αντιστοιχεί στη διάθεση μου, ψάχνω το επίπεδο νοήματος να το αναπτύξω, όπως διαλέγεις ποιά στρώση μπογιάς να βάλεις σε ένα πίνακα. Βέβαια, άλλο το ένα κομμάτι, άλλο το άλλο,αλλά βλέπω πως τόσο στη ζωγραφική όσο και στο γράψιμο ενός ποιήματος, όταν ξεκινάω αποτυπώνοντας διάφορες εικόνες,μόνο προς το τέλος της διαδικασίας συναρμολογείται σαν από μόνη της η υπόθεση του έργου.

 

 

– Σας ευχαριστώ πολύ για τη τιμή. Εύχομαι το 2020 να φέρει υγεία και δημιουργία.

-Σας ευχαριστώ και εγώ που διαβάσατε τα ποιήματά μου με φροντίδα. Εύχομαι τα καλύτερα και για εσάς.

 

Γρηγόρης Δανιήλ, για το The Book.Gr

 

6