Η έννοια της Τύχης  στο Θουκυδίδη συνδυάζεται με αυτή της τόλμης (Τοις τολμώσιν η τύχη ξύμφορος). Στην περίπτωση του Γκούντερ Νόιμαν, του ήρωα του Χρήστου Ντεκίδη στο πρώτο του βιβλίο «Η τυχερή μέρα του Γκούντερ Νόιμαν» (εκδόσεις Κέδρος) η θουκυδίδεια ρήση σκιαγραφεί επακριβώς τη μυθιστορηματική του παρουσία.

Μέσα από τις 600 σελίδες ο Ντεκίδης, πρωτοεμφανιζόμενος στην ελληνική λογοτεχνία, μας ταξιδεύει από το Τσαντ και την Κεντρική Αφρικανική Δημοκρατία μέχρι το Βέλγιο, το Λονδίνο, το Παρίσι και τα χωριά της Βαυαρίας (την πατρίδα του ήρωά του, Γκούντερ Νόιμαν) με κατάληξη τις ελβετικές όχθες.

Μεγάλη η περιπλάνηση, μεγάλο  το στοίχημα και οι  κίνδυνοι που παραμονεύουν τόσο για τον Νόιμαν όσο και για τον ίδιο τον συγγραφέα.

Μέσα από μια γοργή αφήγηση στο εναρκτήριο κεφάλαιο που περιγράφει την καθημερινότητα της αφρικανικής οικογένειας του 14χρονου Νταούντι, ο συγγραφέας στη συνέχεια μας αφηγείται, με ορθό περιγραφικό λόγο, τη φύση της δουλειάς του Γκούντερ και κάποια λίγα βιογραφικά του στοιχεία ακολουθώντας τη δέουσα λογοτεχνική οικονομία. Αμέσως μετά αναπαρίστανται οι άλλοι ήρωες του βιβλίου. Αρχικά ο γιος του Καντάφι, Μουτασίμ Καντάφι και ο αντισυνταγματάρχης Γκαλίμπ ελ Ζαντάουι, προϊστάμενος στη Συλλογή και Επιβεβαίωση Πληροφοριών Εσωτερικού της χώρας. Στον αντίποδα, οι άνθρωποι της Δύσης. Μέσα από την ενδελεχή απεικόνιση του Ρισάρ, ενός αδίστακτου ανθρώπου του πλούτου ο οποίος στέφεται επικεφαλής της εξόρυξης σπάνιων γαιών στα αφρικανικά εδάφη, ο Ντεκίδης παρουσιάζει την άλλη πλευρά του κόσμου, που οι μέθοδοι εξόντωσης και κυριαρχίας μπορεί να μην είναι τόσο απάνθρωποι, οι σκέψεις τους όμως είναι κατά τι παραπάνω.

Ένας θησαυρός ή μάλλον μια ασφαλής τοποθέτηση μέρους του κυβερνητικού χρήματος από ένα παραπαίον πραξικοπηματικό καθεστώς εξουσίας,  είναι το σημείο συνάντησης δύο κόσμων, δύο αντιλήψεων, ενός κατόχου και πολλών σφετεριστών. Ο Μουτασίμ Καντάφι προσπαθώντας να βρει μια ασφαλή οδό διαφυγής, κρύβει μέρος των αμύθητων θησαυρών του εκτός Λιβύης, στα εδάφη της Κεντροαφρικανικής Δημοκρατίας, στα εδάφη που ο Γκούντερ Νόιμαν εργάζεται ως χειριστής μαζί με μια ομάδα Ευρωπαίων  και γηγενών, εργατών και επιστημόνων στην εξόρυξη σπάνιων γαιών.

