ΒΑΛΚΑΝΙΚΗ ΤΡΙΛΟΓΙΑ, ένα μεγάλο μυθιστόρημα για έναν μεγάλο έρωτα κι έναν μεγάλο πόλεμο. Το σημαντικότερο λογοτεχνικό έργο της μεταπολεμικής βρετανικής σκηνής έρχεται σε λίγες μέρες από τις εκδόσεις Μεταίχμιο.

Η περίφημη Βαλκανική Τριλογία της Ολίβια Μάνινγκ (Olivia Manning) είναι η ιστορία ενός γάμου κι ενός πολέμου, ένα πολυσύνθετο αριστούργημα που σφύζει από ζωντάνια, στο οποίο η Βρετανίδα συγγραφέας αναπλάθει με μοναδικό τρόπο την αβεβαιότητα και την περιπέτεια που επικρατεί στις ζωές των πολιτών όταν βρίσκονται υπό στρατιωτική πολιορκία. Αποτελείται από τα μυθιστορήματα Η μεγάλη τύχη (The Great Fortune), Η κατεστραμμένη πόλη (The Spoilt City) και Φίλοι και ήρωες (Friends and Heroes) και πρόκειται να κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ στις 5 Μαρτίου σε μετάφραση της Κλαίρης Παπαμιχαήλ.

 

Με τους ανέμους του πολέμου να σφυρίζουν και το βουητό των Ναζί να σπέρνει τον τρόμο, ακολουθούμε το ταξίδι ενός ζευγαριού από το Βουκουρέστι στην Αθήνα, στην προσπάθειά του να προστατευθεί από τη λαίλαπα του πολέμου. Ένα ζωντανό ημι-βιογραφικό έργο για τον πόλεμο, αλλά κυρίως για τις συναισθηματικές αγκυλώσεις και στερήσεις. Καταφέρνοντας να αποδώσει κάθε σκηνή από το θέατρο του παραλόγου του πολέμου με τις σωστές ποσότητες δράματος αλλά και κωμικών στοιχείων, η Μάνινγκ δημιούργησε ένα από τα καλύτερα και πιο δυνατά έργα μυθοπλασίας που έχουν γραφτεί ποτέ σχετικά με τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο.

 

Η Μάνινγκ δημιούργησε χαρακτήρες στη δίνη ενός σαρωτικού ευρωπαϊκού πολέμου, και οι περιγραφές των μαχών και των βασάνων των αμάχων είναι εξίσου συναρπαστικές και βαθιές με αυτές των σπουδαίων της προκατόχων όπως ο Τολστόι στο Πόλεμος και Ειρήνη και ο Χέμινγουεϊ στο Αποχαιρετισμός στα όπλα και στο Για ποιον χτυπά η καμπάνα. Η Βαλκανική Τριλογία είναι μια λαμπρή περιγραφή της Ευρώπης του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου μέσα από το θαυμάσιο πορτρέτο ενός γάμου. Μια απολαυστικά ειρωνική κωμωδία ηθών ενός κόσμου που καταρρέει. Κέντρο του ενδιαφέροντος της συγγραφέα δεν είναι το πεδίο της μάχης, αλλά η καφετέρια και η κουζίνα, η κρεβατοκάμαρα και ο δρόμος, η καθημερινότητα των απλών πολιτών που έχει διαταραχτεί από τον πόλεμο κι όμως παραμένει απαράλλαχτη.

 

Στην καρδιά της τριλογίας βρίσκεται η συναρπαστική ιστορία ενός νεαρού βρετανικού ζευγαριού, του Γκάι και της Χάριετ Πρινγκλ, που βρέθηκε στην ιστορικά κρίσιμη αλλά και ευάλωτη νοτιοανατολική Ευρώπη στο ξεκίνημα του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου. Το φθινόπωρο του 1939, λίγες εβδομάδες μετά τη γερμανική εισβολή στην Πολωνία, το νιόπαντρο ζευγάρι μετακομίζει στο Βουκουρέστι – το αποκαλούμενο Παρίσι της Ανατολής. Όσο ασυγκράτητα κοινωνικός είναι ο Γκάι τόσο εσωστρεφής είναι η Χάριετ, που ανακαλύπτει, προς έκπληξή της, ότι πρέπει να μοιραστεί τον λατρεμένο της σύζυγο με έναν ευρύ κύκλο φίλων και γνωστών. Ακολουθούν κι άλλες εκπλήξεις: η Ρουμανία εντάσσεται στον Άξονα, και σύντομα η πρωτεύουσα κατακλύζεται από Γερμανούς στρατιώτες. Οι Πρινγκλ καταφεύγουν στην Ελλάδα, με μια ομάδα προσφύγων που αποτελείται από Ρώσους «λευκούς εμιγκρέδες», δημοσιογράφους, απατεώνες και αξιωματούχους. Στην Αθήνα, ωστόσο, το ζευγάρι θα βρεθεί μπροστά σε μια νέα πρόκληση – με τον τρόπο της εξίσου σπουδαία με το θέατρο του πολέμου που ακόμη διευρύνεται.

 

Το θέμα του πολέμου αποτελεί το υπόβαθρο ενός γάμου που συντηρείται παρά την εγωιστική φύση του μαρξιστή Γκάι και τον σκεπτικισμό της Χάριετ. Η ψυχαναλυτική προσέγγιση και οι πολιτικές παρατηρήσεις της Μάνινγκ σε συνδυασμό με τον λυρισμό της γραφής χτίζουν  το πορτρέτο του ζευγαριού και μεταδίδουν τις αλήθειες της εποχής.

Η Μάνινγκ υφαίνει το πλούσιο ιστορικό περιβάλλον με την προσωπική ζωή όχι μόνο των Πρινγκλς, αλλά μέσα από μια ευρεία ποικιλία θεμάτων και αξιών που εμφανίζονται στο βιβλίο. Τα νιάτα, οι ατομικές φιλοδοξίες, ακόμα και ο έρωτας υποτάσσονται στη λαίλαπα της ιστορίας. Επικρατεί άγχος για το τι επιφυλάσσει το σκοτεινό μέλλον, ακόμα και η ίδια η ζωή αμφισβητείται. Όλοι οι χαρακτήρες που περνούν μπροστά από τα μάτια του αναγνώστη αντηχούν δυνατά τη μοναξιά και τον φόβο του σαρωτικού πολέμου αλλά και της ζωής. Η αβεβαιότητα και η περιπέτεια είναι στοιχεία καθημερινής ρουτίνας.

 

Μια γυναίκα πολύ μπροστά από την εποχή της που αγωνίστηκε για την επιβίωση αλλά και για την επιτυχία, η Ολίβια Μάνινγκ γνώριζε πολύ καλά τι σημαίνει να παλεύεις τόσο με τις δυσκολίες της ζωής όσο και με τους εσωτερικούς σου δαίμονες. Αυτή τη δυναμική προσδίδει και στους χαρακτήρες της, οικοδομώντας εξαρχής τα πρόσωπα της ιστορίας της βασισμένη στα δικά της συναισθηματικά συντρίμμια και εμπειρίες. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει και στην εισαγωγή του βιβλίου η συγγραφέας Rachel Cusck «οι “άνθρωποι” της Μάνινγκ είναι κάτι παραπάνω από λογοτεχνικοί χαρακτήρες. Δίνουν την αίσθηση πραγματικών ατόμων που έτυχε να βρεθούν εντός του αφηγηματικού κάδρου, σαν τους περαστικούς που απαθανατίζει τυχαία ο φωτογραφικός φακός. Πράγματι, η Βαλκανική Τριλογία μένει συχνά τόσο πιστή στην αίσθηση της βιωμένης ζωής, που πολλές φορές είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς το χέρι που τη διαμορφώνει».

 

Παρόλο που το έργο της Ολίβια Μάνινγκ δεν αναγνωρίστηκε παρά μετά τον θάνατό της, πλέον έχει δικαιωματικά τη θέση της στο πάνθεο των σημαντικότερων Βρετανίδων συγγραφέων του 20ού αιώνα. Μάλιστα, ολόκληρος ο μυθιστορηματικός αυτός κύκλος έχει μεταφερθεί στην τηλεόραση, σε μια βραβευμένη σειρά του BBC, με τον Κένεθ Μπράνα στον ρόλο του Γκάι και την Έμμα Τόμσον στον ρόλο της Χάριετ. Οι New York Times αναφέρουν τη Μάνινγκ ως «τη μοναδική Αγγλίδα συγγραφέα που έχει ζωγραφίσει έναν ευρύ, συμπονετικό και πνευματικό καμβά ανδρών και γυναικών κατά τη διάρκεια του πολέμου».

 

Διαβάστε ΕΔΩ πώς μας συστήνει το έργο η μεταφράστρια Κλαίρη Παπαμιχαήλ.