Βασικός σταθμητής του μυθιστορήματος είναι ο χρόνος όπως αποκαλύπτεται σταδιακά από την πορεία των ηρώων. Μέσα στα χρόνια η οικογένεια του Ρισάρ από οικογένεια γαιοκτημόνων και εμπόρων, εξελίχθηκε σε βιομηχανική και επενδυτική έχοντας την δυνατότητα να ορίζει την παγκόσμια οικονομία. Αντίθετα αναφορικά με την οικογένεια του  Καντάφι, μετά από  40 χρόνια κυριαρχίας, το παιχνίδι  έχει χαθεί. Ο Γκούντερ μέσα από ένα αρρωστημένο οικογενειακό περιβάλλον, ορφανός από πατέρα κι αποκομμένος από τα υπόλοιπα μέλη της, θα δοκιμάσει τα σωματικά και ψυχικά του όρια πριν η τύχη τον επιβραβεύσει με την ανακάλυψη μέρους του θησαυρού του Καντάφι. Από τα πρώτα χαμόγελα της τύχης  θα οδηγηθεί, εξαιτίας της έντονης κι αστάθμητης προσωπικότητάς του σε μια σωρεία λαθών που η εξασφάλιση της εύνοιάς της αποτελεί μια ακριβή παροχή.  Η άφιξή του στην Αμβέρσα και η συνάντηση του με Εβραίους εκτιμητές των πολύτιμων διαμαντιών του θα σημάνει και την έναρξη ενός ανθρωποκυνηγητού από μεγιστάνες του πλούτου, ανελέητων μισθοφόρων, ανθρώπους του υποκόσμου, τζιχαντιστές και Λύβιους πρώην αξιωματικούς παρέχοντας στον αναγνώστη ένα απολαυστικό μυθιστόρημα περιπέτειας.

Η ενασχόληση του συγγραφέα με τον ταξιδιωτικό χώρο του προσφέρει αφειδώς την άνεση μιας λεπτολόγου περιγραφής των τόπων του μυθιστορήματος, δημιουργώντας έτσι ένα ψηφιδωτό πολιτισμών και  κουλτούρας των λαών. Το ενδόμυχο ταξιδιωτικό μικρόβιο του συγγραφέα μαζί με την θητεία του στις ένοπλες δυνάμεις περιβάλλονται από την ευδιάκριτη άνετη κίνησή του, όσον αφορά το υλικό και την περιγραφή του.

Η φανταστική πλοκή του επαφίεται πάνω στην ωμή όψη του κόσμου. Στυγερές δολοφονίες, σκηνές splatter γεμάτες  ανατροπές και αρκετή αγωνία κυρίως σε ένα άγριο τοπίο, αυτό της Κεντρικής Αφρικής, όπου το εργασιακό περιβάλλον είναι ανοιχτό σε κάθε είδους παράνοια, καθιστώντας τον φόβο εξαιρετικό όπλο στα χέρια κάποιων.

«Έριξε μια ματιά στο χώρο γύρω του, θαυμάζοντας για μια ακόμα φορά την προνοητικότητα των Γάλλων μηχανικών που είχαν σχεδιάσει το κτίριο. Πλακάκια παροχής νερού στην αίθουσα ανακρίσεων ήταν ένας πολύ πρακτικός συνδυασμός για να καθαρίζει εύκολα ο χώρος από τα αίματα και τις ακαθαρσίες. Δεκαπέντε μέτρα κάτω από το έδαφος τα ουρλιαχτά δεν μπορούσαν να ακουστούν από κανένα και από κελιά δεν μπορούσε να αποδράσει κανείς. Η μόνη προσθήκη που είχε γίνει ήταν το τραπέζι, για το οποίο ήταν πολύ υπερήφανος. Το είχε σχεδιάσει ο ίδιος, με ιμάντες στα κατάλληλα σημεία, ώστε να διευκολύνονται οι βιασμοί».

Άγρια περιστατικά που εμφορούνται από τις γεωπολιτικές συγκυρίες που συνάδουν, βέβαια, με  τις οικονομικές προσταγές των ισχυρών της γης, όπως η ιδιοποίηση και η παράνομη εξόρυξη σπάνιων γαιών. Στον αντίποδα η παροχή ανθρωπιάς.