 

Στην έκδοση περιλαμβάνεται εισαγωγή της συγγραφέα Rachel Cusk. Μεταξύ άλλων γράφει:

«Οι σύγχρονοι αναγνώστες της Βαλκανικής Τριλογίας θα τη θαυμάσουν σίγουρα ως τεχνικό επίτευγμα, ως αξιανάγνωστο βιβλίο και ίσως ακόμα και ως λεπτομερές ιστορικό ντοκουμέντο. Ωστόσο αυτό που μάλλον θα εντυπωσιάσει το σημερινό αναγνωστικό κοινό περισσότερο από καθετί άλλο είναι η αξία της ως ενός ολοκληρωμένου χρονικού μιας σημαντικής περιόδου για τη συναισθηματική εξέλιξη της δυτικής κοινωνίας. Η σχέση ανάμεσα στη θεσμική εκπροσώπηση και στο προσωπικό βίωμα έχει επαναπροσδιοριστεί στην εποχή μας. Ο εαυτός βρίσκεται σε άνοδο, η έννοια του καθήκοντος γίνεται μακρινή. Ωστόσο αποτελούμε κι εμείς μέρος της αιώνιας ροής. Το προσωπικό και το πολιτικό, η ειρήνη και ο πόλεμος, το ατομικό και το συλλογικό, η ανάγκη και η υποχρέωση, ο εαυτός και η κοινωνία του, όλα βρίσκονται εν κινήσει, όπως γινόταν πάντα. Κι αν οι αναγνώστες συμπεράνουν ότι ο δικός μας κόσμος είναι τουλάχιστον πιο απελευθερωμένος από  τον κόσμο του Γκάι και της Χάριετ, πιο εκφραστικός, πιο ανεκτικός, ίσως ακόμα και πιο τρυφερός, θα έχουν αποκτήσει επίσης και μια καλύτερη αίσθηση για το πώς έφτασε να γίνει έτσι και για την αξία της αγάπης που τόσο απεγνωσμένα αναζητούμε, για την οποία με τόση  μανία παλεύουμε».

 

«Ένα από τα πέντε καλύτερα βιβλία μυθοπλασίας με θέμα τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο».

Wall Street Journal

 

 «Θα εκπλαγώ και, οφείλω να ομολογήσω, θα απογοητευτώ εάν το έργο στο σύνολό του δεν αναγνωριστεί ως ένα μέγιστο κατόρθωμα στον τομέα του αγγλικού μυθιστορήματος μετά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο. Αναμφίβολα πρόκειται για μια ανάπλαση της εποχής που αφήνει τον αναγνώστη με το στόμα ανοιχτό».

New York Times

 

«Οφείλουμε να χαιρετίσουμε την ευφυΐα της συγγραφέως… την ακρίβεια των περιγραφών της: τους ήχους, τις εικόνες, τις φωτοσκιάσεις, τις χειρονομίες, τα αρώματα».

Guardian

 

«Σε πρώτη ανάγνωση εξόχως απολαυστικό αφήγημα το οποίο ωστόσο διατηρεί μια ζωντάνια που συναρπάζει· που καθηλώνει· που προσφέρει γνώση – και όλα αυτά με μοναδικό συγγραφικό στιλ. Σπουδαίο επίτευγμα».

Sunday Times

 

 

Για την Olivia Manning

Η Βρετανίδα Olivia Manning (1908-1980) ήταν μυθιστοριογράφος, ποιήτρια, συγγραφέας και κριτικός. Στα έργα της, λογοτεχνικά και μη, συνήθως περιγράφει τα ταξίδια και τις προσωπικές της οδύσσειες που διαδραματίζονται τόσο στην Αγγλία και την Ιρλανδία όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή. Τον Αύγουστο του 1939 παντρεύτηκε τον R. D. Smith, λέκτορα του Βρετανικού Συμβουλίου, τον οποίο ακολούθησε στο Βουκουρέστι και εν συνέχεια στην Ελλάδα, την Αίγυπτο και την Παλαιστίνη, καθώς οι Ναζί επέλαυναν στην Ανατολική Ευρώπη. Στις εμπειρίες της βασίστηκαν τα πιο γνωστά της έργα, τα έξι μυθιστορήματα που αποτελούν τη Βαλκανική τριλογία και την Τριλογία του Λεβάντε. Η δόξα και η αναγνώριση ήρθαν, όπως το φοβόταν, μετά τον θάνατό της το 1980, όταν οι δύο τριλογίες της μεταφέρθηκαν στη μικρή οθόνη με τον τίτλο Fortunes of War και πρωταγωνιστές τους Κένεθ Μπράνα και Έμμα Τόμσον.

 

«Η Μάνινγκ είναι μία από τις καλύτερες μυθιστοριογράφους μας και έχει τη δική της φωνή».

New York Times

 

 

 

0