«Οι περιγραφές του Τέιλορ για καριέρα και ευκαιρίες σε μια ήπειρο που σπαράσσεται από πολεμικές συγκρούσεις και μαστίζεται από απίστευτη φτώχεια απείχαν πολύ από την πραγματικότητα. Όχι ότι δεν υπήρχαν τρόποι πλουτισμού. Όπως παντού στον κόσμο, αν διαθέτεις περίσσια κεφάλαια και έλλειψη ηθικής, μπορείς να γίνεις πλούσιος. Η διαφορά είναι ότι στην Αφρική μπορείς να γεμίσεις τις τσέπες σου έστω και αν το κεφάλαιο εκκίνησης είναι μικρό. Αρκεί να είναι μεγάλη η έλλειψη ηθικών αναστολών».

«Την τελευταία μέρα έβγαλαν τα ξύλινα καλούπια και μπροστά σε όλο το χωριό, που είχε μαζευτεί για να δει το θαύμα, έδωσαν σε μια καμπουριασμένη από τα χρόνια και φαφούτα γριά την τιμή να βγάλει το πρώτο νερό. Το διάφανο υγρό κύλησε από την αντλία σε ένα πλαστικό δοχείο και οι κάτοικοι του χωριού, που είχαν μαζευτεί ένα γύρω, άρχισαν να τραγουδάνε αυθόρμητα και να χτυπούν τα χέρια τους σε ένα ξέσπασμα μεταδοτικής χαράς. Τα χρόνια που θα ακολουθούσαν ο Γκούντερ θα θυμόταν πάντα αυτή τη στιγμή με αισθήματα περηφάνιας και ικανοποίησης …τρία χρόνια μετά, και ενώ δούλευε σε ένα εργοστάσιο έξω από το Ναϊρόμπι, ένας νεαρός που τον αναγνώρισε τον αποκάλεσε στα  σουαχίλι, που τώρα πια καταλάβαινε, με ένα όνομα που σήμαινε ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΦΕΡΝΕΙ ΤΟ ΝΕΡΟ. Ήταν η μεγαλύτερη και καλύτερη ανταμοιβή που πήρε στη ζωή του».

Ένας αγώνας  ζωής και θανάτου. Στο μυθιστόρημα αυτό η ανθρώπινη ζωή δεν μετρά μπροστά στα σχέδια αρρωστημένων μυαλών.  Στις σελίδες του ξεχύνεται το παιχνίδι της αστάθμητης στιγμής που μπορεί να διαλύσει την παγκόσμια ισορροπία. Θα πρέπει να επισημάνω επίσης ότι το βιβλίο δεν αποτυπώνει  ακόμα μια μάχη του καλού με το κακό, αλλά την ανθρώπινη αβεβαιότητα που φέρνει στην επιφάνεια τα άγρια ένστικτα τα οποία οριοθετούν τις πράξεις μας.  Μέσα από ανοιχτές περιγραφές  που κλείνουν μέσα τους πλήθος συνειρμών, ο αναγνώστης θα απολαύσει ένα κείμενο που ρέει σωστά ανασύροντας σιγά-σιγά αυτά που επιμελώς κρύβονται.

Η διάρθρωση του υλικού γίνεται με ορθό τρόπο δημιουργώντας την έκπληξη στον αναγνώστη. Βέβαια αρκετά είναι τα σημεία που οι πλατειασμοί μέσα από ενδελεχείς πληροφορίες ή συγγραφικές σκέψεις  βάλλουν ενάντια στην λογοτεχνική ακεραιότητα.  Το αποτέλεσμα όμως είναι μια έντιμη προσπάθεια που δίνει έμφαση στην ένταση της στιγμής και στην ανατροπή.

Ένα μυθιστόρημα όπου το τέρας του φόβου θρέφει την εξουσία. Ένα βιβλίο ανάγνωσης του κόσμου του χρήματος, αλλά κυρίως ένα βιβλίο περιπέτειας.

* Κατρακυλάει η τύχη κατά το πού φυσάει ο αγέρας (=νεύει δε τύχα κατά πνεύμ’ ανέμων, ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ)

 

 

Χρήστος Ντεκίδης

«Η τυχερή μέρα του Γκούντερ Νόιμαν»

Εκδόσεις Κέδρος

Σελ.: 600 | Τιμή: 18.00 ευρώ | ISBN: 978-960-04-5056-9

 

 

0